Ονειροκρίτης

*

Στην παγερή σκιά της νύχτας
εσύ γυμνή, μέσα του Μάρτη
Να σε τυλίγει μια Τετάρτη
το φλογερό φιλί της νύστας

Η οθόνη σβήνει σε μιαν άκρη
και δίνεις στ’ όνειρο τα σκήπτρα
μα αυτό ξηλώνει όλα τα πλήκτρα
για να συνθέσει μια απάτη

Ήτανε, λέει, μια χαρτορίχτρα
που ορμηνεύει όπως ορίζεις
κι όσο φωνάζεις και δακρύζεις
κρατάς στο χέρι σφουγγαρίστρα

Σου τάζει μέλλον που ξορκίζεις
και όχι Ωραίας Κοιμωμένης
πλύστρα σε σκάλες της Κυψέλης
τη φτώχεια ν’ αναθεματίζεις

Μιας τράπουλας σημαδεμένης
η μάγισσα δείχνει τ’ αστέρι
κι αναρωτιέσαι αν θα φέρει
αυτό που δεν το περιμένεις

Ξυπνάς και είναι μεσημέρι
κι όταν ντυθείς θα καταλάβεις
Έχεις το βλέμμα της Εκάβης
τον εφιάλτη σου στο χέρι

Σηκώνεσαι, μικραίνει ο Άδης
και καταπίνεις δύο Depon
απ’ το φερμουάρ μιας Louis Vuitton
ονειροκρίτη αμέσως βγάζεις

κι εκεί προσεύχεσαι οκλαδόν
τα δάκτυλα σου ψάχνουν λήμμα
σε σκόρπιες λέξεις δίχως νήμα
θα ψηλαφήσουν το παρόν

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΛΗΣ

*

**