Day: 18.10.2024

Στ’ ἀχνάρια τοῦ Παπαδιαμάντη

*

τοῦ ΓΙΩΡΓΗ ΜΑΝΟΥΣΑΚΗ

Ἐπιλογὴ ‒Ἐπιμέλεια Ἀγγελικὴ Καραθανάση

~.~

«Ἡ ψυχή μου εὑρίσκεται εἰς τὰ μέρη ἐκεῖνα»

Ὅποιος ἀγάπησε τὸν Σκιαθίτη συγγραφέα νιώθει ἐπίμονη, ἀνησύχαστη μέσα του τὴν ἐπιθυμία: ν’ ἀξιωθεῖ νὰ πατήσει τὰ χώματα τοῦ νησιοῦ του. Εἶν’ ἕνα χρέος, κάτι σὰν τάμα ἱερό, πού, ὅσο περνᾶ ὁ καιρὸς δίχως νὰ ἐκπληρώνεται, τόσο βαραίνει καὶ πιὸ πολὺ τὴν ψυχή. Μὰ εἶναι καὶ μιὰ νοσταλγία, μιὰ δύναμη ποὺ σὲ καλεῖ στοὺς γνώριμους τόπους, κοντὰ στοὺς ταπεινοὺς φίλους, ποὺ μαζί τους ἔζησες μιὰν ἀξέχαστη, γεμάτη ὀμορφιὰ καὶ νόημα ζωή.

Ποῦ ἀλλοῦ θά ’χες τὴν ἐλπίδα νὰ συναντήσεις τ’ ἀγαπημένα ἀχνάρια τοῦ κυρ-Ἀλέξαντρου, παρὰ μόνο στὴ Σκιάθο; Καὶ ποῦ ἀλλοῦ θὰ μποροῦσες νὰ περιμένεις τὸ θαῦμα νὰ δεῖς μπροστά σου ζωντανὸ καὶ χειροπιαστὸ τὸν ἐξαίσιο κι ἀνεπανάληπτο κόσμο τῶν διηγημάτων του; Τό ’χει γράψει κι ὁ ἴδιος: Ἡ ψυχή μου εὑρίσκεται εἰς τὰ μέρη ἐκεῖνα... [1]

Ξεκίνησα ἕνα πρωὶ ἀπὸ τὸ Βόλο, καλοκαίρι τοῦ 1964, μὲ τὸ βαποράκι τῆς γραμμῆς, γιὰ τὴ Σκιάθο. Τὸ καράβι μας ἔσκιζε ὀκνὰ τὰ γλαυκὰ νερὰ τοῦ Παγασητικοῦ. Περάσαμε τὸ Τρίκερι μὲ τὰ σπιτάκια του ποὺ κατηφορίζουν ἀπὸ τὴν πλαγιὰ πρὸς τὴ θάλασσα, μὲ τὸ λιμανάκι καὶ τὸ φάρο του κι ἐπήραμε νὰ καβατζάρομε τ’ ἀκρωτήρι ποὺ φρουρεῖ τὸ ἔμπα τοῦ κλειστοῦ κόλπου. Εἴχαμε βγεῖ στὸ κανάλι τῆς Σκιάθος, τ’ ἀνοιχτὸ στὸ πέλαγος, ποὺ τὸ δέρνουνε πάντα τὰ μελτέμια. Τὰ δυὸ μίλια του τὰ περάσαμε χορεύοντας στὰ βαθύμπλαβα νερά. Ὅμως ἀντικρίζαμε πιὰ τὴν ὡραίαν καταπράσινην νῆσον, ὅπου ἦτον ὡς παράδεισος φυτευμένος ἀνάμεσα εἰς τὰ τέσσαρα πέλαγα τὰ ὁποῖα τὴν ἔβρεχον ὡς οἱ τέσσαρες ποταμοὶ τὸ πάλαι τὸν κῆπον τῆς Ἐδέμ. [2]

Κάπου τρία τέταρτα πλέαμε ἔχοντας ἀριστερά μας τὶς σκιαθίτικες ἀκρογιαλιές, ὥσπου νὰ ρίξομε ἄγκυρα στὸ φυσικὸ λιμάνι τῆς πολίχνης, τριγυρισμένο ἀπὸ πράσινα νησιά, ἥσυχους κοιμισμένους κόρφους, κάβους κατάφυτους ἀπὸ πεῦκα. Μπροστά μας, μὲ τὰ σπίτια της ἀραδιασμένα στὸ γύρο τῆς θάλασσας κι ἀνεβασμένα στοὺς χαμηλοὺς λόφους της, μᾶς καλωσορίζει ἡ μικρὴ πολιτεία τῆς Σκιάθος. Χρώματα φωτεινά, πεντακάθαρα, ξαφνιάζουν εὐχάριστα τὸ μάτι: τὸ κάτασπρο τῶν τοίχων, τὸ κόκκινο τῶν κεραμιδιῶν, τὸ πράσινο τῶν δέντρων, κάποιων παραθυριῶν καὶ τῶν ἁπλωμένων τεντῶν τῆς παραλίας. (περισσότερα…)