«Ελεύθερ@ Πολιορκημέν@»: Ο Σολωμός ως εισηγητής της ελληνικής queer ποίησης

*

της ΣΑΡΑΣ-ΖΕΪΝΕΠ ΣΟΛΗ

Εισαγωγή

H εθνικιστική, πατριαρχική βάση στην οποία στηρίζεται ολόκληρος ο κανόνας της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας έχει αποκλείσει εκ προοιμίου κάθε συγγραφική φωνή που ευαγγελίζεται έναν αντιπατριαρχικό, alternative, queer κόσμο από τις τάξεις και τους κόλπους της, ευνοώντας αντ’ αυτών λευκούς cis άντρες κι εθνικιστές συγγραφείς που αναπαράγουν παραπλήσιες υπερπατριωτικές κορώνες και συντείνουν στα προτάγματα της προκατάληψης βάσει κατασκευασμένου φύλου. Το σύστημα διδασκαλίας, ως διδασκαλία του συστήματος, από μικρή ηλικία διδάσκει στα παιδιά πως υπάρχουν μόνο δύο βιολογικά φύλα, μαθαίνοντάς τα να μισούν όποι@ διαφέρει από τη νόρμα, προπαγανδίζοντας το στείρο εθνικισμό και τη cis-male κυριαρχική αντίληψη υποταγής στην πατριαρχία, με την παραπάνω νοοτροπία να αντανακλάται στις λογοτεχνικές επιλογές διδασκαλίας και «χρηστής» εθνικά συμμόρφωσης.

Κυρίαρχο ρόλο σ’ αυτό το συνειδητά κατασκευασμένο και κοινωνικά οριζόμενο δια μέσω μονάχα των εξατομικευμένων προσώπων σχήμα διαδραματίζει εδώ και δύο αιώνες η μορφή του –άνωθεν οριζόμενου ως– «εθνικού» ποιητή, Διονύσιου Σολωμού, ως δήθεν γενάρχη του «υγιούς» κεφαλαιοκρατικά, και «ορθού» αστικά και εθνικο-πολιτισμικά υποδείγματος. Ωστόσο, η στείρα εθνικιστική ανάγνωση του έργου του Σολωμού έχει από καιρό δείξει τόσο τα όριά της όσο και τη νομοτέλεια της -προερχόμενης από την τοξική αρρενωπότητα- βίας που γεννά και αναπαράγει ενάντια στις θηλυκότητες στο διηνεκές. Στο συγκεκριμένο σύντομο άρθρο, θα προσπαθήσουμε να αποδείξουμε πως δεν υπάρχει ποιητ@ που κακοποιήθηκε περισσότερο από το Σολωμό μέσω των παρελκυστικών αναγνωστικών πρακτικών και της τοξικότητας που επενδύθηκε στο λόγο του, τη στιγμή, μάλιστα, που, όπως θα τολμήσουμε –συνειδητά προκλητικά– να υποστηρίξουμε, το έργο του συνιστά την πρώτη ανοιχτά και καταστατικά queer νεοελληνική ποιητική καταγραφή.

Δεν έχει νόημα να επιμείνουμε σ’ έναν προ πολλού ξεπερασμένο βιογραφισμό στη σημερινή εποχή της αναγνωστικής πολυσημίας  και των μετακειμενικών τροπικοτήτων ούτε να επαναφέρουμε στη συζήτηση αυτή τις δεκάδες νύξεις –που ενίοτε εισχώρησαν και στις σελίδες της κριτικής– για την υφέρπουσα ομοφυλοφιλία του ποιητή ως πυρήνα της κινητήριας δύναμης της γραφής και της πένας του. Εξάλλου, δεν χρειάζεται κάποι@ να δηλώνει μια μόνιμη και σταθερή σεξουαλική ταυτότητα, μιας κι η τελευταία δεν αποτελεί, όπως και το λεγόμενο «βιολογικό» φύλο, παρά μια κοινωνικά προσδιορισμένη κατασκευή με συγκεκριμένες στενές τεχνητές οριοθετήσεις και σκοπιμότητες στα πλαίσια του παγκοσμιοποιημένου καπιταλιστικού και πατριαρχικά δυστοπικού μετα-κόσμου μας. Στις ακόλουθες σελίδες θα επιδιώξουμε να φωτίσουμε… αλλιώς ορισμένα από τα αποσπάσματα ενός έργου θραυσματικού, όπως, εξάλλου, είναι και οι δικές μας ζωές στην αιώνια μεταβατική μας εποχή.

Με την τολμηρή μας αυτή ανάγνωση, επιδιώκουμε να στρέψουμε εκ νέου τα φώτα στο έργο Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, ύμνο, εξάλλου, στον αγώνα για τη συλλογική και την εσωτερική ελευθερία, όχι, όμως, με τη συνήθη –και ενίοτε φασίζουσα– φορμαλιστική πρακτική, αλλά απελευθερώνοντας τις δυνατότητες, τις εξακτινώσεις και τη δημιουργική ασάφεια που το έργο φέρει μέσα στη βαθιά του δομή ως εγγενές στοιχείο της προγραμματικής διασποράς του επιστητού που προάγει. Και τα αποσπάσματα που ακολούθως θα εξετάσουμε στην ανάγνωση που θα βαφτίσουμε Ελεύθερ@ Πολιορκημέν@, ενδέχεται να μας εκπλήξουν, σαν δεκάδες πολύχρωμα ουράνια τόξα.

Α΄ σχεδίασμα

«Το χάραμα επήρα/ Του Ήλιου το δρόμο,/ Κρεμώντας τη λύρα/ Τη δίκαιη στον ώμο»: Το Σολωμό ξεκινά συνειδητά το πρώτο σχεδίασμα του θραυσματικού έργου με το ουδέτερο γένος, αιτιολογώντας εξαρχής την προγραμματικά άφυλη ιδεοτοποθέτησή του. Το ρόλο του «άρρενος» και σταθερού στο κέντρο του συστήματος Ηλίου αναλαμβάνει πλέον η μεταιχμιακή και ρευστή ώρα του χαράματος, ενώ η θηλυκότητα που ακολουθεί καλείται πλέον να διαχειριστεί και να ορίσει εκείνη τη δικαιοσύνη και να δομήσει στη θέση της καταρρέουσας πατριαρχικής τη δική της, αυθύπαρκτη αφήγηση.

«Παράμερα στέκει/ Ο άντρας και κλαίει·/ Αργά το τουφέκι/ Σηκώνει και λέει:/ «Σε τούτο το χέρι/ Τι κάνεις εσύ;/ Ο εχθρός μου το ξέρει/ Πως μου είσαι βαρύ»: Πνιγμένο από την τοξικότητα της πατριαρχίας, το αρσενικό υποκείμενο αδυνατεί να διαχειριστεί τον έμφυλο ερωτικό ρόλο που του ορίστηκε, με το φόβο της κοινωνικής κατακραυγής για την ενδεχόμενη  «αποτυχία» των επιδόσεών του να ξεπροβάλλει. Εμφανείς είναι και οι αναλογίες του τουφεκιού με το πέος και την πρακτική του αυνανισμού, ως υποκατάστατου της σεξουαλικής ανικανότητας που έχει προκαλέσει η προαναφερθείσα τοξική νοοτροπία.

«Λαλεί το πουλάκι/ Στου πόνου τη γη/ Και βρίσκει σπυράκι/ Και μάνα φθονεί»: Εδώ το Σολωμό, πολύ πριν ξεπηδήσει η φροϋδική ψυχανάλυση (με την επιβολή που κι εκείνη ενέχει), δομεί μια αναλογία με τον λεγόμενο «φθόνο του πέους». Η μορφή της μητέρας εμφανίζεται να φθονεί την ερωτική επιτυχία του –υποβαθμισμένου σε μέγεθος- αντρικού μορίου, «πολιορκημένη» κι εκείνη με τη σειρά της από τις επιταγές της κοινωνικής συμμόρφωσης και προσδοκώντας την απελευθέρωσή της από τα έμφυλα δεσμά.

Β΄ Σχεδίασμα

«Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει·/ Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί, κι’ η μάνα το ζηλεύει./ Τα μάτια η πείνα εμαύρισε· στα μάτια η μάνα μνέει·/ Στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει:/ «Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τί σ’ έχω γω στο χέρι;/ Οπού συ μούγινες βαρύ κι’ ο Αγαρηνός το ξέρει»: Ξαναδουλεμένα τα μοτίβα του πρώτου σχεδιάσματος, σε διαφορετικό μέτρο, μιας κι ακόμα δεν έχουν δυστυχώς ξεπηδήσει οι ευεργετικές δυνατότητες που κόμισαν ο ελεύθερος στίχος και τα μανιφέστα του ντανταϊσμού και του υπερρεαλισμού. Αξίζει να σημειωθεί ως νέο στοιχείο η παρουσία του ομοερωτικού Αγαρηνού που αναλογίζεται το βάρος του τουφεκιού/ανδρικού μορίου, ως εγγενές στοιχείο συμπεριληπτικότητας και πολυμορφίας που νικά τις ρατσιστικές κι εθνικιστικές καταβολές του 19ου αιώνα.

«Ο Απρίλης με τον Έρωτα χορεύουν και γελούνε,/ (…) Λευκό βουνάκι πρόβατα κινούμενο βελάζει,/Και μες στη θάλασσα βαθιά ξαναπετιέται πάλι,/ Κι’ ολόλευκο εσύσμιξε με τ’ ουρανού τα κάλλη./ Και μες στης λίμνης τα νερά, όπ’ έφθασε μ’ ασπούδα,/ Έπαιξε με τον ίσκιο της γαλάζια πεταλούδα,/ Που ευώδιασε τον ύπνο της μέσα στον άγριο κρίνο·/ Το σκουληκάκι βρίσκεται σ’ ώρα γλυκιά κι’ εκείνο»: Εδώ τα προσχήματα παύουν και ο ομοερωτικός  έρωτας τοποθετείται ανοιχτά στο προσκήνιο. Ο έρωτας, μάλιστα, συντείνει στο να ανακαλύψει η φύση την πραγματική της ταυτότητα, σε ένα coming out που εμπεριέχει την ενεργό συμμετοχή του ζωικού βασιλείου (με μια ελαφριά κτηνοβατική εσάνς). Οι αναλογίες της πρωκτικής διείσδυσης με την υγρασία, την είσοδο και την έξοδο στη θάλασσα και κατόπιν στον ουρανό είναι παραπάνω από εμφανείς. Το Σολωμό θα επανέλθει αργότερα στο ίδιο μοτίβο, δουλεμένο ακόμα πιο έντονα και ανοιχτά.

Γ΄ Σχεδίασμα

«Μητέρα, μεγαλόψυχη στον πόνο και στη δόξα,/ Κι’ αν στο κρυφό μυστήριο ζουν πάντα τα παιδιά σου»: Με εξαιρετική ειλικρίνεια καθώς και με στιχουργική μαεστρία, το Σολωμό κάνει ανοιχτά λόγο για την κρυφή ταυτότητα στην οποία η συντηρητική κοινωνία αναγκάζει να ζει όποι@ παρεκκλίνει από τη νόρμα. Ο πόνος αυτός, όμως, ενέχει και την αυριανή δόξα, σ’ ένα μέλλον συμπεριληπτικό κι ελπιδοφόρο για την κοινότητά μας και όσ@ συμμαχούν μαζί μας.

«Λούλουδα μύρια, πούλουδα, που κρύβουν το χορτάρι,/Κι’ άσπρα, γαλάζια, κόκκινα καλούν χρυσό μελίσσι.(…)Ξάφνου σκιρτούν οι ακρογιαλιές, τα πέλαγα κι’ οι βράχοι./Αραπιάς άτι, Γάλλου νους, βόλι Τουρκιάς, τόπ’ Άγγλου!»: Η πολύχρωμη φύση εδώ αποκρυσταλλώνει ευκρινώς σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια το ουράνιο τόξο της λοατκια σημαίας, ενώ αμέσως αργότερα η  πρωτοπόρα συμπεριληπτικότητα αντανακλάται στην ισομερή συμπαράθεση διαφορετικών φυλών και κρατών που κάνουν την προαναφερθείσα φύση να αναστενάζει με ένα ερωτικό υπόβαθρο. Αξίζουν, επίσης, να σημειωθούν τόσο η χρησιμοποίηση δύο αρσενικών και δύο θηλυκών τύπων δίχως επιβολή του άρρενος στο καταπιεσμένο θύλυ όσο και η αποφυγή χρήσης της n-λέξης που θα κατέτασσε το έργο στον τοξικό και συστημικά ρατσιστικό λόγο.

«Έστησ’ ο Έρωτας χορό με τον ξανθόν Απρίλη,/ Κι’ η φύσις ηύρε την καλή και τη γλυκιά της ώρα,/ (…) / Χύνονται μες στην άβυσσο τη μοσχοβολισμένη,/ Και παίρνουνε το μόσχο της, κι’ αφήνουν τη δροσιά τους, / Κι’ ούλα στον ήλιο δείχνοντας τα πλούτια της πηγής τους, / Τρέχουν εδώ, τρέχουν εκεί, και κάνουν σαν αηδόνια./ (…) / Μονάχο ανακατώθηκε το στρογγυλό φεγγάρι, / Κι’ όμορφη βγαίνει κορασιά ντυμένη με το φως του».: Ο ομοερωτικός έρωτας ως εμπειρία απελευθέρωσης επανέρχεται δυναμικά στο προσκήνιο κι αυτή τη φορά λειτουργεί ως ο αναγεννητικός εκείνος μοχλός που επιτρέπει στο υποκείμενο να ανακαλύψει μέσα στην απειράριθμη διαθεσιμότητα τη βιολογική ταυτότητα που του ταιριάζει και να την επιλέξει κατά το δοκούν. Το coming οut έχει συντελεστεί κι η λοατκια+ εμπειρία δεν κρύβεται πια από κανένα στοιχείο της φύσης. Κορύφωση όλων των παραπάνω αποτελεί η μεταστροφή του τέλους του αποσπάσματος, όπου πια η μεταβολή αποτελεί μια υπαρκτή πραγματικότητα και έχει πλέον ξεπηδήσει από τα θραύσματα των παρελθουσών εμπειριών μια αναβαπτισμένη θηλυκότητα, ώστε να μας προετοιμάσει κατάλληλα για την αποκορύφωση της συνέχειας που κρύβει και το επιμύθιο της όλης ποιητικής σύνθεσης.

«Και βλέπω πέρα τα παιδιά και τες αντρογυναίκες/ Γύρου στη φλόγα π’ άναψαν, και θλιβερά τη θρέψαν/ Μ’ αγαπημένα πράματα και με σεμνά κρεβάτια,/ Ακίνητες, αστέναχτες, δίχως να ρίξουν δάκρυ»: Στην κορυφαία ίσως στιγμή του έργου, το οπτικό πεδίο του ποιητικού υποκειμένου έχει ξεπεράσει επιτυχώς την «αναβάθρα» δυσκολιών και φραγμών που μεσολάβησε, με αποτέλεσμα να βρίσκεται πλέον στη θέση να αντικρίσει κατάματα τις τρανς θηλυκότητες και την πραγματική τους ταυτότητα φύλου. Οι τελευταίες δεν θρηνούν πια για όλα εκείνα που η πατριαρχία θέλησε, αλλά περήφανες και έντιμες κοιτούν το ελπιδοφόρο και πολύχρωμο μέλλον που ανάβει δίπλα στη φωτιά που θα κάψει τον πατριαρχικό, σεξιστικό και φασιστικό κόσμο του παρελθόντος. Σ’ αυτή τη νέα αφήγηση που γεννιέται, σημαντική είναι και η παρουσία των παιδιών, ως του επόμενου μεγάλου «στοιχήματος» πλέον χειραφέτησης, της νέας γενιάς που δεν θα αναπαραγάγει τις ίδιες παθογένειες αλλά θα οικοδομήσει έναν κόσμο αγάπης.

Επιμύθιο

Με τα Ελεύθερ@ Πολιορκημέν@ του, το –δικαιούμαστε να χρησιμοποιούμε πλέον βάσει των όσων αποδείξαμε το άρθρο αυτό– Διονύσιο Σολωμό δίνει τη δική του μάχη, με ένα πρώτο κι επιφανειακό της επίπεδο τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, αλλά με ουσιαστικό και γενεσιουργό πυρήνα της την ατομική σεξουαλική απελευθέρωση, την προγραμματικά queer κι άφυλη τοποθέτηση και την gender-equality λεκτική διατύπωση. Υποσκάπτοντας μαχητικά την εθνικιστική ρητορική, υμνώντας τη ρευστότητα των ορίων και το ευμετάβλητο των ταυτοτήτων κι αντιπαραβάλλοντας στην πατριαρχική δομή της κοινωνίας τις LGBT+ αντιλήψεις και πρακτικές, το Σολωμό ανοίγει ένα δρόμο πολύχρωμο και φωτεινό για τη νεοελληνική ποίηση και τη συμπεριληπτικότητα που η τελευταία κιόλας από το ξεκίνημά της εγγενώς φέρει κι ενέχει. Στη σημερινή εποχή είμαστε όλ@ πολιορκημένα από την πατριαρχία, το συστημικό ρατσισμό και τη βία που αυτά γεννούν, με την ελευθερία μας μέσα σ’ ένα τέτοιο καθεστώς να τίθεται διαρκώς εν αμφιβόλω. Εκεί είναι που συναντούμε εκ νέου το Σολωμό και το έργο που εκείνο μας κληροδότησε ώστε να πάρουμε μια ανάσα και να συνεχίσουμε τον κοινό μας αγώνα για την απελευθέρωση των σωμάτων μας από τα δεσμά, για το δικαίωμα των θηλυκοτήτων στα στήθη και τη μήτρα τους, είτε αυτή υφίσταται είτε όχι, για την αντιρατσιστική μας επαγρύπνηση και την ατομική μας αυτοπραγμάτωση.

* Η Σάρα-Ζεϊνέπ Σολή είναι Visual Artist, μεταδιδακτορική ερευνήτρια στις Σπουδές Φύλου, Πανεπιστήμιο του Τορόντο, Καναδάς. 

~.~

*

*

*

*