Παγκόσμια Ημέρα της Ελληνικής Αγλωσσίας

*

Λογοθεσίες από τον
ΗΡΑΚΛΗ ΛΟΓΟΘΕΤΗ

*

Παγκόσμια Ημέρα της Ελληνικής Αγλωσσίας

Μια άγνωστη, μ’ αρχοντικό παράστημα κυρία, που εμφανίζεται απρόοπτα κι αποχωρεί πριν λήξει η τελετή, πάντοτε προξενεί μια αναστάτωση στους τεθλιμμένους συγγενείς. Ποιά είν’ η ξένη, τι γυρεύει στην κηδεία; ρωτάνε οι νεότεροι με διόλου αθώα απορία. Μα οι παλιότεροι εκεί, φίλοι στενοί του μακαρίτη, ξέρουν πολλά για τον δεσμό με την κυρία — μια σχέση αποκηρυγμένη προ πολλού — και δεν μιλούν να μη ταράξουν την ησυχία του νεκρού. Θυμούνται όμως την εξαίσια καλλονή που τον συνόδευε στα μακρινά ταξίδια του από τη Σμύρνη και την Αλεξάνδρεια ως την Οντέσσα και την Πάφο, πριν ο καλός τους φίλος προσβληθεί απ’ τη βαριά αγγλοφρένεια που τον οδήγησε ως τον τάφο. Πίνουν σκυφτοί κονιάκ, πικρό καφέ, misunderstanding, τζάμπα εφέ, ήρθε η άμοιρη σε λάθος κηδεία, λένε στη χήρα από την Ιγγλιτέρα για ν’ αποσείσουν πάσα υποψία ετέρα.

~.~

Μανίκια!

Ο μαιτρ της υψηλής ραπτικής Κρίστομπαλ Μπαλενσιάγκα παρασύρθηκε κάποτε από μια δελεαστική προσφορά και δέχθηκε να συνθηκολογήσει με το πρετ α πορτέ σχεδιάζοντας τις στολές των αεροσυνοδών της Air France. Τα κορίτσια όμως παραπονέθηκαν γιατί τα μανίκια, ψηλά στους ώμους, ήταν στενά και δυσκολεύονταν όταν σήκωναν τα χέρια να τακτοποιήσουν τις χειραποσκευές των επιβατών και να κλείσουν τα ντουλαπάκια. Ο μαιτρ προβληματίστηκε με την αποτυχία του, ειδικά επειδή τα μανίκια ήταν ένα σημείο με το οποίο είχε μακρά εμμονή — και τότε ένας συνεργάτης του τον παρηγόρησε: Μέχρι τώρα σχεδίαζες για κυρίες που δεν σηκώνουν τα χέρια ψηλά!

Ορισμένοι απαιτητικοί συγγραφείς βρίσκονται σε παρόμοια θέση. Όσο κι αν κάνουν κάποιες ατυχείς απόπειρες να εκλαϊκεύσουν το ύφος τους, αδυνατούν να εξασφαλίσουν στο ευρύτερο κοινό άνετη πρόσβαση στα κείμενά τους. Το ύψος είναι μανίκι – κι αυτοί έχουν συνηθίσει να γράφουν για αναγνώστες που δεν σηκώνουν ψηλά τα χέρια στα δύσκολα.

~.~

Περί της ηθικής αφυπνίσεως των παίδων

Τα παιδιά μπορεί να διαστραφούν ανεπανόρθωτα βλέποντας παλιές τηλεοπτικές σειρές όπου ένα κουτσό γατάκι αποκαλείται κουτσό ή διαβάζοντας σ’ ένα βιβλίο κακές λέξεις όπως άσχημος ή χαζούλης αλλά μπορούν σχεδόν ανενόχλητα να τραμπουκίζουν τους αδύναμους συμμαθητές τους ή να ανταλλάσσουν στην αυλή του σχολείου βιντεάκια με εξευτελιστικούς ξυλοδαρμούς και ομαδικούς βιασμούς. Εξορίζουμε από τα τραγούδια μειωτικούς χαρακτηρισμούς για τις εύσαρκες κυρίες αλλά αδιαφορούμε για το ότι τα παιδιά κορδακίζονται νυχθημερόν με τους στίχους της βρώμικης τραπ. Πιστεύουμε ότι τα βλαστάρια μας κινδυνεύουν να διαφθαρούν αν ακούσουν την λέξη πηδηχτούλα αλλά μπορούν να διασπείρουν, προς τέρψη των φίλων τους και συμμόρφωση των θυμάτων, υλικό εκδικητικής πορνογραφίας. Λογοκρίνουμε τις όμορφες ερωτικές σκηνές στη λογοτεχνία αλλά διαμαρτυρόμαστε όταν τα παιδιά αναζητούν το αντίδοτο της ελλείψεώς τους στην πιο χυδαία εκδοχή της σεξουαλικότητας. Ακρωτηριάζουμε από τα μυθιστορήματα τις απρεπείς εκφράσεις αλλά ανεχόμαστε να παρακολουθούν ως το ξημέρωμα στην τηλεόραση φρικαλέες πράξεις και αδυσώπητους ακρωτηριασμούς. Φρικιούμε με τα παλιά ζοφερά παραμύθια και σερβίρουμε στους εφήβους ανοστόγλυκα ψευδοοικολογικά υποκατάστατα ελπίζοντας να γεμίσουν τύψεις επειδή δεν αγαπούν αρκετά τα φασολάκια – αλλά θεωρείται προσβλητικό για την προσωπικότητά τους να ψάχνουμε στις τσάντες τους για μαχαίρια. Άλλωστε δεν τα έχουν για να καθαρίζουν φασολάκια αλλά μόνο για να μαχαιρώνουν συνομηλίκους τους. Ενισχύουμε υπογείως την πεποίθηση ότι άμα έχεις λεφτά κάνεις ό,τι γουστάρεις και απορούμε όταν φτιάχνουν συμμορίες και τσακίζουν στο ξύλο όποιον μπορούν για δέκα ευρώ κι ένα κινητό. Τα μαλώνουμε τρυφερά όταν συλληφθούν να διαπράττουν ωμότητες αλλά φροντίζουμε να αποφύγουν τις συνέπειες και ενισχύοντας έτσι το αίσθημα της ατιμωρησίας τα εξωθούμε στο έγκλημα.

Γενικότερα: ηθικολογούμε υποκριτικά αλλά τα παιδιά παίρνουν παράδειγμα από την κυνική καθημερινή μας πρακτική. Μπορεί βέβαια αυτή η διμούτσουνη παιδαγωγική πολιτική να μην αποφέρει παρά τα αντίθετα των επιδιωκόμενων αλλά εμείς οφείλουμε να επιμείνουμε. Διότι είναι γνωστό πως ένα παπούτσι που σε χτυπάει το τιμωρείς – εξακολουθώντας να το φοράς μέχρι να πάθεις γάγγραινα και να σου κόψουν το πόδι!

~.~

Σκηνοθέτες δυσκοίλιοι

Υπάρχουν σκηνοθέτες που εμπιστεύονται τους ηθοποιούς. Αξιοποιούν προς όφελος της παράστασης την ιδιοσυστασία του καθενός και εναρμονίζουν τα αποκλίνοντα υποκριτικά τους χαρακτηριστικά σε συλλογική σκηνική δράση. Οι φορμαλιστές απεναντίας είναι μανιακοί της λεπτομέρειας. Στήνουν αυστηρά γεωμετρημένες παραστάσεις και είναι άτεγκτοι με τους συνεργάτες τους. Γι αυτούς το θέατρο είναι εικαστική κατασκευή που οφείλει να είναι στέρεη, στιλπνή και ευθυγραμισμένη σαν την Νευτώνεια φυσική. Και οι δύο συνομοταξίες μπορούν, με τους δικούς της όρους η καθεμία, να πετύχουν καλό αποτέλεσμα. Υπάρχει όμως και μία τρίτη, βαθιά ψυχαναγκαστική κατηγορία. Πρόκειται για τους δυσκοίλιους σκηνοθέτες που ενώ ευαγγελίζονται το χάος, εκδίδουν διαταγές για να το δαμάσουν. Επενδύουν, χάριν εντυπωσιασμού, στην ασυναρτησία και ταυτόχρονα περιορίζουν τη δυναμική της σε στρατιωτικό βηματισμό. Γεμίζουν τη σκηνή με ανάκατα αντικείμενα και παράλληλα απαιτούν από ηθοποιούς ντυμένους αλλοπρόσαλλα να κινούνται με το μοιρογνωμόνιο και να χειρονομούν με ακρίβεια εκατοστού. Έτσι η σκηνοθετική αυθαιρεσία επικυρώνεται με την απόσβεση του προσωπικού σκιρτήματος των ηθοποιών. Το θέατρο όμως είναι ομαδική τέχνη ατομικών επιδόσεων και η ενορχήστρωση της παράστασης προϋποθέτει αμερόληπτο ζύγισμα και των δυό παραμέτρων.

Ο καλός ξιφομάχος ξέρει ότι κρατώντας χαλαρά το ξίφος θα το χάσει ενώ κρατώντας το πολύ σφιχτά θυσιάζει την ευελιξία του.

~.~

Φυλακισμένα μάρμαρα

Η αρπαγή της ωραίας Ελένης είναι το εναρκτήριο λάκτισμα της Ιλιάδας και ο Τρωικός πόλεμος είναι μια εκστρατεία για την ομορφιά. Δεν περιμένει φυσικά κανείς από τους σύγχρονους πολιτικούς της αρπαχτής να σηκώσουν πόλεμο για την αρπαγή της ομορφιάς. Οι άνθρωποι του αναστήματός τους δεν είναι επικοί ήρωες, δεν πιστεύουν σε μύθους ούτε κυνηγούν χίμαιρες. Προσγειωμένοι και συνετοί, έχουν τα μάτια χαμηλά και δεν τα σηκώνουν προς το θάμβος, μπας και ψηλώσει ανεπίτρεπτα ο νους τους. Γι’ αυτούς, υπεύθυνη στάση σημαίνει να στέκονται υπάκουα στη γωνία με το ένα πόδι σηκωμένο – κι όταν το κατεβάζουν προσέχουν που πατάνε. Διαπραγματεύονται σοβαρά και ελίσσονται με το υποδεκάμετρο. Δεν συγχωρούν αποκοτιές ούτε παρασύρονται σε λωλάδες. Είναι πραγματιστές και απεχθάνονται τα ταραγμένα νερά. Θέλουν να κάνουν την Ελλάδα «μία γλυκειά και μεσημβρινή Ελβετία», τον εφιάλτη δηλαδή του Θεοτοκά στο «Ελεύθερο Πνεύμα». Μία μακρά παράδοση στην πολιτική της επαιτείας κάνει και τα ελάχιστα σκιρτήματα προς μία στρατηγική άμεσων απαιτήσεων να μοιάζουν αδέξια και αχαμνά. Η γραμματική τους άλλωστε είναι για κλάματα, μπερδεύουν τα ρήματα και θεωρούν ότι το γλείφω με το γλύφω, επειδή είναι ομόηχα είναι και συνώνυμα. Δεν ξεχωρίζουν επομένως το γλείψιμο των ισχυρών της ημέρας από τη γλυφή του αιώνιου και πανίσχυρου κάλλους. Έτσι γονατίζουν μπροστά στη ζυγαριά του νομικισμού, μετρούν τις πιθανότητες και βρίσκουν τις δυνατότητες ελλιποβαρείς. Κινούνται στα όρια του εφικτού χωρίς να υποπτεύονται, οι φουκαράδες, ότι μονάχα το άλμα στο ανέφικτο μπορεί να φέρει εφικτά αποτελέσματα. Και οι γραικύλοι τους ακολουθούν. Υποψιθυρίζουν πως τα μάρμαρα δεν τρώγονται και μ’ αυτή την τόσο πρωτότυπη διαπίστωση για μαξιλάρι, κοιμούνται ήσυχοι.

Έλα όμως που υπάρχουν και οι φεγγαριασμένοι, οι σαλοί και οι απροσάρμοστοι. Όσοι ελπίζουν στη νικητήρια ιαχή της ομορφιάς. Όσοι λογιάζουν πως είναι καλύτερα τα μάρμαρα να μείνουν φυλακισμένα στο ξένο μαυσωλείο παρά να γυρίσουν με την καταβολή λύτρων ή την ομηρία άλλων αγαλμάτων. Όσοι παραφρονούν και ουρλιάζουν πως κάθε διαπραγμάτευση με τους άρπαγες πρέπει να διακοπεί οριστικά και η πρεσβεία της Τροίας στην Αθήνα να κλείσει δια παντός.

~.~

Ώστε ανελλήνιστοι δεν είμεθα, θαρρώ.

Έχοντας την ίδια πεποίθηση με τον ποιητή, παρακολουθώ με κομμένη ανάσα τις σφοδρές αντιδράσεις που πυροδότησε η θρασύτατη και γελοία μετονομασία του Αρχείου Καβάφη σε ONASSIS KAVAFY ARCHIVE! Ευτυχώς αυτά συμβαίνουν μόνο εν μικρά αγγλοφρενή αποικία, διότι όχι μόνο η ασχημία δεν πέρασε απαρατήρητη αλλά σύσσωμο το έθνος εξεγέρθηκε απέναντι σε τούτη την ιδιωτική πρωτοβλακεία. Οι πολιτικοί όλων ανεξαιρέτως των κομμάτων και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, οι δημοσιογράφοι των καναλιών, οι εκδότες των εφημερίδων και τα λογοτεχνικά σωματεία, εκδήλωσαν ομοθυμαδόν την αγανάκτησή τους και κατέβηκαν επικεφαλής μυριάδων λαού στις τεράστιες συγκεντρώσεις που τελώντας υπό την αιγίδα της Ακαδημίας Αθηνών συγκλόνισαν ολόκληρη τη χώρα. Έτσι οι Έλληνες απέδειξαν περίτρανα ότι γνωρίζουν πως επιτρέποντας την άλωση της γλώσσας τους θα χαθούν και οι ίδιοι. Ξέρουν πως πέρασαν από τους ολύμπιους θεούς στον χριστιανισμό και επιβίωσαν σε ποικίλες καθεστωτικές μεταβολές. Από την πόλη-κράτος στα ελληνιστικά βασίλεια, από τη ρωμαιοκρατία στο Βυζάντιο, από την Οθωμανική κυριαρχία στη νεότερη ελληνική Πολιτεία. Η γλώσσα τους όμως έμεινε ελληνική και χάρη σ’ αυτήν στάθηκαν όρθιοι στις αλλαξοτιμονιές της ιστορίας. Γι’ αυτό, φιλί-κλειδί με τον Διονύσιο Σολωμό, δεν έχουν τίποτ’ άλλο στο νου τους πάρεξ ελευθερία και γλώσσα!

Υ.Γ. Οι αλγεινές εντυπώσεις επιτείνονται γιατί στην είσοδο του κτηρίου που στεγάζει το εν λόγω …Archive δεν αξιώθηκαν οι άθλιοι ιθύνοντές του να προσθέσουν, έστω δίπλα στην αγγλική, και μιά επιγραφή στα ελληνικά.

~.~

Υψολάγνοι και υψιπαθείς!

Χοντρές κουβέντες λέγονται τελευταία από τους οπαδούς της αφυπνισμένης ορθοέπειας για τη χονδροειδή συμπεριφορά όσων επιμένουν να αποκαλούν τους εύσαρκους συμπολίτες μας χοντρούς. Το πάχος ωστόσο είχε σε παλιότερες εποχές και θετικές παρασημάνσεις. Υπό την απειλή της λιμοκτονίας, τα παραπανίσια κιλά πρόδιδαν υλική ευμάρεια. Η μπάκα ήταν σύμβολο αρχοντιάς και οι παχουλές περιζήτητες νύφες επειδή απομάκρυναν την υποψία της φυματίωσης. Ακόμα και σήμερα όμως, το χονδρεμπόριο δηλώνει υπολογίσιμη οικονομική επιφάνεια, οι χοντρές δουλειές χαίρουν εκτιμήσεως και οι αθλητές του σούμο επιβάλλεται να είναι χοντροί.

Τα πράγματα αντιθέτως ήταν ανέκαθεν δύσκολα για τους βραχύσωμους, που κάποιοι ανάγωγοι τους περιγράφουν ως κοντούς. Μια ιδιότητα που ασφαλώς δεν έχει τίποτε κακό αλλά παραμένει ατυχής, γιατί το ύψος κατέχει σε κάθε εποχή αδιαμφισβήτητα πρωτεία. Η Αυτού Υψηλότης ήταν τίτλος με ψηλό καπέλο ενώ η χαμηλότητα πουθενά δεν αναφέρεται τιμητικά. Το κύρος όσων επικρατούν στις ιστορικές αναμετρήσεις διατυμπανίζεται ως υψηλό και η μάχιμη ικανότητα ενός στρατού επιβεβαιώνεται ως υψηλή. Τα μεγάλα αξιώματα προσγράφονται ως υψηλά και όσοι κατέχουν επίζηλες διοικητικές θέσεις κοιτάζουν αφ’ υψηλού. Οι πολιτικοί καλούνται να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και επιβιώνουν όσοι απολαμβάνουν υψηλής δημοφιλίας. Οι αθλητές του άλματος εις ύψος αποσπούν ουρανομήκη επιφωνήματα και οι ουρανοξύστες δεσπόζουν λόγω ύψους. Οι συσκευές θεάσεως και ακροάσεως συναγωνίζονται με κριτήριο την υψηλή ευκρίνεια και την υψηλή πιστότητα. Η ευημερούσα οικονομία μιάς χώρας χαρακτηρίζεται από υψηλούς δείκτες ανάπτυξης και το μέτρο της κοινωνικής ανόδου είναι οι ψηλές πόρτες. Οι προσδοκίες των ερωτευμένων είναι πάντα υψηλές και οι απελπισμένοι αναζητούν υψηλούς προστάτες. Τα μεγάλα πνευματικά έργα είναι υψηλής πνοής, οι σεβάσμιοι στοχαστές θεωρούνται υψηλόφρονες και οι λαμπρές ιδέες λογίζονται ως υψιπετείς. Το ανώτερο επίπεδο οργάνωσης, κρατών ή εταιρειών, αναγνωρίζεται ως υψηλό και οι πύργοι, οι μιναρέδες ή τα καμπαναριά των ναών, αποθαυμάζονται για το ύψος τους. Οι θρόνοι, τα έδρανα των δικαστηρίων και οι άμβωνες των εκκλησιών στέκονται σε επιβλητικό ύψος. Ο ίδιος ο θεός ατενίζει τους πιστούς από ψηλά και κάθε ικεσία στρέφει το βλέμμα και σηκώνει τα χέρια προς υψηλούς αποδέκτες. Η έννοια του υψηλού εν γένει είναι, στη μεταφορική της διάσταση, άρρηκτα συνδεδεμένη με την ευγένεια, την ανωτερότητα, το μεγαλείο και την ισχύ. Οι προσπάθειες επομένως των «αφυπνισμένων» για την αποκατάσταση των ανισοϋψών δικαιωμάτων θα είναι βραχείας πνοής – εκτός αν καταφέρουν να ταπώσουν την πληθώρα των εκφράσεων που δεν μαρτυρούν υψηλή εκτίμηση στο χαμηλό ανάστημα.

ΗΡΑΚΛΗΣ ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ

*

*

*