Month: Ιουλίου 2023

Τι συμβαίνει στο σώμα όταν πεθαίνει

*

Είπαν ότι το βάρος της ψυχής είναι 21 γραμμάρια όταν εγκαταλείπει το σώμα
Και ότι οι νεκροί γνωρίζουν ότι έχουν πεθάνει
Για λίγα δευτερόλεπτα ακόμη
Αφού το σώμα έχει ξεψυχήσει.
Τι είναι όμως ο θάνατος;
Σώμα, ψυχή, εγκέφαλος, συνείδηση;
Γι’ αυτούς που μένουν ο θάνατος είναι απουσία.
Το ξαφνικό σβήσιμο μιας λάμπας που κάηκε.
Αφήνοντάς σε να κοιτάς το φωτιστικό αναμένοντας να ανάψει πάλι.
Γι’ αυτόν που φεύγει
Κανείς δεν ξέρει.
Το όπιο της αθανασίας κρατά τους ζωντανούς από την θλίψη.
Εγώ σε φιλώ
Και τα παγωμένα μου χείλη από το μέτωπό σου
Και τα ζεστά μου χέρια κρατώντας την καρδιά σου
Πάνω από το λευκό λινό φόρεμά σου
Θα είναι η τελευταία ανάμνηση
Μέχρι να έρθω να σε βρω.

ΝΙΚΟΛΕΤΑ ΚΟΥΤΗ

*

Μάρτιν Βάλζερ, Η υπεράσπιση της παιδικής ηλικίας

MARTIN WALSER, 1927-2023

*

Μη μου αποσπάς το παιδί απ’ τα διαβάσματά του, είπε στη γυναίκα του ο Γκούσταφ Ντορν στον Σταθμό της Νόυστατ. Θα ήταν παράξενο αν μετά απ’ αυτό έμεναν μαζί ώσπου νά ’ρθει το τραίνο του Άλφρεντ· ήταν ήδη πολύ χολωμένοι. Για τον Άλφρεντ ήταν ασφαλώς μια ικανοποίηση που ο πατέρας του είχε έρθει ώς τον σταθμό για να τον κατευοδώσει. Είχαν περάσει κιόλας τρία χρόνια από τότε που ο πατέρας είχε εγκαταλείψει το σπίτι της οδού Αμ Μπάουερνμπους και είχε βολευτεί στο ιατρείο του, στην αντίπερα όχθη του Έλβα, στη Σίλλερπλατς. Στο μεταξύ είχε βάλει μπροστά τη διαδικασία του διαζυγίου, στο οποίο η μητέρα εξακολουθούσε να μη συναινεί. Ο Άλφρεντ δεν έπρεπε ν’ αφήσει ούτε τον ένα, ούτε τον άλλο να προσέξουν ότι η παρουσία του πατέρα τον χαροποιούσε. Ίσως μάλιστα να στενοχωριόταν κάπως που ήταν αναγκασμένος να του φέρεται όπως του φερόταν η μητέρα. Γιατί εκείνη πρόσεχε αμέσως και την παραμικρή παρασπονδία, κι αυτό την έκανε να υποφέρει αβάσταχτα. Αλλά και η ίδια θα πρέπει να ένιωσε κάποια ικανοποίηση που ο άντρας της, ο οποίος τώρα συζούσε με μια συνάδελφό του, είκοσι χρόνια νεότερη, είχε έρθει τελικά να αποχαιρετήσει τον γιο. Όμως η ικανοποίηση παρέμενε τέτοια, μόνο όσο μάνα και γιος έδιναν στον άντρα να καταλαβαίνει ότι απ’ αυτούς δεν είχε τίποτα άλλο να περιμένει παρά περιφρόνηση. Αν ο γιος δειχνόταν συγκινημένος, αν μάλιστα έπεφτε στην πατρική αγκαλιά, ο πατέρας ίσως να το περνούσε αυτό για επιτυχία, και επιτυχία του πατέρα σήμαινε αποτυχία της μητέρας, και ο Άλφρεντ όφειλε να προστατεύσει τη μητέρα του από κάτι τέτοιο. Έτσι περιορίστηκε σ’ έναν μορφασμό των φρυδιών κι άφησε τη θερμή χειραψία του πατέρα δίχως ανταπόδοση. Η μητέρα θα το πρόσεχε αν είχε ανταποδώσει την εγκαρδιότητα της πατρικής χειραψίας. Ο Άλφρεντ δεν ήθελε να γελάσει τη μητέρα του ούτε στο παραμικρό. Ήθελε να είναι ένα μαζί της. Ιδίως μπροστά στον πατέρα. Ο Άλφρεντ αναλογίστηκε ίσως τα λόγια της. Στο τέλος τίποτα δεν μου ξεφεύγει εμένα. Λόγια τόσο αλησμόνητα σαν κι εκείνο το: μη μου αποσπάς το παιδί απ’ τα διαβάσματά του. Ο Άλφρεντ εκείνη τη στιγμή ήταν πράγματι πιστός στη μητέρα του, κι όχι μόνο επειδή ανησυχούσε μην αποκαλυφθεί. Όσα τον χώριζαν από τον πατέρα ήταν ευκρινέστερα απ’ όσα τους συνέδεαν. Ήταν το ίδιο λεπτός και ψηλός μ’ εκείνον, αν τον έβλεπες μάλιστα από μπροστά είχε το στενό του πρόσωπο, τα προφίλ τους ωστόσο ήταν μεταξύ τους ξένα. Η μητέρα συνήθιζε να λέει κάθε φορά που του χαϊδολογούσε ή του διόρθωνε τα μαλλιά: ΕΚΕΙΝΟΣ υποφέρει που δεν έχει ένα τέτοιο κεφάλι. ΕΚΕΙΝΟΣ: έτσι αποκαλούσε ανέκαθεν τον πατέρα. Για τον Άλφρεντ ήταν αρκετό να θυμηθεί το πρωτοχρονιάτικο γράμμα του πατέρα για να νιώσει την πραγματική απόσταση που τους χώριζε. Το είχε πάρει μαζί του στο Βερολίνο απ’ τη Δρέσδη. Αισθανόταν την ανάγκη να το διαβάζει διαρκώς για να νιώθει διαρκώς να φουντώνει μέσα του ο αντίλογος σ’ όλα όσα ο πατέρας τού έγραφε: υπεύθυνος για την αποτυχία του Άλφρεντ στις πτυχιακές εξετάσεις, υπεύθυνος για τη νέα αποτυχία του στις επαναληπτικές εξετάσεις ήταν ο Άλφρεντ και μόνο ο Άλφρεντ, επειδή δεν έλαβε υπόψη του τις προειδοποιήσεις του πατέρα. Η μαλθακότητά σου θα σου στοιχίζει πάντοτε την επιτυχία. Η πατρική προφητεία πρέπει να φάνηκε στον Άλφρεντ αναιδής. Ο χαρακτηρισμός του Άλφρεντ γι’ αυτήν ήταν θράσος. Το να παραπαίρνει κάποιος αέρα, αυτό ο Άλφρεντ το ονόμαζε θράσος. Ο κ. Πατέρας γνώριζε για ποιον λόγο ο Άλφρεντ απορρίφθηκε στη Λειψία δύο φορές. Αστικό Δίκαιο: καλώς. Ποινικό Δίκαιο: καλώς. Κοινωνικές επιστήμες: ανεπαρκώς. Θέμα: Ο οικονομικός σχεδιασμός στη Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία. Η κριτική της εξεταστικής επιτροπής: ο Άλφρεντ Ντορν δεν έλαβε υπόψη του τον ηγετικό ρόλο του κράτους στον οικονομικό σχεδιασμό, ως εκ τούτου: απορρίπτεται. Ο πατέρας γνώριζε καλά τα γεγονότα, ακόμη κι αν δεν τον βασάνιζαν τόσο συχνά όσο το γιο. Ο Γκούσταφ Ντορν είχε προσχωρήσει το 1945 στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα και όταν το 1946 οι Σοσιαλδημοκράτες εξαναγκάστηκαν να συγχωνευθούν με τους Κομμουνιστές στο Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα, δεν ανήκε σ’ εκείνους που αποχώρησαν διαμαρτυρόμενοι. Απέναντι στην οικογένεια αιτιολόγησε τη στάση του λέγοντας ότι τα φρονήματά του ήταν ανέκαθεν σοσιαλιστικά. Κοινωνικά εννοείς, είχε πει ο Άλφρεντ. Κάθε φορά που ο πατέρας κατηγορούσε τον Άλφρεντ για μαλθακότητα, ο Άλφρεντ σκεφτόταν ότι ο Φρειδερίκος, ο αργότερα Μέγας, είχε κι αυτός στα νιάτα του έναν αγροίκο πατέρα που τον αποκαλούσε θηλυπρεπή. Ο Άλφρεντ δεν είχε κλείσει τους λογαριασμούς του μ’ εκείνο το πρωτοχρονιάτικο γράμμα. Αντί να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων, ο πατέρας καταφεύγει στο πιο βλακώδες απ’ όλα τα τερτίπια των γονιών, αυτό του μάντη κακών. Ο Άλφρεντ ένιωθε αδύναμος απέναντι στις προφητείες. Οι προφητείες τον παρέλυαν. Το να του προφητεύεις κάτι ήταν γι’ αυτόν σαν να το κακομελετάς. Αυτό όφειλε να το γνωρίζει ένας πατέρας. Έπρεπε να μάθει να αμύνεται ενάντια στις πατρικές προφητείες.

Ο πατέρας δεν ήξερε ίσως ότι ο Άλφρεντ και η μητέρα τον συνόδευσαν με το βλέμμα τους ωσότου χάθηκε. Ο Γκούσταφ Ντορν φορούσε κείνο το χειμωνιάτικο πανωφόρι που στην οικογένεια το έλεγαν παλτό και ενέπνεε τον σεβασμό με τον φαρδύ γούνινο γιακά του. Επειδή ήταν νωρίς το πρωί, ο Γκούσταφ Ντόρν θα πέρασε μάλλον με το παμπάλαιο Στάγερ του από την Αυγούστεια Γέφυρα που στο σπίτι των Ντορν δεν την αποκάλεσαν ποτέ Γέφυρα Δημητρώφ. ο πατέρας προσπάθησε βέβαια να επιβάλλει το Δημητρώφ, αλλά δεν το κατόρθωσε ούτε στον ίδιο του τον εαυτό. Ο πατέρας πήγαινε στο ιατρείο του. Το ότι δεν πήγαινε τώρα στην είκοσι χρόνια νεότερη Γιούντιτ Τσεμλίνσκι, που μπορεί και να μην είχε σηκωθεί ακόμη απ’ το κρεβάτι, ίσως νά ’ταν μια χειρονομία εξιλέωσης προς μητέρα και γιο. Ύστερα ήρθε η ώρα του αποχαιρετισμού. Κι αφού έγινε κι αυτό κατά πως τους άρμοζε, η Μάρθα Ντορν πήρε να κλαίει. Απ’ τη μάνα της, το γένος Χέρμπεργκ, είχε κληρονομήσει μια φράση που υπογράμμιζε την έφεσή της προς το κλάμα, και που αργότερα ο Άλφρεντ τη σημείωσε επανειλημμένα: εμείς οι Χέρμπεργκ τα παραέχουμε εύκολα τα δάκρυα. Ο Άλφρεντ την πήρε φυσικά στην αγκαλιά του, δίνοντας όμως την ίδια στιγμή έναν εύθυμο ή και ευτράπελο τόνο στην αναντίρρητα βαρειά κοινή τους οδύνη. Τέτοιος ήταν ο τρόπος του. (περισσότερα…)

Μάρτιν Βάλζερ (1927-2023)

*

«Ένας άνθρωπος που ήταν η Γερμανία η ίδια». «Μια μορφή του αιώνα». «Ο μεγάλος συγγραφέας των ταπεινών ανθρώπων». «Γραφομανής», «προβοκάτορας», «ταχυδακτυλουργός της γλώσσας», ο «έσχατος μεγάλος της μεταπολεμικής γερμανικής λογοτεχνίας». Με αυτά τα λόγια αποχαιρέτησαν τα ΜΜΕ της πατρίδας του τον Martin Walser, που πέθανε χθες σε ηλικία 96 ετών.

Πλάι στους συνομηλίκους του Χανς Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ και Γκύντερ Γκρας, ο Βάλζερ μεσουράνησε στα γερμανικά γράμματα για μισό και πλέον αιώνα. Περισσότερο από κάθε άλλον ομότεχνό του, στάθηκε ο χρονικογράφος της Γερμανίας του Μεταπολέμου. Οι εύθραυστοι ήρωες των βιβλίων του είναι τα άτομα μιας κοινωνίας ευημερούσας αλλά κατά κανένα τρόπο απελευθερωμένης. Θηρευτές της επιτυχίας μέσα σε ένα περιβάλλον ανελέητα ανταγωνιστικό, καλούνται στο τέλος να καταβάλουν το βαρύ προσωπικό τίμημα που συνεπάγεται η προσαρμογή τους σ’ αυτό.

Εξίσου αιχμηρός με τον πεζογράφο Βάλζερ, ήταν ανέκαθεν και ο διανοούμενος Βάλζερ. Οι τοποθετήσεις του πάνω στο γερμανικό παρελθόν και παρόν έδωσαν συχνά τροφή σε παθιασμένες δημόσιες έριδες, που ο απόηχός τους κρατάει ακόμη.

Ο Βάλζερ γεννήθηκε το 1927 στο Βάσσερμπουργκ, στις όχθες της λίμνης της Κωνσταντίας. Το πολυσχιδές έργο του (μυθιστορήματα, δράματα, δοκίμια) περιλαμβάνει πολλές δεκάδες βιβλία. Τιμήθηκε μεταξύ άλλων με το σημαντικότερο γερμανικό λογοτεχνικό έπαθλο, το Βραβείο Μπύχνερ (1981), και με το Βραβείο Ειρήνης της Ένωσης Γερμανών Βιβλιοπωλών (1998). Ήταν πολλές φορές υποψήφιος για to Βραβείο Νομπέλ.

Επισκέφθηκε αρκετές φορές την Ελλάδα, την οποία και παθιασμένα υπερασπίστηκε στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης της προηγούμενης δεκαετίας, όταν τα γερμανικά ΜΜΕ πρωτοστατούσαν στις επιθέσεις εναντίον της. Ως μεταφραστής του, είχα την ευκαιρία να τον παρουσιάσω σε μια από αυτές, στο Ινστιτούτο Γκαίτε Αθηνών, τον Μάιο του 2009. Την παρακάτω συνέντευξη του την πήρα για λογαριασμό της Καθημερινής στο πρώτο του ταξίδι στη χώρα, τον Ιούλιο του 2001. Τον θυμάμαι στο λόμπυ του Σαιντ Τζωρτζ τη μια να παραμιλάει για τις Έξι νύχτες στην Ακρόπολη του Σεφέρη που διάβαζε τότε («Τι βιβλίο! Τι βιβλίο!») ή για τους μεγάλους ύμνους του Χαίλντερλιν, και την άλλη να μαίνεται για την υποκρισία κάποιων συμπατριωτών του διανοουμένων και την καταλεηλάτηση της Ανατολικής Γερμανίας από τα οικονομικά συμφέροντα.

Τελευταία φορά βρεθήκαμε το 2013. Τα χρόνια είχαν ήδη βαρύνει επάνω του, η φωνή του φορές φορές γλιστρούσε στον ψίθυρο, το ασημογάλανο βλέμμα του όμως φανέρωνε ακόμη όλη τη δύναμη και τη φλόγα του ανθρώπου.   —  ΚΚ

~.~

ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗΣ: Οι συγγραφείς είναι μελετητές της ανθρώπινης συμπεριφοράς, γράφετε κάπου. Αντικείμενό τους είναι οι ίδιοι.

ΜΑΡΤΙΝ ΒΑΛΖΕΡ: Έτσι είναι. Όμως αυτό δεν έχει να κάνει με αυτοβιογράφηση, πράγμα άλλωστε πολύ τετριμμένο. Το ό,τι κάτι συνέβη στην πραγματικότητα, δεν σημαίνει ότι μπορούμε να το περιλάβουμε έτσι αχώνευτο σ’ ένα βιβλίο. Η ίδια η πραγματικότητα, η ζωή είναι αφόρητα τετριμμένη. Πρέπει να την αφηγηθούμε πάλι και πάλι, ώσπου να γίνει υποφερτή.

Κ.Κ.: Είναι αυτό το κίνητρό σας όταν γράφετε;

Μ.Β.: Ταξιδεύοντας με το τραίνο, μου συνέβη πολλές φορές να κάνω την ίδια παρατήρηση. Έβλεπα ανθρώπους που μόλις έβρισκαν κάθισμα κι έπαιρναν ανάσα, άρχιζαν ν’ αφηγούνται τι τους συνέβη το ίδιο εκείνο πρωί, στη Φραγκφούρτη, το Βισμπάντεν, την Κολωνία. Και είναι αυτή η αφήγηση μια πρώτη δοκιμή, ας πούμε, για την επόμενη, παραλλαγμένη αφήγηση που θα κάνουν το βράδυ στο σπίτι τους. Και κάθε φορά, με κάθε νέα αφήγηση κάνουν αυτό που έζησαν όλο και πιο υποφερτό, όλο και πιο κατανοητό για τους ίδιους. Απ’ αυτή τη διαρκώς επαναλαμβανόμενη αφήγηση ξεκινούν τα πάντα. Ακόμη και ο Όμηρος δεν είναι παρά αυτή η διαρκής ανάπλαση του παρελθόντος μέσω της αφήγησης. Φυσικά ότι απ’ όλα αυτά μπορεί να ξεπηδήσει κάτι ωραίο, η τέχνη, είναι ένα άλλο μυστικό. Όμως η απλή αυτοβιογραφία δεν αρκεί. (περισσότερα…)

Mια απέραντη τσιμεντάδα

*

ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ & ΠΑΡΑΜΟΝΙΜΑ | 07:23
Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

Ενάμιση αιώνα έζησε ο Δημοτικός Κήπος των Χανίων, έργο του θρυλικού Ρεούφ Πασά, με το χώμα του. Όχι πια. Η τελευταία «ανάπλαση» απέδωσε ό,τι αποδίδουν συνήθως οι αναπλάσεις στην Ελλάδα του 21ου αιώνα: μια απέραντη τσιμεντάδα… Δεντράκια φυλακισμένα, χοντρά μπετονένια στηθαία, μια ασπράδα εκτυφλωτική που αντανακλά τον ήλιο και τη θερμότητα και ειδικά αυτές τις μέρες διώχνει τους πάντες. Ακόμη και το χαλίκι του ιστορικού Καφενείου κάτω από τα πυκνόφυλλα δέντρα σαρώθηκε, τσιμέντο κι εκεί. Ακόμη και η παλιά κρήνη ενόχλησε και ξηλώθηκε. Πολλά δέντρα κόπηκαν κι όσα απέμειναν κλαδεύτηκαν ανηλεώς. Πώς το έγραφε ο Σεφέρης στις Μέρες του; «Προκόβουμε καταπληκτικά».

*

*

~.~ (περισσότερα…)

Ο Νίκος Παναγιωτόπουλος (1945-2023) διαβάζει Κωστή Παπαγιώργη

*

Από την εκδήλωση μνήμης «Το ΝΕΟ ΠΛΑΝΟΔΙΟΝ θυμάται τον ΚΩΣΤΗ ΠΑΠΑΓΙΩΡΓΗ». Ο Νίκος Παναγιωτόπουλος διαβάζει αποσπάσματα από το βιβλίο του Κωστή Παπαγιώργη Αλέξανδρος Αδαμαντίου Εμμανουήλ. Δευτέρα 23 Μαΐου 2016, ΡΟΜΑΝΤΣΟ, Ομόνοια.

*

*

23 Μαϊου 2016

ΤΟ ΝΕΟ ΠΛΑΝΟΔΙΟΝ ΘΥΜΑΤΑΙ ΤΟΝ ΚΩΣΤΗ ΠΑΠΑΓΙΩΡΓΗ

Φίλοι, συνοδοιπόροι και συνεργάτες του Κωστή ανθολογούν και διαβάζουν αποσπάσματα από το έργο του.

Συμμετείχαν: Γιάννης Αστερής ~ Σπύρος Γιανναράς ~ Πόπη Γκανά ~ Μιχάλης Γκανάς ~ Σωτήρης Γουνελάς ~ Σοφία Δρόσου ~ Ζυράννα Ζατέλη ~ Κατερίνα Ζαχαροπούλου ~ Δημήτρης Καράμπελας ~ Θανάσης Καστανιώτης ~ Μαρία Κελέση ~ Αντώνης Θεοχάρης Κιούκας ~ Θανάσης Κόρρας ~ Όλια Λαζαρίδου ~ Περικλής Λιανός ~ Άννα Λιδάκη ~ Ρίτα Λυτού ~ Μάρια Μπαχά ~ Έλλη Μπουμπουρή ~ Ξενοφών Μπρουντζάκης ~ Νίκος Ξυδάκης ~ Νίκος Παναγιωτόπουλος ~ Αλεξάνδρα Παντελάκη ~ Τάσης Παπαϊωάννου ~ Κωνσταντίνος Πουλής ~ Μαριαλένα Σπυροπούλου ~ Γιάννης Σταθόπουλος ~ Λεωνίδας Σταματελόπουλος ~ Γιώργος Σταματόπουλος ~ Κατερίνα Σχινά ~ Ζαχαρίας Σώκος ~ Μελίνα Τανάγρη ~ Πέτρος Τατσόπουλος ~ Δημήτρης Τομαράς ~ Τζούλια Τσιακίρη ~ Θανάσης Χατζόπουλος

Διοργάνωση: Νέο Πλανόδιον – Κωστής Κουτσουρέλης

Concept-Μοντάζ: Αντώνης Θεοχάρης Κιούκας

Βιντεσκόπηση: Αντώνης Θεοχάρης Κιούκας – Αναστασία Κιούκα

Φωτογραφίες: Αναστασία Κιούκα – Μπέσσυ Πολυκάρπου

Μουσική: Yann Tiersen – Porz Goret

*

 

*

Κόρη

*

Κείμενα – Φωτογραφίες ΗΛΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ

*

ΚΟΡΗ

Είμαστε εδώ, στο ανατολικό Κερκέτιο, στο χωριό Κόρη, πάνω από την ανοιχτή θέα του Θεσσαλικού κάμπου. Ψάχνω για Δρυίδες και Αμαδρυάδες μέσα στο σκοτεινό δάσος με τα αιωνόβια δέντρα. Αν είμαι τυχερός θα πετύχω κάποια ξεχασμένη θεϊκή οντότητα να τριγυρίζει έξω από τις σπηλαιώδεις ραγισματιές των δέντρων, προτού ο φλοιός τους τις απορροφήσει ξανά μέσα στο εφτάδιπλο παρελθόν τους. Είναι μεσημέρι πνιγμένο μέσα σ’ ένα φως όλο μυστήριο. Από στιγμή σε στιγμή θ’ ακούσω τη συνοδεία του Πάνα ή του Διονύσου. Γιατί να φοβηθώ; Είμαι τόσο πιστός. (περισσότερα…)

Ματίας Ματέους, Απολογία του Χάους

*

Μετάφραση ΜΑΡΙΑ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗ

χαίρετε τέκνα Διός, δότε δ᾽ ἱμερόεσσαν ἀοιδήν·
κλείετε δ᾽ ἀθανάτων ἱερὸν γένος αἰὲν ἐόντων,
οἳ Γῆς ἐξεγένοντο καὶ Οὐρανοῦ ἀστερόεντος,
Νυκτός τε δνοφερῆς, οὕς θ᾽ ἁλμυρὸς ἔτρεφε Πόντος.
Ησίοδος, Θεογονία (104-107)
Ψυχῆς πείρατα ἰὼν οὐκ ἂν ἐξεύροιο, πᾶσαν ἐπιπορευόμενος ὁδόν.
Ηράκλειτος (DK 22, Β45)

I

Το άσμα της κοσμογονίας
ίσως είναι ένα τέλειο διάγραμμα
με συμπαγή και σταθερή όψη
παρόλα αυτά
πάντα υπερισχύει το Χάος.

II

Η αθωότητα επιβλήθηκε
ενώ νομίζαμε πως μείναμε ανέγγιχτοι από το μεγαλείο της
λες κι η επίκληση στην Ερατώ αρκούσε
για να συντρίψει τη γενιά της.

III

Η πρόθεση να αφεθούμε
απερίσκεπτα στην Ελπίδα
–σαν μετανάστες
που διασχίζουν τη θάλασσα με βάρκα
δίχως να ξέρουν ότι την καθοδηγεί ο Χάρος–
οδηγεί την Ελπίδα
προς τα σκουπίδια μέσα στο δώρο
που έλαβε ο Επιμηθέας.

Καθώς ξεσκεπάζουμε τον φόβο
έχοντας επίγνωση πως είμαστε ευάλωτοι,
συνεχίζεται η μάταιη αποστολή
για να λυτρώσει την ύλη
κλεισμένη στο βάθος του πίθου
που έφερε η Πανδώρα.
Το χειρότερο απ’ όλα τα δεινά
ευχαριστιέται,
προσφέρει την απαραίτητη ανάσα
που αφήνει τον λαιμό
στο έλεος της λάμας. (περισσότερα…)

Παρασκευή 28 Ιουλίου | «Χρυσοβαλάντη και Ονούφρης» της Λίλας Τρουλινού

~.~

Παρασκευή 28 Ιουλίου | Παρουσίαση βιβλίου

«Χρυσοβαλάντη και Ονούφρης»
της Λίλας Τρουλινού

Η Χρυσοβαλάντη και ο Ονούφρης, ένα ζευγάρι εφήβων διδύμων, εκπληκτικής ομοιότητας και ιδανικής αυτάρκειας, δοκιμάζουν τα όρια της σχέσης τους και δοκιμάζονται στο σκληρό περιβάλλον της αγροτικής κρητικής επαρχίας. Ο μόνος δρόμος ανοικτός προς την επιθυμία είναι η μεταμόρφωση.

Για το τελευταίο βιβλίο της Λίλας Τρουλινού, μια νουβέλα για την εφηβική ψυχή και τα άχθη της ιστορίας (Περισπωμένη, 2023), θα μιλήσει η φιλόλογος Σίτσα Κοτσιφάκη. Πιάνο θα παίξει ο Νίκος Περάκης ενώ θα τραγουδήσει η μεσόφωνος Χρυσούλα Περάκη.

Αποσπάσματα από το βιβλίο θα διαβάσει ο  Μιχάλης Βιρβιδάκης.

~.~

Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη | Μέρος ΙΑ΄: Ιωάννης Γεωμέτρης | Αποδόσεις Γιώργου Βαρθαλίτη (1/2)

*

Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~

ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΥΡΙΩΤΗΣ Ο ΓΕΩΜΕΤΡΗΣ

Αποδόσεις του Γιώργου Βαρθαλίτη  [1/2]

Ένα ευρύτερο τμήμα των ποιητικών έργων του Ιωάννη Γεωμέτρη απέδωσε στη νεοελληνική για πρώτη φορά ο ποιητής Γιώργος Βαρθαλίτης (Ο τρομερός τον νου μου ο έρωτας τυφλώνει, Αρμός, 2012) τον οποίο και ευχαριστώ για την ευγενική άδεια αναδημοσίευσης εδώ. Προτίμησα να παραθέσω τις αποδόσεις του από το πιο πρόσφατο βιβλίο του Τρεις μεγάλοι Βυζαντινοί ποιητές (Αρμός, 2017), όπου συγκεντρώνει τη μεταφραστική του εργασία σε τρεις βυζαντινούς ποιητές, διότι έχει επεξεργαστεί ορισμένες μεταφράσεις του, έχοντας επιφέρει μικρές αλλαγές σε κάποιες από τις αποδόσεις των έργων του Γεωμέτρη, σε σχέση με την προηγούμενη έκδοση.

~•~

Στὴν ἀποστασία.

Αἷμα νὰ ρίξεις σὰ βροχή, οὐρανέ μου, τώρα·
τώρα ντύσου μὲ πένθιμο σκοτάδι, ἀέρα·
ἡ γῆ, ἀπ’ τὸν πόνο μὲ τὰ νύχια σου ξεσκίσου,
ξερίζωσε τὰ δέντρα, ρίξ’ τα σὰν πλεξοῦδες
καὶ βόγγηξε, σκεπάζοντας μὲ μαῦρο ροῦχο
τὸ πρόσωπό σου τώρα ἀντὶ γιὰ τὸ χορτάρι.
Δικό μας αἷμα τὴν Μικρὰν Ἀσίαν ὅλη
τὴ διαφεντεύει καὶ τὸ ξίφος διαχωρίζει,
ὠιμέ!, γονεῖς καὶ συγγενεῖς, παιδιὰ κι ἀδέρφια.
Τρέχει ὁ πατέρας νὰ σκοτώσει τὸ παιδί του·
καὶ τὸ παιδὶ μετὰ φονεύει τὸν πατέρα·
μαχαίρι βγάζει ὁ ἀδερφός, ὢ πικρὴ τρέλα,
γιὰ νὰ τὸ μπήξει μὲς στὸ στέρνο τ᾽ ἀδερφοῦ του.
Κάτω ἀπό μᾶς ἡ γῆ σπαράζεται καὶ σειέται
ἀπὸ τὸν τρόμο κι ἀπὸ πάνω μας οἱ φλόγες
τῶν κεραυνῶν κάνουνε στάχτη καὶ τὴ σκόνη.
Οἱ πολιτεῖες τῆς Ρώμης τώρα τὰ μπεντένια
σὰν κόμη ρίχνουνε στὴ γῆ καὶ σπαραγμένες
κλαῖνε πικρὰ πῶς κλαῖνε κόρες μαυροφόρες.
Οἱ Ἀγαρηνοὶ νικᾶνε· οἱ πόλεις ποὺ ἦταν πρῶτα
στὴ δούλεψή μας πληρωμὴ τώρα ζητᾶνε
κι ἀπὸ τοὺς φόνους ἐναντίον μας καὶ γλεντᾶνε.
Κι αὐτὰ συμβαίνουν ὅπου ὁ ἥλιος ἀνατέλλει.
Μὰ ποιός μπορεῖ τί γίνεται νὰ πεῖ στὴ δύση;
Σμήνη Σκυθῶν σὰν νά ᾽τανε δική τους χώρα
ἀπὸ τὴ μιὰ ἄκρη τὴ διασχίζουν ὣς τὴν ἄλλη•
καὶ σὰν τὴ γῆ ποὺ εὐγενικὰ κλαδιὰ φυτρώνει
ἄνδρες ἀτρόμητους σὰν σίδερο γενναίους
ἀπὸ τὴ ρίζα κόβουνε καὶ βρέφη ξίφη
τὰ σφαγιάζουν· κι ἄλλα τά ᾽χει ἡ μάνα ἀκόμη,
κι ἄλλα ἀναρπάζουνε τὰ βέλη τῶν ἐχθρῶν μας.
Γίνανε σκόνη κι οἱ μεγάλες πολιτεῖες.
Πῶς θὰ μπορέσω δίχως δάκρυα νὰ ἀντικρίσω
Νὰ τρέφουν ἄλογα ὅσες πρὶν ἀνθρώπους τρέφαν;
Χῶρες ὁλόκληρες καὶ τόποι πυρπολοῦνται.
Κι ἐσύ, βασίλισσά μου, ἑστία τοῦ Βυζαντίου,
ποιά συμφορὰ σὲ βρῆκε τώρα, πές μου, πόλη,
πόλις ἡ πρώτη στὰ δεινά, καθὼς πρὶν ἤσουν
ἡ πιὸ τρανὴ τῆς γῆς; Δὲν τρέμεις κάθε μέρα,
ἢ μὴ δὲν πέφτουνε τὰ βάθρα ἀπὸ τὸν τρόμο;
Δὲν εἶδες τὰ κλαδιὰ ποὺ βλάστησε ἡ ἀγκαλιά σου
νεκρὰ νὰ πέφτουνε τὰ βάθρα ἀπὸ τὸν τρόμο;
Δὲν εἶδες τὰ κλαδιὰ ποὺ βλάστησε ἡ ἀγκαλιά σου
νεκρὰ νὰ πέφτουνε στὴ μάχῃ ἀπ᾽ τὸ μαχαίρι
τῶν συγγενῶν τους, ὢ τί φρίκη! Κι ἄλλοι πάλι
καταδικάστηκαν ἐξόριστοι νὰ μένουν,
ἀντὶ στ᾽ ὡραῖα καὶ τὰ λαμπρά τους τὰ παλάτια,
σὲ ἐρημονήσια καὶ σὲ βράχια καὶ φαράγγια
κι ἐκεῖ νὰ σβήνουνε; Κι (ὢ Θεέ μου, ἐσὺ τῶν πάντων
κριτή!) γιὰ αὐτὰ κανεὶς τὴν πέτρινη καρδιά του
δὲν μαλακώνει, δὲν φιλιώνει μὲ τὸν ἄλλον,
κανεὶς τῆς σωτηρίας τὸ φάρμακο ―τὸ δάκρυ―
δὲν χύνει. Μὰ ἔγινε σκοτάδι πιὰ κι ὁ ἥλιος
καὶ τῆς σελήνης κρύφτηκε μὲ μιᾶς τὸ φέγγος
καί, νέας θρησκείας παράξενο σημάδι, ἐφάνη
καινούργιο ἀστέρι, ὅμως ἐγὼ δὲν συλλογιέμαι
μηδὲ τὴ ραθυμιά, μηδὲ τὰ κρίματά μου.
Μὰ κοίταξέ με μ᾽ οἶκτο, Λόγε,
λυπήσου μας, σταμάτα πιὰ τὴ φρίκη ἐτούτη:
σφαγές, ἁλώσεις πόλεων, μάχες, ἀνταρσίες,
φυγές, διώξεις, ἁρπαγές, ποινὲς καὶ δίκες·
λυπήθηκες τὴ Νινευὴ τὴν πολιτεία
καὶ τὸν λαὸ ποὺ τότε ἁμάρτησε, τὸ ξέρω.
Τὸ ποίμνιο ποὺ ἐξαγόρασες μὲ τὸ αἷμα σου εἶμαι,
Χριστέ μου, ἡ μάντρα σου εἶμαι· αὐτὰ ἡ δική σου πόλη,
ἡ πόλη σου βοᾶ, τῶν συμφορῶν της κοίτα
τὴν ἄβυσσον· ὣς πότε θὰ ὑποφέρει;

~•~

Τί λόγια θὰ ἔλεγε ὁ ἐν Ἁγίοις βασιλιὰς Νικηφόρος,
ὅταν ἀποκεφάλιζαν τ᾽ ἀγάλματά του.

Ναί, ξίφος τὸ κεφάλι μου τό ᾽κοψε κι ἀνδροφόνος
τὴν ἐξουσία μου ἅρπαξεν ὁ βασιλιὰς τοῦ σκότους.
Μὰ τὰ νεκρά μου ἀγάλματα γιατί συντρίβει ὁ φθόνος;
Τοῦ Φάλαρι καὶ τοῦ Ἔχετου τὴν τρέλα ξεπερνᾶτε.
Ποιό μίσος τοὺς ἀνδριάντες μου μπορεῖ ὅμως νὰ γκρεμίσει,
τὴν Κρήτη τὴν εὐγενική, τὴ λαμπερὴ τὴν Κύπρο,
καὶ τὴν ἀνίκητη Ταρσό, τῆς Κιλικίας τὰ κάστρα,
τῆς Ἀντιόχειας τὰ τειχιά, τῆς Ἀσσυρίας τις πόλεις;
Πέρσες, Φοίνικες, Ἄραβες, ἔθνη τοῦ κόσμου μύρια,
ὅλα τους στὸ κοντάρι μου γονάτισαν, λυγίσαν.
Ποιός θὰ τὰ σακατέψει αὐτά; Ρίξτε τοὺς τοίχους! Σπάστε!
Μὲς στὶς καρδιὲς ἡ εἰκόνα μου, στὶς χῶρες πάντα μένει.

~•~

Σ᾽ ἕνα στολισμένο σπαθί.

Σπαθὶ γιὰ τοὺς ἐχθρούς μας σιδερένιο·
σπαθὶ γιὰ τοὺς δικούς μας χρυσαφένιο·
σπαθὶ ἐσὺ τρομερὸ γιὰ τοὺς ἐχθρούς μας·
σπαθὶ κι ἐσὺ ἀρωγὸ γιὰ τοὺς δικούς μας·
σπαθί, ποὺ τὴν καρδιὰ δὲν κόβεις μόνον·
σπαθί, τὸ δίστομο τῆς Ρώμης ξίφος·
σπαθί, τοῦ κράτους τὰ δεινὰ ποὺ κόβεις.

~•~

(περισσότερα…)

Στο διαδίκτυο τα verba γίνονται scripta

*

Με το διαδίκτυο έχουμε την εντύπωση ότι έχουν ειπωθεί τα πάντα, έχουν γραφτεί τα πάντα, έχουν συζητηθεί τα πάντα.

Τουλάχιστον έτσι νοιώθω εγώ, όταν περνάω τον χρόνο μου στα λεγόμενα «σόσιαλ» όπου όλοι φλυαρούν αδιάκοπα γραπτώς. Εκεί αποκαλύπτονται οι ανθρώπινοι χαρακτήρες σ’ όλο το μήκος και το πλάτος τους, σ’ όλο το βάθος και τη ρηχότητά τους. Με την καλοσύνη τους ή την αφέλειά τους, με την κακία, την χυδαιότητα, την σκληρότητά τους. (Ειδικά όσοι χρησιμοποιούν ψευδώνυμο, δεν μπορούν τελικά να κρυφτούν. Θέλουν να το βροντοφωνάξουν αυτό που είναι στ’ αλήθεια, στον πυρήνα της ψυχής τους, αυτό που στην «πραγματική ζωή» έχουν καταπιέσει). Άλλοι αποδεικνύονται λογικοί, άλλοι θεότρελοι, παράφρονες. Πολλοί είναι γλυκανάλατοι, μοιράζουν σιροπιαστές ευχές και καλημέρες δεξιά κι αριστερά, επιδίδονται σε δήθεν λογοτεχνικά ή ηθογραφικά γραμμένα σχόλια, άλλοι εκτοξεύουν βρισιές και βωμολοχίες απερίγραπτες ενώ αρκετοί θεωρούν ότι έχουν αναλάβει κάποιο ρόλο καθοδηγητή ή ιεροκήρυκα της new age εποχής και μας βομβαρδίζουν με μηνύματα θετικής σκέψης και αισιοδοξίας. Για κάποιο λόγο πιστεύουν πως κατέχουν το κλειδί της δικής μας ευτυχίας.

Το διαδίκτυο είναι κυρίως ένα μέσον, στο οποίο εκθέτουμε την ματαιοδοξία μας. Πριν την εμφάνιση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης πού εκδηλώναμε αυτή την ματαιοδοξία; Πού επιδεικνύαμε την ομορφιά μας; Πού εκτονώναμε την επιθετικότητά μας; Πού διοχετεύαμε όλη μας την ανάγκη για επικοινωνία; Σχεδόν όλοι οι άνθρωποι που ξέρω, του εαυτού μου συμπεριλαμβανομένου, είναι σαν να φωνάζουμε προς τους άλλους: «προσέξτε με!» Υπάρχει μεγάλη έλλειψη προσοχής, έλλειψη αγάπης ίσως. Κανείς δεν θέλει να κρυφτεί ή να περάσει απαρατήρητος, όλοι ζητούν να τους δώσεις σημασία, το βλέπεις  στις εξυπνάδες που γράφουν, στον επιθετικό τους τρόπο, το βλέπεις ότι θέλουν να προκαλέσουν για να τους δώσεις λίγο απ’ τον χρόνο σου.

Καμμιά φορά, σπανίως, έχεις και ευχάριστες εκπλήξεις. Ένας που τον πίστευες ρηχό, αφήνει να φανεί μια βαθιά σκέψη του, ένας άλλος που τον νόμιζες αδιάφορο, αποδεικνύει με τα γραφόμενά του ότι είναι ευαίσθητος και διακριτικός. (περισσότερα…)

Δευτέρα 24 Ιουλίου | Το Κοινωνικό Ασυνείδητο στη σύγχρονη πραγματικότητα

*

ΘΕΑΤΡΟ ΚΥΔΩΝΙΑ, ΑΙΘΡΙΟΣ ΧΩΡΟΣ
ΝΥΧΤΕΣ ΤΟΥ ΙΟΥΛΙΟΥ 2023

Δευτέρα 24 Ιουλίου, 9.00 μ.μ.
Ομιλία – Συζήτηση με το κοινό

Το Κοινωνικό Ασυνείδητο
στη σύγχρονη πραγματικότητα

Ο ψυχίατρος και ψυχοθεραπευτής Κωνσταντίνος Λιόλιος σε μια συνάντηση με το κοινό αναλύει την έννοια του Κοινωνικού Ασυνειδήτου συσχετίζοντάς το με παραδείγματα και αναφορές από την ψυχοπαθολογία των ημερών μας.

Είσοδος ελεύθερη

*

Φόλκερ Γκέρχαρτ, Για την Κοινωνική Οντολογία του Παναγιώτη Κονδύλη

*

Το ακόλουθο άρθρο του Volker Gerhardt, καθηγητή της κοινωνικής φιλοσοφίας και της φιλοσοφίας του δικαίου στο Πανεπιστήμιο Χούμπολτ του Βερολίνου, πρωτοείδε το φως την 4η Μαΐου 2000 στην εφημερίδα DIE ZEIT ως βιβλιοκρισία για το τελευταίο έργο του Παναγιώτη Κονδύλη, Das Politische und der Mensch. Grundzüge der Sozialontologie, Akademie Verlag, Βερολίνο 1999. (Ελληνική έκδοση: Παναγιώτης Κονδύλης, Το πολιτικό και ο άνθρωπος. Βασικές αρχές της κοινωνικής οντολογίας, 2 τόμοι, μετάφραση Λευτέρης Αναγνώστου, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 2007).

~.~

Τη ζωή του ανθρώπου τη νοηματοδοτούν μόνον οι πράξεις του.
Π. ΚΟΝΔΥΛΗΣ

Όσο περισσότερο αφήνουμε πίσω μας τον Εικοστό αιώνα, τόσο περισσότερο θα ανακαλύπτουμε ότι προς τα τέλη του έζησε στη Χαϊδελβέργη ένας διδάκτορας της φιλοσοφίας που, κινούμενος πέρα και έξω από τα πανεπιστημιακά θέσμια, συνέχισε την παράδοση του Μαξ Βέμπερ με τρόπο πιο δημιουργικό και πρωτότυπο απ’ όλους τους κρατικοδίαιτους καθηγητές της πολιτειολογίας, της κοινωνιολογίας και της φιλοσοφίας μαζί. Κι αυτό ισχύει παρά τα όσα σημαντικά συνεισέφερε στην πολιτική θεωρία ένας Καρλ Γιάσπερς, και δεν επιζητεί να αμφισβητήσει τα επιτεύγματα των ιστορικών που εντρυφούν σ’ όλους αυτούς τους κλάδους.

Ο λόγος είναι για τον Παναγιώτη Κονδύλη, ο οποίος στη δεκαετία του ’70 εκπόνησε μια μεγάλη, φιλόδοξη διδακτορική διατριβή πάνω στη Γένεση της διαλεκτικής (1979), χωρίς όμως αργότερα να εξελιχθεί ακαδημαϊκά ούτε στη Χαϊδελβέργη, ούτε στην Αθήνα. Αυτό ήταν, όπως δίχως δισταγμό θα ομολογούσαμε, και συνέπεια της ευρύνοιας του πνεύματός του που ήξερε να χειρίζεται τεράστιους όγκους υλικού και να υπερσκελίζει με τρόπο κυρίαρχο τα όρια των επιμέρους γνωστικών κλάδων. Καθένα από τα κατοπινά του έργα, που ακολούθησαν σε πυκνά διαστήματα, θα μπορούσε να γίνει ανέτως δεκτό στις Φιλοσοφικές Σχολές ως υφηγετική διατριβή. Καθώς όμως τόσο στη Γερμανία, όσο και στην Ελλάδα δεν του παραχωρήθηκε καν η ιδιότητα του υφηγητή, ο Κονδύλης είχε την ευκαιρία να προσδώσει νέο κύρος στον από καιρό, όπως πιστεύαμε, παροπλισμένο τίτλο του «ιδιωτεύοντος λογίου» [Privatgelehrte].

Όλες οι μεγάλες εργασίες του Παναγιώτη Κονδύλη –από τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό (1981) και τον Συντηρητισμό (1986) ώς τη Θεωρία του πολέμου (1988) και την Κριτική της μεταφυσικής στη νεότερη σκέψη (1990)– αναδιφούν τους ιστορικούς και ανθρωπολογικούς όρους της κοινωνικής σκέψης. Ύστερα από το περιεκτικό πρώτο σχεδίασμα του Ισχύς και απόφαση (1984), μπορούσαμε να εκλάβουμε όλα τα γραπτά του συγγραφέα ως προεργασίες για μια συστηματική και συνολική πραγμάτευση της κοινωνικής φιλοσοφίας.

Πράγματι ο Κονδύλης ξεκίνησε να συντάσσει το έργο αυτό τη δεκαετία του ’90, με κύριο ζητούμενο να περιγράψει και να διευκρινίσει τι τέλος πάντων εννοούμε με την έννοια «κοινωνία»: Πώς την διακρίνουμε από τα συμβεβηκότα του φυσικού περιβάλλοντος; Πώς μπορούμε να συλλάβουμε το ρόλο της ως θεμελιώδους όρου για την ύπαρξη ατόμων και θεσμών, πολιτισμού και πολιτικής; Τι σημαίνει τελικά κοινωνικό γεγονός;

Αυτά είναι τα στοιχειώδη ερωτήματα μιας οντολογίας που δεν θεματίζει το Είναι ως όλον, αλλά εστιάζει όλη της την προσοχή στην κοινωνία. Ο Κονδύλης κάνει λόγο για «κοινωνική οντολογία» και σχεδίαζε να εκθέσει τα θεμελιώδη της γνωρίσματα σε ένα έργο με πάνω από δύο χιλιάδες σελίδες και τον τίτλο Το πολιτικό και ο άνθρωπος. Πρόκειται για εγχείρημα που εκκρεμεί το αργότερο από την εποχή του Κόντ και του Μαρξ. Όμως τα εξαρτημένα ανακλαστικά της κοινωνικής θεωρίας απέναντι σε οτιδήποτε θα μπορούσε να όζει «μεταφυσικής», το αντιστρατεύονταν. Έτσι στον συγγραφέα ανήκει η τιμή ότι αποτόλμησε να καταπιαστεί με ένα μεγάλο σχέδιο, εκεί όπου απέτυχαν οι κοινωνιολόγοι και οι φιλόσοφοι του 19ου και 20ού αιώνα. (περισσότερα…)