Γιὰ ἕνα τοπικὸ θέατρο

*

τοῦ ΓΙΩΡΓΗ ΜΑΝΟΥΣΑΚΗ

Ἐπιλογὴ καὶ ἐπιμέλεια Ἀγγελικὴ Καραθανάση

Ὅλο καὶ πληθαίνουν οἱ εὐχάριστες εἰδήσεις: Ἡ ἑλληνικὴ ἐπαρχία ἀρχίζει νὰ ξυπνᾶ ἀπὸ τὴ μακρόχρονη νάρκη της. Ἀρχίζει νὰ παίρνει πρωτοβουλίες, δὲν τὰ περιμένει πιὰ ὅλα ἀπὸ τὴν πρωτεύουσα. Προσπαθεῖ, ἀξιοποιώντας τὶς πνευματικὲς δυνάμεις ποὺ, ἀναμφισβήτητα, διαθέτει, νὰ δημιουργήσει μιὰ δική της πνευματικὴ κίνηση. Πιστεύει πὼς εἶναι καιρὸς πιὰ ἡ Πρέβεζα τοῦ τραγικοῦ Καρυωτάκη νὰ πάψει ν’ ἀποτελεῖ τὴν ἀντιπροσωπευτικὴ εἰκόνα της.

Ἄλλωστε κι ὁ καιρὸς κι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ἀλλάξει πολὺ ἀπὸ τὸ 1928 κι ἐδῶθε. Ὅλο καὶ περισσότεροι νέοι, μὲ κάποια μόρφωση ποὺ ξεπερνᾶ τὰ στενὰ πλαίσια τῶν ἐπιστημονικῶν γνώσεων μιᾶς ὁρισμένης εἰδικότητας, ἀποφασίζουνε νὰ παραμείνουνε στὴν ἐπαρχία. Κι ὅλο καὶ περισσότεροι ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ γιὰ τὸν ἕνα ἢ τὸν ἄλλο λόγο δὲν ἀκολούθησαν ἀνώτερο κύκλο σπουδῶν, μὰ ἔμειναν στὸν τόπο τους καὶ βολευτήκανε σὲ κάποια δουλειά, νοιάζονται γιὰ ζητήματα τῆς Τέχνης καὶ γενικότερα τοῦ Πνεύματος. Ὁ ἀριθμὸς ἐκείνων ποὺ ἐνδιαφέρονται γιὰ τὴ Λογοτεχνία, τὴ Ζωγραφική, τὴ Μουσική, τὸ Θέατρο μεγαλώνει συνεχῶς.

Ἴσως ἀπ’ ὅλες τὶς μορφὲς τῆς Τέχνης τὸ Θέατρο ἔχει τοὺς περισσότερους πιστούς. Κι εἶναι φυσικὸ γιατὶ ἑνώνει τὴν ὀπτικὴ ἐντύπωση μὲ τὸ λόγο κι ἔτσι γίνεται, εὐκολοπλησίαστο ἀπὸ τὸ πλατύτερο κοινό. Τὰ πρόσωπα τοῦ δράματος ἢ τῆς κωμωδίας δὲν εἶναι ἁπλὰ δημιουργήματα τῆς φαντασίας ἑνὸς συγγραφέα, μὰ ζωντανοί, χειροπιαστοὶ ἄνθρωποι ποὺ κινοῦνται καὶ ζοῦνε μπροστὰ στὰ μάτια μας. Ὁ φόβος πὼς ἡ διάδοση τοῦ κινηματογράφου θὰ καταργοῦσε τὸ θέατρο, ἀποδείχτηκε ἀβάσιμος. Τὸ δεύτερο τοῦτο μὲ τὴν ποιότητα τοῦ λόγου του καὶ μὲ τὴν ἀμεσότερη ἐπαφὴ τοῦ ἠθοποιοῦ μὲ τὸ θεατὴ ἔχει τὴ δική του ξεχωριστὴ ἀξία ποὺ δὲ μπορεῖ νὰ τὴ μειώσει ἢ νὰ τὴ σφετεριστεῖ ὁ κινηματογράφος. Κι αὐτὸ τὸ νιώθει ἀκόμη κι ὁ μέσος, δίχως σπουδαία αἰσθητικὴ παιδεία, ἄνθρωπος τῆς ἐπαρχίας ποὺ τρέχει νὰ δεῖ θέατρο μόλις ἐπισκεφτεῖ κάποιος θίασος τὴν πόλη του, ἀδιαφορώντας συχνὰ γιὰ τὸ ἔργο καὶ γιὰ τοὺς ἠθοποιούς: Τοῦ ἀρκεῖ ποὺ θὰ δεῖ τὸ θέατρο.

Ὑπάρχει, λοιπόν, στὶς ἐπαρχιακὲς πόλεις μιὰ δίψα γιὰ τοῦτο τὸν τομέα τῆς Τέχνης. Μιὰ δίψα ἀρκετὰ ἔντονη ποὺ δὲ μποροῦνε νὰ τὴν ἱκανοποιήσουν οἱ δυὸ τρεῖς θίασοι τοῦ κέντρου μὲ τὶς λιγοστὲς παραστάσεις τους κάθε χρόνο. Δὲ θά ’τανε τάχα δυνατὸ τούτη τὴν ἔλλειψη νὰ τὴν ἀναπληρώσει ἡ ἴδια ἡ ἐπαρχία, ὣς ἕνα σημεῖο;

Αὐτὸ τὸ ἐρώτημα τὸ σκέφτηκε μιὰ ὁμάδα ἀπὸ ἀνθρώπους τῆς πόλης μας, τὸ κουβέντιασε καὶ βρῆκε πὼς μπορεῖ, χωρὶς πολλοὺς δισταγμούς, νὰ δώσει μιὰ ἀπάντηση θετική. Ὑπάρχει στὸ χανιώτικο κοινὸ μιὰ ἰδιαίτερη δίψα γιὰ τὸ θέατρο. Ὑπάρχει στὰ Χανιὰ τὸ ἔμψυχο ὑλικὸ τὸ κατάλληλο νὰ σηκώσει τὸ βάρος μιᾶς παράστασης,[1] ὅπως ἔχει ἀποδειχτεῖ κι ἀπὸ παλιότερες προσπάθειες. Κι ὑπάρχει ἡ ἀγάπη γιὰ τὸ θέατρο κι ὁ ἐνθουσιασμὸς μιᾶς ὁμάδας ἀνθρώπων. Τοῦτα τὰ τρία εἶναι στοιχεῖα σίγουρα, ποὺ πάνω τους μπορεῖ νὰ θεμελιωθεῖ ἕνα βιώσιμο τοπικὸ ἐρασιτεχνικὸ θέατρο. Σ’ αὐτὸ προστίθεται κι ἕνα τέταρτο, ὄχι μικρότερης σημασίας: Ἡ κίνηση αὐτὴ γιὰ τὴ δημιουργία ἑνὸς χανιώτικου ἐρασιτεχνικοῦ θεάτρου παρουσιάζεται κι εἶναι μιὰ μορφὴ δράσης ἑνὸς Φιλολογικοῦ Συλλόγου μὲ τὴ σοβαρότητα καὶ τὴν παράδοση τοῦ «Χρυσοστόμου».

Ἐκεῖνοι ποὺ εἴχανε τὴν πρωτοβουλία γιὰ μιὰ τέτοια προσπάθεια ἔχουν ὑπ’ ὄψη τους τὶς δυσκολίες ποὺ πρόκειται ν’ ἀντιμετωπίσουνε. Ὅμως τοὺς περισσεύει ἡ πίστη στὸ ἔργο ποὺ ἀρχίζουνε. Τὸ ἐρασιτεχνικὸ θέατρο, ποὺ ἔχει τόση διάδοση καὶ τόση ἐπιτυχία, προπάντων στὶς μικρὲς πόλεις τῆς Εὐρώπης καὶ τῆς Ἀμερικῆς, γίνεται τὰ τελευταῖα χρόνια μιὰ πραγματικότητα καὶ γιὰ τὴν ἑλληνικὴ ἐπαρχία.

Τὰ Χανιὰ δὲν πρέπει νὰ ὑστερήσουνε σὲ τοῦτο τὸν τομέα. Κι εἶναι τοῦτο βέβαιο πὼς κάτω ἀπὸ τὴν αἰγίδα τοῦ «Χρυσοστόμου» μὲ τὴν κατάλληλη πλαισίωση καὶ μὲ τὴ συμπαράσταση τοῦ κοινοῦ, ἡ προσπάθεια ποὺ ἀρχίζει τοῦτο τὸν καιρὸ στὴν πόλη μας θὰ στεριώσει καὶ θά ’χει μακρόχρονη συνέχεια καὶ πλούσιους καρπούς.[2]

~.~

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑΣ
Πρώτη δημοσίευση Κῆρυξ Χανίων 28.1.1962.
[1] Ἕνα τέτοιο βάρος σηκώνει πετυχημένα στὰ Χανιὰ τὰ τελευταῖα 25 χρόνια ἡ Ἑταιρεία Θεάτρου «Μνήμη» στὸ θέατρο Κυδωνία, ὅπου λειτουργεῖ καὶ τριετοῦς φοίτησης δραματικὴ Σχολή.
[2] Ὁ καρπὸς τῆς προσπάθειας ἦταν ἡ δημιουργία τῆς Ἑταιρείας Θεάτρου Κρήτης (ΕΘΕΚ) τὸ 1972 ποὺ μετεξελίχθηκε καὶ λειτουργεῖ μέχρι σήμερα ὡς Δημοτικὸ Περιφεριακὸ Θέατρο Κρήτης (ΔΗΠΕΘΕΚ).

~.~

*