Day: 24.06.2025

Στέαρ

*

Όπως τα ματωμένα απόνερα της Κρεαταγοράς Αθηνών στο κλείσιμο με αφόρητη ζέστη, ντάλα ο ήλιος, ντάλα όλα, ντάλα και οι ευγενείς βυθοσκοπήσεις του παρόντος όταν κοιτούσα με ψαρίσια απορία και όλο κατέβαζες τα μάτια και έβρισκα καταφύγιο στο να κοιτώ το μελάνι που κολλούσε στα δάχτυλά μου από το κακοτυπωμένο φυλλάδιο που μοίραζαν κουρασμένα πιτσιρίκια και έγραφε «Μυοκτονίες παντός τύπου». Τέτοιες περσόνες μάλλον είναι για άλλες εποχές, ποιος πιστεύει τώρα στην ανάκτηση εδάφους; Τέτοιες περσόνες θυμίζουν τα βίπερ της γιαγιάς μου, οπότε ορθώς μου είπες αυστηρά πριν χρόνια και ζαμάνια να κόψω τους παλιμπαιδισμούς και να σταθώ στο ύψος του κυκλώνα. Αυτά που λες συμπλήρωνες είναι πρωτόγονος συνδικαλισμός νεοφώτιστου αριστεριστή. Περπάτα, έλεγα, και λέγε ό,τι θέλεις. Άκου, άκου συμπλήρωνα. Στον ύπνο μου είδα χθες ότι μας μοίραζαν λίπος ζωικό σε χρώματα ουράνιου τόξου κι όλοι ήταν ευτυχείς και πασαλείβονταν με γέλια και έμοιαζαν με γουρούνια υπερρεαλιστικά. Μόνο στο δικό μου το κορμί το λίπος άλλαζε χρώμα και ήταν καφετί και έψαχνα πού να κρυφτώ.

(περισσότερα…)

«Δεν έχει η αγάπη σύνορα»

*

Ο νους μου τα βουνά κρατεί  # 3
Γράφει ο Γιάννης Ματθαιουδάκης

Η λαϊκότητα της κρητικής υπαίθρου συνομιλεί με τον λόγιο, υψηλό στοχασμό για τα μεγάλα ζητήματα της καρδιάς και του κόσμου. Φιλόσοφοι και μαντιναδολόγοι κάθονται μαζί, στο ίδιο λιτό κρητικό τραπέζι. Η στήλη αφορά την περίπτωση της Κρήτης, αλλά στην οικουμενική της διάσταση. «Κάθε πολιτισμός είναι δυνάμει όλοι οι πολιτισμοί» – εκφάνσεις μιας κοινής ανθρώπινης φύσης. Έτσι, το ηπειρώτικο μοιρολόι, η ιταλική βιλανέλα, το περσικό ρουμπάι αποτελούν βαθύρριζες εκδηλώσεις λαϊκής ποίησης. Ωστόσο, στη μεταβατική εποχή μας, οι κοινές αναφορές, ο συλλογικός βίος, η αίσθηση του μέτρου και του ιερού, αμφισβητούνται από τις «διαλυτικές πνοές» ενός μαζικού, άρρυθμου, δήθεν εξορθολογιστικού τρόπου ζωής. Η μαντινάδα δεν μένει ανεπηρέαστη.

///
Δεν έχει η αγάπη σύνορα δε τηνε πιάνει νόμος
όπου περάσει και διαβεί είν’ ανοιχτός ο δρόμος
Γ. ΣΤΑΥΡΑΚΑΚΗΣ ή ΜΙΧΑΛΟΜΠΑΣ

Δεν οριοθετείται ο έρωτας από θεσμούς, ηθικούς κώδικες, κρατική ισχύ, ούτε κι από τον ίδιο τον θεό του Πολέμου, «Έρώτι ουδ’ Άρης ανθίσταται». Κεντρικό ποιητικό θέμα από τον Όμηρο και τον Σοφοκλή, στους μεσαιωνικούς ερωτοψάλτες και τον Σαίξπηρ, μέχρι τον Σταντάλ, τον Μπαλζάκ και τον Φλωμπέρ, κι από εκεί στον Κούντερα και την ταινία In the Mood for Love, και για όσο θα ερωτεύεται ο άνθρωπος. «Το θέμα επανέρχεται τόσο τακτικά όσο και τα εποχικά φρούτα», θα πει ειρωνικά ο Σοπενάουερ. Άλογο και δυσήνιο πάθος για τον Πλάτωνα, ταράζει την ισορροπία της ψυχής και κατά συνέπεια την ευστάθεια και την έλλογη διακυβέρνηση της Πολιτείας. Ο ερωτευμένος γίνεται ποιητής και κανταδόρος, όχι νομοταγής πολίτης.

Σύμφωνα με τη Διοτίμα, ο Έρωτας είναι παιδί του Πόρου και της Πενίας. Η μαντινάδα εδώ έχει ειδικό ενδιαφέρον γιατί στον δεύτερο στίχο αξιοποιεί την καταγωγή του έρωτα από τον Πόρο, που σημαίνει δίοδος, διάβαση, και χρησιμοποιείται με την ίδια έννοια στην κρητική διάλεκτο μέχρι τις μέρες μας, ως το πέρασμα δηλαδή για τα αγροτικά μονοπάτια και τα όρη. Η αγάπη βρίσκει πάντα τον δρόμο.

Η καταγωγή του έρωτα από τη μεριά της Πενίας, δηλαδή της έλλειψης, έχει υμνηθεί σε όλες τις εποχές και με όλους τους τρόπους. Ο έρωτας έρχεται από το πουθενά, φτερωτός, και παρότι παιδικός στην όψη, επιτίθεται, πολιορκεί και τελικά πλήττει τον υποψήφιο ερωτευμένο. Αποκτά έλεγχο του σώματός του, γίνεται δεσπότης του νου και της ζωής του, θολώνει την κρίση του, βάζει στη θέση της ηρεμίας και της λογικής, την παραφροσύνη. «Συ, ω Έρωτα, τύραννε θεών και ανθρώπων». Η πείρα των άλλων δεν μας μαθαίνει τίποτα. Ο ερωτευμένος αναλύεται σε όρκους και παρακάλια, ξενυχτά και δέεται στο παραθύρι του ποθούμενου προσώπου. «Να μ’ εύρει η νύχτα κι η αυγή στ’ς αγάπης μου την πόρτα».

Ο Σοπενάουερ παρατηρεί την ερωτική έξαρση και δραματοποίηση από τη φιλοσοφική του κορφή και μας προσγειώνει απότομα. «Σας περιμένει απογοήτευση και τραγική κατάληξη. Στρατήγημα της φύσης ο έρωτας για να δελεάσει το άτομο στην υπηρεσία της αναπαραγωγής. Ο έρωτας που έχει ικανοποιηθεί οδηγεί στη δυστυχία. Το πάθος στηριζόταν στην αυταπάτη μιας προσωπικής ευδαιμονίας προς όφελος του είδους, από τη στιγμή που το τίμημα έχει καταβληθεί η αυταπάτη οφείλει να εξαφανιστεί. Το δαιμόνιο του είδους που είχε κυριεύσει το άτομο, το εγκαταλείπει και πάλι στην ελευθερία του. Το άτομο ξαναπέφτει στα στενά όρια της φτώχειας του και εκπλήσσεται όταν βλέπει, μετά από τόσες υπέροχες, ηρωικές και άπειρες προσπάθειες, ότι δεν του μένει τίποτα άλλο πλέον από μια τετριμμένη ικανοποίηση των αισθήσεων». Η Αριάδνη θα ξυπνήσει μόνη της στο ακρογιάλι, ο Θησέας την έχει εγκαταλείψει. Με την πολυσημία του σολωμικού στίχου: «του πόνου εστρέψαν οι πηγές από το σωθικό μου, / έστρωσε ο νους κι ανέβηκα πάλι στον εαυτό μου». (περισσότερα…)