παρωδία

Ωραία Ελένη (Μεταμοντέρνα προσαρμογή)

.

Τα κουνούπια δεν σε αφήνουν να κοιμηθείς στα Λεχώνια
Πίνοντας μονάχος το ξημέρωμα
Είδα να ξεπροβάλει απ’ την ομίχλη η Ελένη
Αυτή που γέμισε τον Σκάμανδρο κουφάρια
Κρυφή ερωμένη της Αφροδίτης και του Δία
Μάτια μισόκλειστα, χείλη φιλήδονα, μποτοξικά
Αργά, αργά, μου μίλησε:
Ήταν ψεύτης ο Ευριπίδης
Ο Όμηρος μισές αλήθειες ραψωδεί
Πήγα στην Τροία γιατί το ήθελα
Αξέχαστος εραστής ο Πάρις
Ανατολίτης πρίγκιπας, ζωώδεις ορμές κι αφροδισιακά μπαχαρικά
Υπέροχα τα χρόνια που ζήσαμε μαζί
Ήξερα βέβαια, τα ωραία δεν διαρκούν πολύ
Στο σταυροδρόμι επέλεξα – εγώ, η πρώτη φεμινίστρια
Ελεύθερη γυναίκα, όχι ανέραστη βασίλισσα
Μόνο ο Γοργίας το αντιλήφθηκε, έπλεξε το εγκώμιό μου
Έχει αιώνια τον θαυμασμό μου!
Έφευγε ήδη, αλλά γύρισε το πρόσωπό της
Μάθε κι αυτό. Πότε δεν βρέθηκα στην Κύπρο!
Μύθευμα μεσήλικα διπλωμάτη.

ΝΙΚΟΣ ΒΑΞΕΒΑΝΙΔΗΣ

*

*

*

 

Προς τη Βηθλεέμ

*

ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ & ΠΑΡΑΜΟΝΙΜΑ | 12:23
Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

Υπάρχει θέμα δημοφιλέστερο αυτή την εποχή στη λογοτεχνία, στο σινεμά, στην τηλεόραση, στα ΜΜΕ, στην ιστοριογραφία, στις εκθέσεις κινδύνου των ειδημόνων, στις προγνώσεις της μπόρσας, στις αναλύσεις του πλανητικού ισοζυγίου ισχύος, στις προβολές των ειδημόνων του Μέλλοντος, από τη Συντέλεια του Κόσμου;

Οι κατακλυσμοί, οι λοιμοί, οι Αρμαγεδδώνες, οι Αποκαλύψεις, οι Doomsdays, ο μύχιος τρόμος εμπρός στα κραχ και τις καταρρεύσεις του πολιτισμού είναι βέβαια μοτίβο πανάρχαιο, σιόκαιρο της αυτεπίγνωσης του ανθρώπου: τα πάντα ρει, όλα θα τα ξεπλύνει το ποτάμι του χρόνου.

Όμως η έκρηξη τον τελευταίο καιρό, ειδικά την τελευταία 15ετία, είναι απαραγνώριστη. Η αλυσίδα των μεγακρίσεων (τραπεζικές και χρηματιστηριακές λοβιτούρες, νομισματικοί κλυδωνισμοί και κρατικές χρεοκοπίες, μεταναστευτικοί καταρράκτες και τρομοκρατικά κύματα, εσωτερικοί διχασμοί και ταυτοτικές συρράξεις, η δήωση της φύσης, οι πρωτόφαντες επιδημίες, οι νέοι θρησκευτικοί και ιδεολογικοί ζηλωτισμοί, οι αλλεπάλληλοι πόλεμοι), όλα αυτά έχουν, συνειδητά ή ανεπίγνωστα, ενσταλλάξει, στην πλειονότητα ίσως, την υποψία του αναπόφευκτου: ο τρόπος ζωής που ακολουθούμε δεν είναι βιώσιμος, βρισκόμαστε σε ιστορικό σταυροδρόμι.

Έναν αιώνα πρωτύτερα, οι άνθρωποι είχαν την ίδια προαίσθηση. Ο Γέητς γράφοντας τη «Δευτέρα Παρουσία» του το 1919 (κάπου διάβασα ότι πρόκειται για το συχνότερα παρατιθέμενο κείμενο της αγγλόφωνης λογοτεχνίας), είχε πίσω του έναν Παγκόσμιο Πόλεμο, imperia ολόκληρα που διαλύθηκαν, την πανδημία της ισπανικής γρίπης. Έναν κόσμο δίχως κέντρο. Και, πολύ ορθά, ψυχανεμιζόταν τη συνέχεια που ο ίδιος δεν πρόλαβε (πέθανε στα 1939): τον επόμενο, τρισχειρότερο, Παγκόσμιο Πόλεμο, τα στρατόπεδα του βιομηχανικού θανάτου, την ατομική βόμβα, το σάρωμα και των υπόλοιπων ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών, τους ποικιλώνυμους ολοκληρωτισμούς.

Αναδρομικά, οι δεκαετίες της μεταπολεμικής ειρήνης και ευημερίας φαντάζουν περισσότερο όχι ως υπέρβαση αλλά ως περίσπαση πρόσκαιρη από τον ανήλεο νόμο της Ανάγκης, ως ιντερμέδιο παραπλανητικό, όπως η απατηλή νηνεμία πριν τη θύελλα. Ο κόσμος μετά το 1945 δεν έλυσε κανένα από τα κρίσιμα ζητήματα που γέννησαν οι Νέοι Χρόνοι και οι μεγάλοι συγγραφείς του Μεσοπολέμου απαράμιλλα περιέγραψαν. Μόλις σήμερα μάλιστα τα αντιμετωπίζουμε στην πραγματική τους έκταση. De te fabula narratur επομένως. Ο Ιρλανδός μιλάει για σένα, αδελφέ αναγνώστη. (περισσότερα…)