σχετικισμός

In profundum ή Για μία απολογητική του λάθους

*

του ΗΛΙΑ ΑΛΕΒΙΖΟΥ

~.~

Ο ερμηνευτικός κύκλος σε παραλλαγές

Μέσα στην ιστορία των ιδεών δεν είναι σπάνιες εκείνες οι περιπτώσεις όπου ένα φιλοσοφικό πρόβλημα τίθεται, εκφράζεται, γίνεται αντικείμενο επεξεργασίας και τελικά επιλύεται (αν ποτέ «επιλύονται» θεμελιώδη φιλοσοφικά ζητήματα) εντός ενός συγκεκριμένου διανοητικού πλαισίου, με δεδομένο λεξιλόγιο και αναφορές, αγνοώντας ή παραβλέποντας ότι το ίδιο πρόβλημα, σε δομικά ομόλογη μορφή, έχει τύχει επεξεργασίας σε ένα παρακείμενο φιλοσοφικό πεδίο. Οι όροι ενδέχεται να παραλλάσσουν, αλλά μία εγκάρσια επισκόπηση πολλαπλών πεδίων προβληματισμού (ήδη πολυτέλεια σε εποχές διανοητικής υπερεξειδίκευσης) επιτρέπει να γίνει αντιληπτή η επανάληψη συγκεκριμένων δομικών μοτίβων κάτω από την επιφάνεια τον ορολογικών τριχοτομήσεων. Δίχως ένα τέτοιο εγκάρσιο βλέμμα, το ίδιο πρόβλημα μπορεί να ταλανίζει όσους εγκύπτουν πάνω του, κουβαλώντας συγκεκριμένα διανοητικά εργαλεία, ενώ έχει ήδη λυθεί λίγο παραδίπλα. Ή να εξαφανίζεται από τα ενδιαφέροντα του συρμού μίας εποχής για να αναφανεί πάλι, υπό μεταμφιεσμένη μορφή, σε μία μεταγενέστερη, η οποία μπορεί να ξεκινάει από το σημείο μηδέν, έχοντας λησμονήσει όλες τις προβληματικές που είχαν αναπτυχθεί γύρω του. Η στρουκτουραλιστική γλωσσολογία εμφανίστηκε κάποτε ως το απόγειο της διανοητικής εκλέπτυνσης σε όσους αγνοούσαν τα βασικά για τον μεσαιωνικό νομιναλισμό. Σε ένα διαφορετικό πεδίο, αυτό της γνωσιολογίας, τι κοινό μπορεί να έχει η προβληματική περί ερμηνευτικών οριζόντων του Γκάνταμερ με τη σημασιολογική θεωρία περί αλήθειας του Άλφρεντ Τάρσκι και με την παραδόξως διαφωτιστική γνωσιοθεωρία του Παναγιώτη Κονδύλη;

Όλη η προβληματική της ερμηνευτικής περιστρέφεται γύρω από ένα απλό ερώτημα. Πώς είναι δυνατό να ανασυγκροτήσει κανείς επιτυχώς το νόημα κειμένων (καταρχάς των βιβλικών) που ανήκουν σε άλλες εποχές ή εν γένει πολιτισμικών μορφωμάτων που προέρχονται από ριζικά ετερογενείς προς το βλέμμα του παρατηρητή κοινωνίες; Το διακύβευμα εδώ έγκειται στη δυνατότητα εύρεσης ενός αρχιμήδειου σημείου θέασης ώστε να επιτευχθεί μία «αντικειμενική» κατανόηση του άλλου. Εννοείται φυσικά ότι η εύρεση ενός τέτοιου σημείου αποδεικνύεται τελικά χίμαιρα, τουλάχιστον αν κάνεις δεν είναι διατεθειμένος απλώς να απορρίψει τη μία από τις δύο πλευρές που εξετάζονται αντιστικτικά ως παράλογη: είτε, δηλαδή, να οχυρωθεί πίσω από τις οικείες του κατηγορίες σκέψης, αντιμετωπίζοντας το άλλο ως α-νόητο, (περισσότερα…)

«Επιτρέψτε σ’ έναν αμαρτωλό να διαπράξει μια βλασφημία»: Μια άγνωστη επιστολή του Παναγιώτη Κονδύλη περί αληθείας

*

Εισαγωγή-Μετάφραση Σωκράτης Βεκρής

Η ακόλουθη επιστολή στάλθηκε από τον Παναγιώτη Κονδύλη στον δεύτερο επιβλέποντα της διατριβής του, Michael Theunissen (1932-2015), καθηγητή της φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης. Εκτιμάται ότι γράφτηκε ανάμεσα στον Δεκέμβριο του 1977 και τον Φεβρουάριο του 1978, δηλαδή αμέσως μετά την προφορική υποστήριξη της διατριβής και την απονομή του διδακτορικού τίτλου από το Πανεπιστήμιο. Η αφορμή που παρακίνησε τον Κονδύλη να συντάξει την επιστολή δεν είναι άλλη από την γνωστή έριδα που προέκυψε μετά την χαμηλή βαθμολόγηση της διατριβής του (έλαβε magna cum laude αντί για summa cum laude) — μιας διατριβής, που, θυμίζουμε, είχε ως θέμα την γένεση της διαλεκτικής μέσα στους κόλπους του γερμανικού ιδεαλισμού και η οποία ξεπερνούσε τις χίλιες σελίδες ανάλυσης (μεγάλο μέρος του μεταγενέστερου αυτοτελούς βιβλίου Ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός ήταν ενσωματωμένο ήδη μέσα στην διατριβή).

Λίγο καιρό αργότερα, κι έχοντας πια αποδεχτεί την τελική έκβαση της υπόθεσης, ο Κονδύλης απευθύνει για τελευταία φορά τον λόγο στον καθηγητή του με την πρόθεση να καταστήσει σαφείς τους ανυπέρβλητους φραγμούς που χωρίζουν την ιστορική από την φιλοσοφική ερμηνεία της ιστορίας της φιλοσοφίας. Σχολιάζοντας το περιστατικό σε επιστολή του προς τον κορυφαίο Γερμανό ιστορικό Werner Conze (1910-1986), του οποίου υπήρξε μαθητής στο Πανεπιστημίο της Χαϊδελβέργης, ο Κονδύλης γράφει πως έχουμε εδώ να κάνουμε με μια σύγκρουση μεταξύ ενός «ιστορικά θεμελιωμένου σχετικισμού» και μιας «απολυταρχίας της αλήθειας». Ο Κονδύλης έμεινε πιστός μέχρι το τέλος της συγγραφικής του πορείας στον —σοφιστικών καταβολών— «ιστορικά θεμελιωμένο σχετικισμό», τον οποίον υπερασπίζεται, με τον χαρακτηριστικό πολεμικό του τόνο, σε αυτό το γράμμα. Δυστυχώς, ο Μίχαελ Τώυνισσεν δεν απάντησε ποτέ στις φιλοσοφικές ενστάσεις του μαθητή του, στερώντας μας την ευκαιρία να ακούσουμε την δική του οπτική.

(περισσότερα…)

Μέσα στον κοίλο καθρέπτη: Αλήθεια και πραγματικότητα στη σύγχρονη σκέψη

.

του ΗΛΙΑ ΑΛΕΒΙΖΟΥ

Εισαγωγή

Μία φιλοσοφική συζήτηση περί της αλήθειας, της φύσης της πραγματικότητας και της ικανότητας του ανθρώπινου πνεύματος να συλλάβει αυτή την πραγματικότητα καθ’ ολοκληρίαν ή έστω εν μέρει μοιάζει ενδεχομένως παρωχημένη. Με τον κοπιώδη βηματισμό του νεκροζώντανου που περιφέρεται άσκοπα σαν φερέοικος πλάνητας κάποιου διανοητικού Άδη και με το βαρύθυμο βλέμμα του κάποτε αχαλίνωτου αυτοκράτορα που πλέον κανένα βίτσιο δεν εξάπτει τις νευρικές του συνάψεις, ο σύγχρονος δυτικός στοχασμός φαντάζει πολύ μικρός και απρόθυμος ώστε να μπορέσει να αναμετρηθεί με τέτοια επιστημολογικά και γνωσιολογικά ζητήματα. Πρόκειται για ζητήματα των οποίων, ως γνωστό, η σφραγίδα διακρίνεται ευκρινώς στο καταστατικό γέννησης της νεωτερικής φιλοσοφίας. Από τα νοητικά πειράματα με τους κακόβουλους δαίμονες του Καρτέσιου μέχρι τα αρχιτεκτονήματα θηριώδους φιλοδοξίας του Καντ (αλλά και αρχετυπικής ευκρίνειας ως προς τη διατύπωση των ερωτημάτων) και τις επίμονες χουσσερλιανές αναδιφήσεις στα έγκατα της συνείδησης, η φύση της πραγματικότητας και οι δυνατότητες προσπορισμού μιας κάποιας γνώσης για αυτήν αποτέλεσαν συχνά διακυβεύματα κρίσιμης σημασίας και αντικείμενα άγριας πολεμικής.

Η σύγχρονη σκέψη, από την άλλη, επιλέγει να εμπλακεί στη σχετική συζήτηση με ένα μάλλον ανάλαφρο και παιγνιώδη τρόπο, εκπτύσσοντας τις απαντήσεις της κατά μήκος δύο διαμετρικά τοποθετημένων οριζουσών. Η μία εξ αυτών, αυτή με τη μεγαλύτερη απήχηση σε ακαδημαϊκούς, προοδευτικούς κύκλους, αποτελεί κληρονόμο των κλασσικών θεωρημάτων του διαβόητου μεταμοντερνισμού: η πολυσημία συνιστά εγγενές χαρακτηριστικό κάθε νοηματοδοτικού και στοχαστικού ενεργήματος, δίχως καμμία δυνατότητα περιστολής της. Αντιθέτως, κάθε απόπειρα να χαμηλώσει ο βαθμός πολυσημίας οφείλει να αντιμετωπίζεται με καχυποψία, αν όχι και να καταγγέλλεται ως εξουσιαστικός ελιγμός. Απέναντι σε ένα νοηματικό πλουραλισμό (ή πληθωρισμό), κάθε απόπειρα συγκρότησης μίας δεσμευτικής ερμηνείας της πραγματικότητας δεν μπορεί παρά να γίνεται αντικείμενο χλευασμού. Κατά συνέπεια, η πραγματικότητα μοιάζει να εξαχνώνεται και οι φιλοδοξίες του νου να τη συλλάβει σε μία στιβαρή περιγραφή έχουν τόσες πιθανότητες εκπλήρωσης όσες και ενός παιδιού που κυνηγάει πολύχρωμους καπνούς εξοπλισμένο με μία απόχη. (περισσότερα…)