«Ξέρετε καλά τι μάταιο πράμα είναι η κριτική»: Μια ανέκδοτη επιστολή του Νίκου Καζαντζάκη

*

Μεταγραφή-Σχολιασμός:
ΖΩΗ ΚΑΤΣΙΑΜΠΟΥΡΑ

Στα αποσπάσματα της αλληλογραφίας του Μάρκου Τσιριμώκου (τα οποία έφτασαν στα χέρια του συνθέτη Χάρη Βρόντου τα χρόνια της στρατιωτικής του θητείας, όταν ένας  συστρατιώτης του πληροφορήθηκε ότι τον ενδιέφεραν τα… γραμματόσημα) περιλαμβάνονται και πέντε επιστολές του Νίκου Καζαντζάκη. Ο παραλήπτης των επιστολών Μάρκος Τσιριμώκος γεννήθηκε στη Λαμία το 1872, σε οικογένεια με  πολιτική δραστηριότητα, και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων και υπηρέτησε ως αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, μέχρι το 1914. Μετά ανέλαβε διοικητικές θέσεις (Νομάρχης Κέρκυρας, Γενικός Διοικητής Χίου) και, από το 1924 και μετά, έγινε Διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Ασχολήθηκε από νωρίς με τα γράμματα και συνεργάστηκε με  τα περιοδικά Τέχνη, Παναθήναια, Νέα Εστία, Γράμματα, Νουμάς, κ.ά. Το ποιητικό του έργο (κυρίως υπό το ψευδώνυμο Στέφανος Ραμάς) περιλαμβάνει αρκετές συλλογές παρνασσικής διάθεσης (Δεκατρία σονέτα, 1914, Εκ Βαθέων, 1927, Ώρες του Δειλινού, 1930,  Δεκάστιχα και βιλανέλες, 1933) και μεταφράσεις των Λεκόντ ντε Λιλ, Σέλλευ, Γκέτε, Χάινε (Ξένα Ποιήματα). Ασχολήθηκε και με μελέτες: Τα παλιά και τα καινούργια (1904), Λοξοί στρατοκόποι (1909), Αν είχαμε παιδεία ελεύθερη (1912), Ιστορία του Εκπαιδευτικού Ομίλου (1927), Ποιητική Τέχνη (1934). Κοινωνικά δραστήριος άνθρωπος, υπήρξε από τους ιδρυτές του κοινωνικού και εκπαιδευτικού συλλόγου «Εθνική Γλώσσα» (1905) και αργότερα του «Εκπαιδευτικού Ομίλου» (1910). Πέθανε το 1939.

Ο Καζαντζάκης έγινε μέλος του περίφημου Εκπαιδευτικού Ομίλου το 1910, και με την υπόδειξη και την υποστήριξη του Ίωνα Δραγούμη,  γραμματέας του.[1] Μάλλον δεν υπήρχε από πριν γνωριμία με τον Τσιριμώκο, καθώς ο Καζαντζάκης εγκαταστάθηκε στην Αθήνα μόλις το 1910,  η συγκεκριμένη όμως στον Εκπαιδευτικό Όμιλο δείχνει να κράτησε, αρκετά θερμή, για αρκετά χρόνια.

Δεν έχω τη δυνατότητα να ερευνήσω στο αρχείο του Καζαντζάκη για αντίστοιχες επιστολές του Τσιριμώκου. Στο προσεχές έντυπο τεύχος του Νέου Πλανόδιου θα παρουσιάσω και τις πέντε σωζόμενες επιστολές του Καζαντζάκη. Στην παρούσα ανάρτηση προδημοσιεύεται μία εξ αυτών, η τρίτη κατά σειρά, με τον συνοδευτικό της σχολιασμό. Ακολουθείται η ορθογραφία και στίξη του συγγραφέα. – Ζ.Κ.

~.~

Επιστολή από το Γκόττεσγκαμπ

Gottesgab, 25-12-31

Αγαπητέμου κ. Τσιριμώκο,

Σίγουρα τα  «Σονέτα» Σας είναι το καλύτερο ωστόρα ποιητικό έργο Σας.

Σας χαίρουμαι, αληθώς, που, καθούμενος σε μια δημόσια υψηλή καρέκλα, DESABUSE[1] απ’ όλα, γιατί είδατε τα σύνορα που στενέβουν κ’ εξεφτελίζουν όλες τις ιδέες και τις φιλοσοφίες, κατορθόνετε να δουλέβετε με τόση τεχνική αρτιότητα και ψυχική αφοσίωση το βαθύτερο απ’ όλα τα παιχνίδια που βρήκε ωστόρα ο άνθρωπος – το στίχο.

Σας απόμεινε μονάχα – τελευταία Σας ανώτατη συντροφιά – το ιερό ζεβγάρι – η αγάπη κι ο θάνατος και με τις δυο αυτές υψηλές, αναπόφευκτες ανάγκες του ανθρώπου έχετε τη δύναμη και  παίζετε, κλαίγοντας, γελώντας και να τις θρονιάζετε εκεί που μονάχα τους αξίζει – στο στίχο.

Με μεγάλη συγκίνηση πάντα Σας συλλογούμαι, εδώ στην εξαίσια ερημιά μου, – τα λόγια Σας, τα γέλια, τα περιγέλια, τα χειρόγραφα των τραγουδιών Σας, την τρυφερή νοσταλγία Σας  για την αγάπη, το ηρωικό αντίκρυσμα της ματαιότητας όλων των επίγειων – εξόν πάντα από τις σφοδρές στιγμιαίες αιωνιότητες που μας δίνει ο Αντιθάνατος, ο Έρωτας.

Τι να την κάμετε  τη «λεπτομερή» όπως μου ζητάτε, εντύπωσή μου; Ξέρετε καλά τι μάταιο πράμα είναι η κριτική. Τα περισσότερα από τα σονέτα Σας μου φαίνονται αψεγάδιαστα. Η ιδιοσυγκρασία μου μπούχτισε και σιχάθηκε τις αφαιρεμένες έννοιες και τους κρατώ μνησικακία γιατί με παραπλάνησαν τόσα χρόνια και γι’ αφτο τα καλήτερα  τραγούδια Σας μου φαίνονται εκείνα όπου νικήσατε την αφαιρεμένη έννοια. Ποια είναι τα ξέρετε πολυ καλήτερά μου.

O Rabi Nachman, ο μέγας ιδρυτής του Χασιδισμού,[2] είπε μια μέρα κάτι που πάντα τόχω στο νούμου και ιδιαίτερα το αγαπώ: «Όταν συλάβει ο νούςμου μιαν αφαιρεμένη ένοια, τη δουλέβω μέσα μου χρόνια και χρόνια κι όταν πια δω πως ωρίμασε κ’ ήρθε η στιγμή να την εξωτερικέψω βλέπω πως βγαίνει σαν παραμύθι από την καρδιά μου». Μονάχα  τότε, αλήθια, η αφαιρεμένη ένοια είναι άξια να μπει στο στίχο. Και τότε όλες οι abstractions αφανίζονται και μένει ένα αίστημα «σαν απλό», βαθί, γιομάτο μουσική σοφία, κάτι ανθρώπινα αιώνιο. Και τότε έρχεται  κι ο ρυθμός μόνος του, σώμα και ψυχή γίνονται ένα.

Αφτη την αλχημικη μετουσίοση την έχετε, θαρω, κατορθόσει στα περισότερα σονέταΣας. Σε μερικά, η κατεργασία αφτή, θαρω, δεν έχει φτάσει στο τελεφταίο ανότατο στάδιο. Και τολμω και Σας το λέω γιατι, και στη δικήμου δουλια, υποφέρω πολυ να μετουσιόσω τον ασώματο δαίμονα σε πλαστικο και μουσικο συνάμα σώμα.

Δε μ’ ενδιαφέρει καθόλου το απλο αίστημα. Η απλή καρδια που τραγουδάει τον πόνο της ή τη χαράτης δε μου δινει καμια συγκίνηση. Δεν ενδιαφέρομαι για το αίστημα που ξεκίνησε απλοϊκο απο την καρδια, ούτε για τη σκέψη που ξεκίνησε απο το νου και καταλήγει στο νου. Μα βαθήτατα με συγκινει ολόκληρο το αίστημα, όταν είναι το τελεφταίο, λαγαρότατο, καταστάλαγμα μεγάλης ψυχικης ή πνεματικης αγωνίας. Στα τραγούδια Σας πολες φορες έχετε πετύχει το ανότατο αφτο. Άλες φορες στέκεστε στη μέση ακόμα. Ανυπομονώ να δω το επόμενο έργοΣας .

Ό,τι Σας γράφω, το ξέρετε καλήτερα απο μένα. Καταντάει περιτό κάποτε να μιλάει κανεις. Γιατι ό,τι λόγο λέμε, την ώρα που τον λέμε, νιόθουμε πως έχει μέσα του και τον αντίλογότου. Η μόνη εντύποση που αξίζει να μεταδοθει, ύστερα απο το διάβασμα στίχων σαν των εδικώνΣας, είναι η μουσική διάθεση κ’ η ταραχή ή γαλήνη που μας άφισαν. Μα μια τέτια μετάδοση είναι αδύνατη. Γιατί λοιπόν να μιλούμε; Ποιος είπε πως ο Θεός είναι «σκίρτημα και ήπιον δάκρυ»; Ένα τέτοιο είναι κ’ η τέχνη.

Πολυβάσταξε το γράμαμου  τούτο, αγαπητέμου κ. Τσιριμώκο.

Μα η χαράμου είναι μεγάλη να μιλω μαζίΣας.

Ευχαριστω που είδατε τον Ξ.

Στις γιορτες τόρα και στο νέο χρόνο Σας έφχομαι ό,τι πεθυμάτε. Και πάνου απ’ όλα χαρά και δύναμη να συνεχίσετε το ποιητικόΣας έργο.

Είμαι πάντα μαζί Σας και Σας αγαπώ και Σας τιμω πολυ

ΝΚαζαντζάκης

///

ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ

Το ζεύγος Καζαντζάκη (ο συγγραφέας και η Ελένη Σαμίου, που γνωρίστηκαν το 1925, που ταξιδεύουν μαζί μετά το διαζύγιο του Καζαντζάκη με τη Γαλάτεια, το 1926, αλλά θα γίνουν ληξιαρχικά σύζυγοι το 1945) εγκαθίστανται, μετά το ταξίδι στη Ρωσία, το 1929 στην «εξαίσια ερημιά» του Gottesgab, του θερέτρου στην Τσεχία που σήμερα λέγεται, τσεχικά,  Bozi Dar, γνωστό ως κέντρο χειμερινών σπορ. Βρίσκεται στην τσεχική πλευρά των Krusne hory και είναι κτισμένο σε ύψος 1028 μέτρων, το πιο ψηλά κτισμένο χωριό της Τσεχίας. Ο Καζαντζάκης και η Ελένη εγκαταστάθηκαν στο θέρετρο μετά από τη Ρωσία-Σοβιετική Ένωση, και, όπως βλέπουμε, τα Χριστούγεννα του 1931 είναι ακόμα εκεί. Το γράμμα είναι απάντηση-σχολιασμός στην αποστολή των ποιημάτων του Τσιριμώκου, των «σονέτων» που σχολιάζονται. Ποια είναι αυτά τα σονέτα όμως; Τα 13 σονέττα είχαν κυκλοφορήσει ήδη από το 1914, άρα δεν είναι αυτά. Το 1930 εκδόθηκε το βιβλίο του Τσιριμώκου «΄Ωρες του Δειλινού» και θα μπορούσε το σχόλιο να αφορά αυτό. Όμως,  τα ποιήματα της συλλογής αυτής δεν είναι σονέτα. Το 1932 δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Ημερολόγιον της Μεγάλης Ελλάδος[3]  τρία σονέτα με γενικό τίτλο Σονέττα και επιμέρους τίτλους «Δυσαρμονία», «Πλανέματα κι ο ίσκιος», «Θριαμβευτής». Πιθανότατα τα ποιήματα είχαν ήδη γραφτεί το 1931 και είναι από αυτά που στάλθηκαν για κριτική στον Καζαντζάκη. Δεν τυπώθηκαν ωστόσο σε αυτοτελές βιβλίο, για λόγους που δεν μπορούμε να ξέρουμε. Πάντως η κριτική που τους ασκεί ο Καζαντζάκης είναι μεν ευγενική, αλλά όχι πολύ εμψυχωτική, και ίσως  ο συγγραφέας να μην θέλησε να τα εκδώσει τελικά. Διότι ο επιστολογράφος θυμάται με τρυφερότητα τον φίλο του («Με μεγάλη συγκίνηση» κτλ.), δηλώνει ότι εκτιμά την αντοχή και την εργατικότητά του («κατορθόνετε να δουλέβετε…»), του αναγνωρίζει το «ηρωικό αντίκρυσμα της ματαιότητας όλων των επίγειων», αλλά αρνείται να καταθέσει τη «λεπτομερή» εντύπωσή του για τα σονέτα. Του φαίνονται, «τα περισσότερα», «αψεγάδιαστα». Τι σημαίνει όμως για έναν ποιητή ότι το ποίημα είναι αψεγάδιαστο; Η έλλειψη ψεγαδιού δεν λέει τίποτα για την ομορφιά, το ρυθμό, τη συγκίνηση που μπορεί να προκαλέσει, την αλήθεια, το βάθος του κτλ. Και η αναφορά του κρίνοντος στις μισητές αφαιρεμένες έννοιες που παραπλάνησαν τα νιάτα του κάνουν την κριτική αμφίθυμη. Υπάρχουν κάποια σονέτα χωρίς αφηρημένες έννοιες, τα καλά, κάποια άλλα όμως τις έχουν! Και ούτε καν κατονομάζει κανένα!

Γενικά, η επιστολή είναι πιο πολύ ανάπτυξη των αισθητικών αντιλήψεων του ίδιου του Καζαντζάκη, παρά εφαρμογή τους για την αξιολόγηση του έργου του Τσιριμώκου. Αναφέρει την «αξέχαστη» ρήση του Nachman που αφορά τη μετατροπή του αφηρημένου, όταν ωριμάσει, σε κάτι «σαν απλό», μουσικό και αιώνιο που βρίσκει από μόνο του τη ρυθμική του μορφή, αλλά με βιασύνη διευκρινίζει πως το πραγματικά απλό αίσθημα δεν τον ενδιαφέρει. Το θέλει το ποίημα απόσταγμα του σύνθετου, του κατασταλαγμένου. Και αυτό το, αφηρημένο στην περιγραφή του ωραίο, το βρίσκει, γράφει ο Καζαντζάκης, ο Τσιριμώκος «πολλές φορές». Αλλά άλλες όχι. Αλλά, είπαμε, αδιευκρίνιστο, αίνιγμα παραμένει το «ποιες».

Αφού «παρηγορήσει» λίγο τον ποιητή, λέγοντας πώς δεν μπορεί να του μεταδώσει τη γαλήνη ή την ταραχή που του άφησαν τα σονέτα (Άρα, του άφησαν, του δημιούργησαν συγκίνηση), γνωμοδοτεί για την ουσία της τέχνης, ευχαριστεί για κάποια εξυπηρέτηση γνωστού και κλείνει.

Αν θελήσουμε να δώσουμε λόγο στην καχυποψία που γεννά το παραπάνω κείμενο-επιστολή, ο Καζαντζάκης δεν θα μπορούσε να το έχει γράψει με μια απλή διαγωνίως ανάγνωση των ποιημάτων;

Θα παραθέσουμε ένα από τα σονέτα που δημοσιεύτηκαν στο Ημερολόγιον, αφού υποθέσαμε ότι αυτά μάλλον, μεταξύ άλλων, αποτελούν το αντικείμενο της κριτικής:

ΘΡΙΑΜΒΕΥΤΗΣ

Κι οι νικημένοι σήμερα, κ’ οι νικηταί του χτες,
ρίχνονται στους ανώφελους και τους σκληρούς αγώνες
στον στίβο της ζωής, χωρίς να νιώσουνε ποτές
αναπαμό –απαράλλαχτοι διαβαίνουν στους αιώνες.

Πότε περνούν περήφανοι στης νίκης τις γιορτές,
και πότε στο καφκί τους κρύβονται σαν τις χελώνες,
μα αιματοστάζουν οι πληγές τους πάντοτε ανοιχτές,
και τρέμουν απ’ τα πάθη τους γυμνοί μες στους χειμώνες.

Μα που και που παράμερος, στου ονείρου τους ανθώνες,
περνάει του αγώνα της ζωής κι αυτός θριαμβευτής,
φορεί στεφάνι στα ξανθά μαλλιά του απ’ ανεμώνες,

κι είτε προφήτης ασκητής, είτε τραγουδιστής,
κοιτάζει –που διαβατικές είναι κ’ οι κόσμοι εικόνες
της πλάνης της ανθρώπινης– του Σύμπαντος ο Θεατής.

///

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Νίκος Παπαδάκης, «Νίκος Καζαντζάκης και εκπαιδευτικός δημοτικισμός. Οι επισκέψιμες όψεις μιας αδιερεύνητης σχέσης», στον τόμο Ν. Ε. Παπαδογιαννάκης (επιμ.), Μνήμη Παντελή Πρεβελάκη­-Νίκου Καζαντζάκη. Πεπραγμένα των ημερίδων της 22 Μαρτίου 1996 και της 28 Νοεμβρίου 1997, Ρέθυμνο 2000, σελ. 91.
[2] Κουρασμένος, απαυδισμένος, αηδιασμένος. Για ανθρώπους σαν τον Μάρκο Τσιριμώκο και τα στενεμένα σύνορα, τα σύνορα που ήλπισαν να ευρύνουν και τα είδαν να εκτείνονται και να συρρικνούνται, και η κατάληξη του αγώνα του Εκπαιδευτικού Ομίλου ήταν σίγουρα τέλος των ελπίδων ή των ψευδαισθήσεων, πιστεύει ο Καζαντζάκης ίσως διερμηνεύοντας κάποιες ενδείξεις ή και επεκτείνοντας τις προσωπικές του διαθέσεις.
[3] Εβραίος σοφός του 18ου αιώνα, από την Ουκρανία.
[4] Τόμος 11, αριθμός 11, σελίδες 181-182.

///

*

*

*