*
Πάνω στα στάχυα
μωρά μιας πεταλούδας
γλυκοκοιμούνται///
Ψάθινος τρύγος
σταφύλια του Σωτήρος
μια στάμνα μέλι///
Στα γόνατά σου
ολόγυμνη και πλήρης
σαν πανσέληνος///
Φουσκώνουν δάκρυα
στα μάγουλα μιας κρήνης
νερό πηγαίο (περισσότερα…)
Day: 27.08.2025
Η Μάκαινα
*
του ΔΗΜΗΤΡΗ Ε. ΣΟΛΔΑΤΟΥ
~.~
Οι τίμιοι άνθρωποι είναι οι αριστοκράτες της εποχής μας.
ERNEST RENAN
Ο αξιωματικός υπηρεσίας βάραγε μύγες εκείνη την μέρα στην Αστυνομική Διεύθυνση Λευκάδας. Ζέστα, κατακαλόκαιρο. Ο ιδρώτας έτρεχε κρουνός απ’ το πρόσωπό του και ράντιζε το χαρτί που μουντζούρωνε μπροστά του αμήχανα. Ο ανεμιστήρας αγκομαχούσε, κάνοντας ένα εκνευριστικό «κρακ-κρακ», που αποκοίμιζε αντί ν’ ανησυχεί τον γλαρωμένο αστυνομικό.
Απ’ έξω έφτανε η φασαρία των διερχόμενων οχημάτων, μυρμηγκιά ολόκληρη, στρατιά παραθεριστών που βούλιαζε το νησί κι ύστερα πάλι βούιζε στους δρόμους και στα στενοσόκακα η ερημιά.
Το «τικ-τακ» του ρολογιού στον τοίχο, συνομιλούσε με το «κρακ-κρακ» του φτηνιάρικου ανεμιστήρα.
«Τικ-τακ: κάποιος έρχεται».
«Κρακ-κρακ: ποιος να είναι;»
Τα βήματα ανέβαιναν γοργά την ξύλινη σκάλα, λες κι ένα σώμα φτιαγμένο από λάστιχο αψηφούσε το θανατερό κάμα και πέταγε σχεδόν προς τα πάνω.
Ο αξιωματικός υπηρεσίας ξεγλάρωσε για τα καλά όταν ο επισκέπτης μπήκε στο γραφείο του.
«Παρακαλώ…» είπε όσο μπορούσε ευγενέστερα. Ενώ, δίχως να το πει, διαβάζονταν πεντακάθαρα στην φάτσα του: «Τι θέλεις μεσημεριάτικα, ρε γύφτο;»
Ο νεαρός, που σκίαζε με το παράστημά του το δωμάτιο, ήταν ολοφάνερο πως ανήκε στην φυλή των Αθίγγανων. Τα πεντακάθαρα ρούχα του κι οι φινετσάτοι τρόποι του δεν πρόδιδαν κάτι τέτοιο, μα υποδήλωναν έμφυτη αρχοντιά. Ο μαύρος οψιδιανός του δέρματός του, όμως, μιλούσε για λιοπύρια και λιόκρισες, η τυλωμένη φλέβα του λαιμού για το χοχλάτο αίμα του, και οι σπίθες μες στα μάτια που σιγόκαιγαν, μιλούσαν για την μεγάλη φωτιά του καταυλισμού που δεν έσβησε ολότελα. (περισσότερα…)

