Φαύλος κύκλος

*

ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ & ΠΑΡΑΜΟΝΙΜΑ | 07:25
Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

Εξακολουθούν να πιστεύουν στο αδέκαστο των θεσμών, επιμένουν να παρακολουθούν τα καθιερωμένα ΜΜΕ, ιδίως την τηλεόραση, εμπιστεύονται ακόμη το κράτος και τις ανακοινώσεις του. Και ψηφίζουν αναλόγως – χαρίζοντας θηριώδεις πλειοψηφίες είτε στον Φρήντριχ Μερτς στη Γερμανία, είτε στον Κυριάκο Μητσοτάκη εδώ σε μας, είτε σε κάποιον ομογάλακτό τους σε κάποια άλλη χώρα.

Ο λόγος είναι για τους ηλικιώμενους ψηφοφόρους, χονδρικά για τους 65άρηδες και άνω. Είτε επειδή συνεχίζουν να βλέπουν την πραγματικότητα με τα γυαλιά της, ανέφελης ακόμη, νεότητας και ωριμότητάς τους, είτε επειδή έχουν την ψευδαίσθηση ότι έτσι δεν θα διακυβεύσουν τις συντάξεις τους, είτε επειδή λόγω ηλικίας και μόνον αποστρέφονται τους «ριζοσπαστισμούς» και τις «περιπέτειες», στην πράξη πρόκειται για την τελευταία πληθυσμιακή ομάδα που στηρίζει το υφιστάμενο πολιτικό status quo.

Με τις αγωνίες των επιγενομένων, των μεσήλικων και των νέων, μεγάλη επαφή δεν έχουν. Ίσα ίσα, στην ελληνική κρίση κατ’ ουσίαν συνασπίστηκαν εναντίον τους: την ώρα που η νεολαία έπαιρνε μαζικά τον δρόμο της ξενιτιάς, όλα τα πολιτικά μας κόμματα ανεξαιρέτως έδιναν τον αγώνα τον καλό για να μη μειωθούν οι συντάξεις – αυτή ήταν η πρώτιστή τους προτεραιότητα. Επαφή με τα τεκταινόμενα στον κόσμο δεν έχουν ή έχουν διαταραγμένη: σε Ευρώπη και ΗΠΑ στην πλειονότητά τους στήριξαν τυφλά τα μέτρα του κορωνοϊού, ενώ σήμερα κραδαίνουν τις σημαίες της Ουκρανίας και θεωρούν ότι το Ισραήλ και ο Νετανιάχου στη Γάζα «αυτοαμύνονται» – το είπαμε άλλωστε, εμπιστεύονται τα μεγάλα ΜΜΕ και τις κυβερνητικές δηλώσεις.

Το κυριότερο; Επειδή δημογραφικά είναι η πολυπληθέστερη ομάδα και επειδή η συμμετοχή τους στις εκλογές είναι ιδιαίτερα αυξημένη σε σχέση με τα άλλα ηλικιακά στρώματα που συχνά απέχουν επιδεικτικά, η επιρροή τους στα πολιτικά πράγματα είναι άκρως δυσανάλογη. Παντού, υπεραντιπροσωπεύονται.

Γεγονός που, με τη σειρά του, ενισχύει τη συνολική δυσπιστία για την δημοκρατικότητα του πολιτικού συστήματος και εμποδίζει κάθε απόπειρα ανανέωσής του – καθιστώντας το ακόμη απωθητικότερο για τη νεολαία και φουσκώνοντας ακόμη περαιτέρω τη δική τους αφύσικη ισχύ. Φαύλος κύκλος…

///

σονέτο ’97

Ἔζησε σ᾿ ἄλλες ἐποχές. Ὡς νέος δέν τά πήγαινε καλά οὔτε μέ τόν λυρισμό οὔτε μέ τόν κυνισμό – δυστύχησε μετρίως. Ὡριμάζοντας κατάλαβε.

Τά χρόνια πέρασαν. Σκαρφάλωσε τίς δεκαετίες στίχο-στίχο. Ἔμαθε ὅλα τά τεχνάσματα τῆς ποίησης ἀλλά ἔμεινε ἔντιμος – κατά τό δυνατόν.

Ἀνθηρός τώρα κι ἑτοιμοπόλεμος. Πρωτοκλασάτος. Ποτέ, ποτέ κυνικός – ἁπλῶς ἡ πείρα ἐλέγχει τό δάκρυ. Ἔμαθε ὅλα τά τεχνάσματα. Κάπου-κάπου, μονάχα, τό σῶμα θυμᾶται τό ἀδέξιο ποίημα πού ἔγραψε εἴκοσι χρονῶν: ἕνα παλιό μυστικό πού ἡ τέχνη του συλλαβιστά λησμόνησε, γιά νά ἐπιζήσει.

ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΛΥΚΙΑΡΔΟΠΟΥΛΟΣ

///

«Αυτή δεν είναι «καλή συμφωνία», είναι συμφωνία κατευνασμού!». «Η Ευρώπη αυτοσυρρικνώνεται σε νάνο». «Τεράστια επιβάρυνση της ευρωπαϊκής οικονομίας». «Ο παράδοξος τρόπος του Τραμπ να τιμωρήσει τους Ευρωπαίους». «Συνθηκολόγηση της Ευρώπης στον Τραμπ».

Μικρό πότ πουρί από τους τίτλους των γερμανικών ΜΜΕ αμέσως μετά την ανακοινωθείσα εμπορική συμφωνία ΗΠΑ-ΕΕ. Μετά την αυτοκτονική αποκοπή τους από τους ρωσσικούς ενεργειακούς πόρους, η υποταγή των Βρυξελλών στις αξιώσεις της Ουάσιγκτον είναι η λογική συνέπεια.

Ιδίως οι εκπρόσωποι της γερμανικής βιομηχανίας, που είχαν εγκαίρως προειδοποιήσει και για τις κυρώσεις κατά της Ρωσσίας, δεν μασούν τα λόγια τους: στην πράξη, η Ευρώπη γίνεται φόρου υποτελής του υπερατλαντικού προστάτη της.

///

Το θέμα του καύσωνα απαντά σε δύο κορυφαία ελληνικά ποιήματα, και τα δύο γραμμένα από νεωτερικούς μας ποιητές, και τα δύο λογιότιτλα. Το πρώτο («Εν ώρα θερινή») το υπογράφει ο Τάκης Παπατσώνης. Το δεύτερο («Εις την Οδόν των Φιλελλήνων») ο Ανδρέας Εμπειρίκος. Όμως ο τρόπος με τον οποίο βλέπουν οι δύο ποιητές μας το πράγμα, δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο αντίθετος. Ίσως για να μας θυμίσουν ότι σ’ αυτόν τον κόσμο συναίνεση δεν γίνεται να υπάρξει, σε τίποτε…

Παραθέτω τα χαρακτηριστικότερα αποσπάσματα:

Τ. ΠΑΠΑΤΣΩΝΗΣ, «Εν ώρα θερινή»

Έχω αντικρύ μου τις δήθεν δροσιές αυτού του κήπου.
Πότε πια θα περάσει ο μπερδεμένος κόμπος των ζεστών ημερών.
Πότε πια θα περάσουμε τον κατάξερο κάβο των ζεστών ημερών.
Πιέζομαι να καταλάβω αυτό που λένε Θαύμα του Ήλιου.
Αυτό που λένε φως της Ελλάδας ή Απολλώνιαν Αίγλη,
ο μισός εαυτός μου μονάχα το νιώθει, ο άλλος μισός
το απωθεί. Άλλωστε με το να παρατραβά
ο κόμπος των ζεστών ημερών, έγινε μια σκονισμένη
μουντάδα όλος ο ουρανός· και τα βουνά
με τις γαλήνιες γραμμές, Πεντέλες, Υμηττοί,
είναι σαν είδη για ξεσκόνισμα, τόσο βουτημένα
στις ανταύγειες της δύσπνοιας. Έφυγε και ο Απόλλωνας,
εφύγαν κι οι Δρυάδες, πάνε μακριά από την αναμμένη πέτρα
[…]
Τι να γίνει· και καλύτερες ώρες θαρθούνε.
Χειμώνες με τα ωραία λευκά και της Βροχής
οι υγρές συμφωνίες οι ραβδωτές. Άλλα δέντρα
θα φυλλορροήσουν και άλλα θα επιζήσουν κατά το νόμο.
Θαρθεί των ξερών κορμών και κλώνων η κόκκινη βασιλεία.
Θα γυαλίσει η πλάκα τ’ ουρανού, θα ξαναστιλβωθεί,
θ’ αναλάμψουνε τ’ άστρα πλυμένα στο κρύο και στη βροχή.
Θα ξαναστράψει το μυαλό της ζωής σε γρήγορη δουλειά.

.~.

Α. ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ, «Εις την Οδόν των Φιλελλήνων»

Tο θερμόμετρον ανήρχετο συνεχώς. Δεν ήτο θάλπος, αλλά ζέστη – η ζέστη που την γεννά το κάθετο λιοπύρι. Kαι όμως, παρά τον καύσωνα και την γοργήν αναπνοήν των πνευστιώντων, παρά την διέλευσιν της νεκρικής πομπής προ ολίγου, κανείς διαβάτης δεν ησθάνετο βαρύς, ούτε εγώ, παρ’ όλον ότι εφλέγετο ο δρόμος. Kάτι σαν τέττιξ ζωηρός μέσ’ στην ψυχή μου, με ηνάγκαζε να προχωρώ, με βήμα ελαφρόν υψίσυχνον. Tα πάντα ήσαν τριγύρω μου εναργή, απτά και δια της οράσεως ακόμη, και όμως, συγχρόνως, σχεδόν εξαϋλούντο μέσα στον καύσωνα τα πάντα – οι άνθρωποι και τα κτίσματα – τόσον πολύ, που και η λύπη ακόμη ενίων τεθλιμμένων, λες και εξητμίζετο σχεδόν ολοσχερώς, υπό το ίσον φως.

Tότε εγώ, με ισχυρόν παλμόν καρδίας, σταμάτησα για μια στιγμή, ακίνητος μέσα στο πλήθος, ως άνθρωπος που δέχεται αποκάλυψιν ακαριαίαν, ή ως κάποιος που βλέπει να γίνεται μπροστά του ένα θαύμα και ανέκραξα κάθιδρως:

«Θεέ ! O καύσων αυτός χρειάζεται για να υπάρξη τέτοιο φως ! Tο φως αυτό χρειάζεται, μια μέρα για να γίνη μια δόξα κοινή, μια δόξα πανανθρώπινη, η δόξα των Eλλήνων, που πρώτοι, θαρρώ, αυτοί, στον κόσμον εδώ κάτω, έκαμαν οίστρο της ζωής τον φόβο του θανάτου».

///

«Οι μικροαστοί δεν είναι ποτέ κυνικοί», γράφει κάπου ο Παναγιώτης Κονδύλης, επειδή «η πίστη στην ύπαρξη και πρακτικότητα των γενικώς αποδεκτών κανόνων της ηθικής τούς παρέχει ένα αίσθημα πρόσθετης ασφάλειας». Είναι η υποκειμενική τους ανάγκη, δηλαδή, να πιστέψουν ότι ο κόσμος στον οποίο ζουν είναι εύτακτος και ηθικός που τους κάνει να τον βλέπουν ως τέτοιον, όχι το ανάποδο.

Όμως σε συνθήκες διασάλευσης του status quo, όπως οι σημερινές, η εθελοτυφλία παύει πλέον να λειτουργεί προστατευτικά. Ακόμη και οι μικροαστοί αρχίζουν πλέον να διακρίνουν θέλοντας και μη αυτό που τα ανώτατα και τα κατώτατα στρώματα του πληθυσμού πάντοτε έβλεπαν καθαρά: ότι οι γενικώς αποδεκτοί κανόνες της ηθικής είναι ένα πρόσχημα, ότι οι νομείς της εξουσίας ακολουθούν άλλες νόρμες, κομμένες και ραμμένες στα μέτρα τους.

Εδώ σε μας, τέτοια περίπτωση συλλογικής αφύπνισης μεγάλων μερίδων του πληθυσμού υπήρξε αρχικά το σκάνδαλο των υποκλοπών και κατόπιν, πολύ περισσότερο, το έγκλημα των Τεμπών. Η διάβρωση της εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα ήταν το αναμενόμενο αποτέλεσμα.

Διόλου τυχαία, και στις δύο περιπτώσεις έσχατη γραμμή αμύνης των κυβερνώντων είναι η μομφή της συνωμοσιολογίας, ο ισχυρισμός ότι «τέτοια πράγματα δεν γίνονται». Ισχυρισμός που απευθύνεται όχι στο λογικό των ανθρώπων καθώς δεν έχει καμία απολύτως θεμελίωση, το αντίθετο μάλιστα, η ελληνική και διεθνής ιστορία είναι γεμάτη από τέτοιες οσμηρές υποθέσεις. Αλλά στο θυμικό τους, στην ανάγκη δηλαδή των μικροαστικών στρωμάτων να κλείσουν για μια ακόμη φορά τα μάτια εμπρός στην πραγματικότητα, ώστε να μην κλονιστεί η εικόνα τους για τον κόσμο.

Στις ΗΠΑ ζούμε αυτή τη στιγμή την κορύφωση δύο τέτοιων παράλληλων σκανδάλων. Της Υπόθεσης Επστάιν αφενός, που χρησιμοποιείται από τους Δημοκρατικούς κατά του προφανώς συνεμπλεκόμενου Τραμπ. Και της σκευωρίας του Russiagate με την αποκάλυψη της οποίας ο Τραμπ βάλλει κατά των εξώφθαλμα ενεχόμενων Δημοκρατικών.

Εννοείται ότι και στις δύο περιπτώσεις οι εκάστοτε καταγγέλλοντες έχουν δίκιο και οι εκάστοτε καταγγελλόμενοι έχουν τη φωλιά τους λερωμένη. Το κωμικό είναι ότι τα επιχειρήματα των δύο πλευρών εναλλάσσονται κατά το δοκούν. Κατά πως τους συμφέρει, καθεμία από αυτές ισχυρίζεται παράλληλα καί ότι υπάρχουν συνωμοσίες καί ότι δεν υπάρχουν, καί ότι οι διωκτικές αρχές είναι αξιόπιστες καί ότι δεν είναι.

Το τελικό εξαγόμενο είναι και πάλι η υπονόμευση της συλλογικής εμπιστοσύνης στους «κοινώς αποδεκτούς κανόνες της ηθικής» και η ραγδαία απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος. Από τους οξυδερκείς παρατηρητές, οι συγκλονιστικές συνέπειες αυτής της τελευταίας έχουν από καιρό και με ακρίβεια επισημανθεί. Όμως τα μικροαστικά πλήθη μόλις τώρα αρχίζουν κάπως να τις διαισθάνονται.

///

Απόφασις μετά σκέψιν, ένστικτον βραδυπορούν.
ΜΙΧΑΗΛ ΜΗΤΣΑΚΗΣ

///

Γέμισαν πάλι τα ΜΜΕ με δηλώσεις αρμοδίων και ιθυνόντων που ανήμερα της μαύρης επετείου στηθοδέρνονταν για το «δράμα» της Κύπρου. Την ίδια ώρα, οι ίδιοι αυτοί με πράξεις και παραλείψεις εγκαταλείπουν αμαχητί το Αιγαίο και το Λιβυκό, όπως ακριβώς η χούντα του Ιωαννίδη εγκατέλειψε ανυπεράσπιστη την Κύπρο.

Γιατί, βέβαια, ο Αττίλας δεν σταμάτησε στην Πράσινη Γραμμή το 1974. Συνέχισε αδιάλειπτα με την κήρυξη του casus belli, με τα Ίμια, με τον εξευτελισμό της παράδοσης του Οτσαλάν και της απόσυρσης των S-300, με το τουρκολιβυκό σύμφωνο, με την παρωδία αντίστασης το καλοκαίρι του 2020, με, με, με…

Η ιστορική παρακμή συνήθως εκτυλίσσεται αργά και ανεπαίσθητα, ιδίως αν τη συνοδεύει η επίφαση της ευημερίας. Όπως το λέει και η Ντίκινσον: «Δεν είναι έργο της στιγμής / το ρήμαγμα, μια κι έξω». Η μεταπολιτευτική παρακμή της Ελλάδας είναι μια τέτοια μακρά, ηδονική και μαυλιστική παρακμή. Όμως το τέλος της δεν θα ’ναι.

///

Για την ελευθερία του λόγου που απολαμβάνουμε ημείς οι Δυτικοί, κοκορεύονται όσοι δεν σκέφτηκαν ποτέ να διαφωνήσουν, έγραφα εδώ προ καιρού. Τώρα υπάρχει και η απόδειξη, τουλάχιστον για τα γερμανόφωνα πανεπιστήμια. Το βιβλίο Disrupting the University. The creation of a culture of fear and the stifling of academic freedom in Germany, Austria and Switzerland.

Οι δύο συγγραφείς, η Heike Egner και η Anke Uhlenwinkel, απαριθμούν και τεκμηριώνουν 60 περιπτώσεις επιφανών Γερμανών, Αυστριακών και Ελβετών πανεπιστημιακών που τα τελευταία χρόνια κατηγορήθηκαν αβάσιμα, διασύρθηκαν και εντέλει απολύθηκαν επειδή τόλμησαν να πάνε κόντρα στον λόγο της επίσημης προπαγάνδας σε μια σειρά από θέματα της ζέουσας πολιτικής επικαιρότητας, από τον κορωνοϊό ώς τις ευρωρωσσικές σχέσεις.

Αυτή η αόκνως δημιουργούμενη «κουλτούρα του φόβου» είναι στη βάση κάθε σύγχρονης δυτικής παθογένειας, πολιτικής και άλλης. Και θεραπεία της δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα.

///

«Με όλες μου τις δυνάμεις έχω υπερασπισθεί την χώρα ως δημόσιος λειτουργός επί 36 έτη, από τις τάξεις της Διπλωματικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών, του Υπουργείου που είναι ταγμένο να υπερασπίζεται σε καθημερινή βάση το εθνικό συμφέρον. Ουδέποτε στην υπηρεσιακή μου διαδρομή έχω δει την πατρίδα μου τόσο διπλωματικά απομονωμένη και τόσο στρατιωτικά αδύναμη!

Μετά τον εθνικό ακρωτηριασμό που υπέστη η Ελλάς στην Κύπρο τον Ιούλιο του 1974, επαπειλείται σήμερα νέα απώλεια όχι μόνο κυριαρχικών δικαιωμάτων, αλλά και εθνικής κυριαρχίας. Αποτροπή της απειλής δεν υφίσταται. Πρωτίστως διότι οι κυβερνώντες έχουν δώσει διαπιστευτήρια απροθυμίας και ανικανότητας να χρησιμοποιήσουν τα –διαρκώς ανεπαρκέστερα και λιγότερα– στρατιωτικά μέσα που διαθέτει η χώρα σε λειτουργική κατάσταση. Υποστηρίζω ότι δεν θα υπάρξει έγκαιρη εντολή να αντιταχθεί άμυνα στην κατάληψη ελληνικού εδάφους από την Τουρκία, όποτε αυτή κρίνει πως είναι η κατάλληλη συγκυρία. Δεν θα την δώσουν αυτοί που βαυκαλίζονται ότι ασπίδα της χώρας δεν είναι ο λαός της και οι Ένοπλές του Δυνάμεις αλλά το διεθνές δίκαιο και η συμμετοχή στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ.

Στις τρέχουσες πολεμικές συγκρούσεις (Ουκρανία, Συρία, Ιράν) εξαπολύονται κατά κόρον προληπτικά στρατιωτικά πλήγματα που δημιουργούν πολιτικά τετελεσμένα. Οι ίδιες οι ΗΠΑ μετέρχονται και νομιμοποιούν αυτή την πρακτική. Τί είδους προστασία έχει οικοδομήσει η χώρα μας για να αντιμετωπίσει αντίστοιχο τουρκικό εγχείρημα;

Τους θόλους που εξαγγέλλει ο Υπουργός Άμυνας και οι οποίοι απεδείχθησαν αναποτελεσματικοί στο Ισραήλ; Τις φρεγάτες που ακόμη δεν έχουμε παραλάβει, είτε τελούν υπό κατασκευήν; Καταντήσαμε να συνυπολογίζουμε και συστήματα που δεν έχουμε καν παραγγείλει (π.χ. 4η Belharra, F-35, Ιron dome)!

Στην Αθήνα δεν υπάρχει επί επτά μήνες Αμερικανός Πρέσβυς. O δε Πρόεδρος Τραμπ απαξιοί μια τυπική έστω χειραψία στα διεθνή fora με τον Έλληνα πρωθυπουργό. Την ίδια στιγμή, η προσωπική σχέση Τραμπ-Ερντογάν είναι εγκάρδια και ουσιαστική, ενώ η τουρκική πολεμική βιομηχανία θεωρείται ζωτική από τις χώρες της ΕΕ για την αντιρωσική τους εκστρατεία.

Παράλληλα, η Διακήρυξη των Αθηνών ακυρώνει κάθε διπλωματική δυνατότητα να πείσουμε τους συγκατοίκους μας στη “σωστή πλευρά της Ιστορίας” ότι η “Γαλάζια Πατρίδα” της Τουρκίας συνιστά καίρια απειλή για την Ελλάδα. Έχουμε, κοντολογίς, απομείνει μόνοι, με περιορισμένα όπλα και κυρίως χωρίς κυβέρνηση με πολιτική βούληση να υπερασπιστεί την πατρίδα! Ποιος θα συμμαχήσει με μια Ελλάδα που αρνείται να αμυνθεί;»

ΓΙΩΡΓΟΥ ΑΫΦΑΝΤΗΣ, πρέσβυς ε.τ.

///

Τα 8 στα 10 καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου βρίσκονται στην Κίνα – ισχυρίζεται το (βρετανικό) επιστημονικό περιοδικό Nature.

///

Η παρλάτα ως είδος μονολόγου μάς είναι γνωστή κυρίως από το θέατρο, ιδιαίτερα την επιθεώρηση και το βαριετέ. Όμως είναι και λανθάνον ποιητικό υποείδος με τα ίδια χαρακτηριστικά: Κείμενο μονολογικό και πρωτοπρόσωπο, συνήθως σατιρικό και σκωπτικό, συχνά με μελοδραματική ή κωμικοτραγική επίγευση, σε γλώσσα κοινή, κουβεντιαστή, όχι δηλαδή σε ατομικό λυρικό ιδίωμα – εξού και η (μερική) διαφοροποίησή της από τον δραματικό μονόλογο. Μια άλλη διαφορά τους είναι ότι η παρλάτα δεν χρειάζεται εξωτερικό δραματικό υποκείμενο, μπορεί να εκφερθεί απευθείας και από το ίδιο το ποιητικό εγώ.

Οι ποιητικές παρλάτες ακόμη κι όταν είναι έμμετρες, είναι κείμενα πεζολογικά εκ πρώτης όψεως, αλλά έχουν ρυθμό υποκείμενο καθαρά προφορικό, όπως το λέει και η λέξη. Για την ακρίβεια είναι ένας ρόλος σκηνικός, που ζητάει τη φωνή του ερμηνευτή του. Συνήθως έχουν ένα κάποιο μάκρος, σπανιότερα είναι ολιγόστιχες.

Παρλάτες θαυμάσιες έχουν γράψει οι σατιρικοί του 19ου αιώνα από τους Σούτσους ώς τον Σουρή, ο Καρύδης, ο Λασκαράτος, με πρωταγωνιστές παράγοντες της δημόσιας ζωής, πολιτευτές, κυβερνητικούς αξιωματούχους κ.ά.

Στον 20ό αιώνα το ύφος της παρλάτας αξιοποιούν ποιητές όπως ο Καρυωτάκης, ο Μόντης (δεν είναι τυχαίο ότι και οι δύο έγραψαν επιθεώρηση), ο Καβάφης (το «Ας φρόντιζαν» είναι κορυφαία παρλάτα), ο Παπατσώνης, ο Σχινάς, ο Ρώτας κ.ά. Σήμερα, παρλάτες συστηματικά γράφει ο Σιώτης.

Θα κλείσω με δύο δείγματα του είδους. Τα επιγραμματικά «Σοκολατόπαιδα» του Μόντη, γραμμένα για την εισβολή του 1974.

Βεβαίως θα ’ρθει να υπηρετήσει την πατρίδα
– αλίμονο τώρα.
Μόλις τελειώσουν όλα αυτά
Θα γυρίσει το παιδί να κάνει τη θητεία του
Και να πολιτευθεί.

Και τρεις στροφές από τον σπαρταριστό «Πρώτο Λόγο του κ. Δελιγιάννη (ενώπιον του Συνεδρίου)» του Σουρή, που γράφτηκε το 1878. Τυχόν συνάφειες με την τρέχουσα πολιτική είναι ασφαλώς τυχαίες.

Bon Jour, κύριοι μεγάλοι τῆς Εὐρώπης διπλωμάται,
στὴν ὑγείαν σας πῶς εἶσθε;… φίλε Βίσμαρκ, πῶς περνᾶτε;
Ἐγώ, δόξα τῷ Ὑψίστῳ, μέχρις ὥρας ὑγιαίνω,
τρώγω μ᾿ ὄρεξη, κοιμοῦμαι, σεργιανίζω καὶ παχαίνω.
Μὲ δυὸ λόγια χάφτω μυῖγες καὶ ἀέρα κοπανῶ,
μολοντοῦτο κι᾿ ἐν τοσοῦτῳ ταπεινὰ σᾶς προσκυνῶ.

Κατὰ πρῶτον, κύριοί μου, θὰ σᾶς κατευχαριστήσω,
ἀφοῦ τέλος ἠξιώθην πλάϊ πλάϊ νὰ καθίσω
μὲ τῆς φίλης μου Εὐρώπης τοὺς ἐξόχους διπλωμάτας
καὶ τοῦ ἔθνους τῶν Ἑλλήνων εὐεργέτας καὶ προστάτας.
Ὤ! ἀνοίξατε μιὰ θέση κι᾿ εἰς τὸν κύριον ἐμέ,
γιὰ νὰ μὴ περνοῦν μὲ λόγια αἱ πολύτιμοι στιγμαί.

Θὰ ἀρχίσω λοιπὸν τώρα μὲ φωνὴ νὰ πῶ καὶ θάρρος
ὅ,τι θέλει καὶ δὲν θέλει ἡ Ἑλλάς, καὶ μὴ πρὸς βάρος.
Ἀλλὰ πρὶν στὸ μεγαλεῖον τῆς Ἑλλάδος ἀνατρέξω,
εἶναι φρόνιμον, νομίζω, τὸ λαρύγγι μου νὰ βρέξω
μὲ καμμιὰ σουμάδα κρύα ἢ κανένα παγωτό,
γιὰ νὰ μὴ μὲ πιάνει βήχας καὶ τὸν λόγον σταματῶ.

///

Έτοιμος να βομβαρδίσει τη Μόσχα και το Πεκίνο δηλώνει ο Τραμπ. Γιατί όχι τη Νέα Υόρκη και το Λος Άντζελες, αναρωτιέμαι. Μήπως οι αληθινοί του εχθροί εκεί δεν κατοικοεδρεύουν, άσε που αυτοί δεν είναι και σε θέση να ανταποδώσουν…

Για να σοβαρευτούμε, στην πράξη ο Τραμπ κάνει ό,τι κάτι ήρωες του Ομήρου στην Ιλιάδα. Όταν ο εχθρός τους παίρνει στο κυνήγι, το βάζουν στα πόδια μεν, αλλά όχι ασύντακτα. Πού και πού σταματάν την πιλάλα, γυρίζουν προς τους επελαύνοντες και τους φοβερίζουν κραδαίνοντας απειλητικά το δόρυ τους. Κερδίζουν έτσι κάποιες ανάσες και στραπατσάρεται λίγο λιγότερο το γόητρό τους.

Ο Κωστής Παπαγιώργης έχει γράψει μερικές ωραίες σελίδες πάνω στο ζήτημα αυτό στο βιβλίο του Η ομηρική μάχη. Τώρα που με τον Επαμεινώνδα η Αρχαία Ελλάς ξανάγινε μόδα εκεί στην Αμέρικα, ποιος ξέρει, ίσως ο Λευκός Οίκος να αναζήτησε συμβουλές και στα έπη.

///

*

*

*