Το ένστικτο της μίμησης και η ελληνική επαρχία

*

του ΜΙΧΑΛΗ ΒΙΡΒΙΔΑΚΗ

τὸ τὲ γὰρ μιμεῖσθαι σύμφυτον τοῖς ἀνθρώποις
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, Περὶ ποιητικῆς

Όπως και να το κάνουμε νοιώθει κανείς περήφανος μπροστά στις υποκριτικές επιδόσεις των μαθητών του. Ακόμα και εδώ, στον νότο της ελληνικής επαρχίας, όπου κανένας Αθηναίος κριτικός θεάτρου δεν μας κάνει την τιμή να ταξιδέψει πλέον για να αξιολογήσει αυτές τις προσπάθειες, καμιά περισπούδαστη τηλεοπτική εκπομπή δεν αφιερώνει χρόνο γι’ αυτές τις παραστάσεις, καμιά εφημερίδα, ούτε καν το δημοσιογραφικό της τμήμα, δεν ασχολείται με το θέατρο στην επαρχία, λες και όλοι, ομοθυμαδόν, είναι απολύτως σίγουροι ότι το ένστικτο της μίμησης έχει το αποκλειστικό προνόμιο να αναφύεται μόνον στους καλλιτεχνικούς κύκλους της Αθήνας και οποιαδήποτε άλλη προσπάθεια εκτός του κλεινού άστεως είναι, ως εκ τούτου, εκ των προτέρων καταδικασμένη στην αδιαφορία τους.

Για την αντίληψη όλων αυτών το ένστικτο της μίμησης είναι δηλαδή κάτι σαν τα λαχανάκια Βρυξελών ή τη μαστίχα της Χίου όπου ο τόπος παραγωγής αποτελεί εγγύηση για την ποιότητα του προϊόντος! Πόσο γελάω όταν διαβάζω τις κατά τα άλλα σοβαροφανείς αναλύσεις, από τους ίδιους αυτούς ανθρώπους, δημοσιογράφους και κριτικούς, για την υπερπληθώρα των θεατρικών παραστάσεων στην Αθήνα ή για τον κορεσμό των θεατρικών χώρων, ή για την απελπισία του θεατή που δεν ξέρει σε ποια παράσταση να πρωτοτρέξει, όταν με τη στάση τους είναι φανερό ότι δεν κάνουν τίποτα άλλο, παρά να λιβανίζουν την ίδια αυτή υπάρχουσα κατάσταση για την οποία διατείνονται ότι διαφωνούν! Γιατί ερωτώ, πώς θα αποσυμφορηθεί το κλεινόν άστυ, πώς ένας νέος καλλιτέχνης να επιλέξει ως έδρα του μια επαρχιακή πόλη όταν η καλλιτεχνική παραγωγή της ελληνικής επαρχίας, ακόμα και τα πιο λαμπρά παραδείγματα που έχει να επιδείξει, είναι καταδικασμένα σήμερα στην αφάνεια και στην αδιαφορία εκ μέρους της επίσημης κριτικής και της κρατικής αντίληψης για το θεατρικό γίγνεσθαι στην υπόλοιπη Ελλάδα;

Σε μια επίσκεψη του θιάσου μου πριν την πανδημία στην Αθήνα, θιάσου μάλιστα επιχορηγούμενου, για την παρουσίαση ενός αξιόλογου θεατρικού έργου στο θέατρο Σφενδόνη, που ανέβαινε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, θεωρήσαμε πως λογικά θα έπρεπε να ενδιαφέρει τον θεατρικό κόσμο, και καλέσαμε όλους τους κριτικούς που διατηρούν στήλη θεάτρου στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο. Ελάχιστοι ήρθαν και κάποιοι προέβαλαν την απίστευτη δικαιολογία πως «δεν είχαν καμιά υποχρέωση να ανταποκριθούν λόγω φόρτου εργασίας, αφού είχαν ήδη επιλέξει να καλύψουν δεκάδες αθηναϊκές παραγωγές!»

Ακόμα και η Ένωση Θεατρικών Κριτικών που συστάθηκε πρόσφατα, όπως διάβασα, για να απονέμει βραβεία θεάτρου, εξαιρεί από το καταστατικό της την ιδιωτική πρωτοβουλία στον χώρο του θεάτρου στις επαρχιακές πόλεις και αποδέχεται μόνον την λειτουργία των ΔΗΠΕΘΕ! Έλεος, τόση υποκρισία! Αφού τα περισσότερα ΔΗΠΕΘΕ ανά την Ελλάδα ανακυκλώνουν τους ήδη υπάρχοντες ηθοποιούς και σκηνοθέτες, που κατά κύριο λόγο προέρχονται από το κατεστημένο της Αθήνας! Οι παραγωγές αυτές δεν έχουν να κάνουν σε τίποτε με το ντόπιο καλλιτεχνικό δυναμικό μιας επαρχιακής πόλης και στις περισσότερες περιπτώσεις η διανομή και οι πρόβες του θιάσου γίνονται στην Αθήνα και απλώς οι παραστάσεις επισκέπτονται τους «επαρχιώτες» στις περιφέρειες, υποτιμώντας τη νοημοσύνη και την ευαισθησία τους, δίκην περιπλανώμενων θιάσων και ας λένε το αντίθετο, με αφορμή πάντα μία παράσταση και μετά διαλύονται…

Αυτό συνιστά σοβαρότητα; Ανάληψη ευθύνης απέναντι στο καλλιτεχνικό δυναμικό των επαρχιακών πόλεων; Διέξοδο από την καλλιτεχνική συμφόρηση της Αθήνας; Τι; Ρίχνει κανείς μια ματιά τι γίνεται στα άλλα κράτη, στη Γερμανία, ας πούμε; Μήπως ήρθε η ώρα το Υπουργείο Πολιτισμού, οι κριτικοί θεάτρου που επηρεάζουν την κοινή γνώμη, τουλάχιστον οι σοβαρότεροι εξ αυτών, η πρόσφατα συσταθείσα Ένωση Θεατρικών Κριτικών και οποιοσδήποτε άλλος φορέας διαμορφώνει σήμερα την εικόνα του θεάτρου συνολικά στην ελληνική επικράτεια να ξανασκεφτούν αυτά τα θέματα;

~.~

Φωτογραφία: Η Ιφιγένεια στο Σπλοτ, με την Ντία Κοσκινά. Η παράσταση του Θεάτρου Κυδωνία θα ταξιδέψει από τα Χανιά στην Αθήνα την άνοιξη και θα παρουσιαστεί στο Θέατρο Σταθμός του Μάνου Καρατζογιάννη: Μεγάλη Δευτέρα 29 Απριλίου, Μεγάλη Τρίτη 30 Απριλίου και Μεγάλη Τετάρτη 1 Μαΐου 2024.

 

*