Ένα αρχαιοπρεπές ποίημα αφιερωμένο στον βασιλιά Όθωνα

*

Εισαγωγικά-μετάφραση ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΡΥΣΟΓΕΛΟΣ

Ένα εν πολλοίς ανεξερεύνητο πεδίο έρευνας της νεοελληνικής φιλολογίας είναι η αρχαιοπρεπής λογοτεχνική παραγωγή μετά την δεύτερη άλωση έως, κατ’ ουσίαν, την εποχή μας. Στα χρόνια του Όθωνα ο λόγιος καθηγητής του Πανεπιστημίου Φίλιππος Ιωάννου γράφει ποίηση χρησιμοποιώντας τις αρχαίες διαλέκτους, καθώς και τα μέτρα της αρχαίας ποίησης. Το εγχείρημα είναι ενδιαφέρον τόσο από αισθητική, όσο και από ιδεολογική σκοπιά. Εδώ μεταφράζω μία «Ωδή» που γράφτηκε με αφορμή την επέτειο των 25 ετών από την άφιξη του Όθωνα στο Ναύπλιο. Δημοσιεύτηκε στο βιβλίο του Ιωάννου Φιλολογικά πάρεργα, το οποίο κυκλοφόρησε μετά την έξωση του Όθωνα (1865, αλλά αντλώ από τη δεύτερη έκδοση, του έτους 1874, σσ. 513-515) γι’ αυτό στον τίτλο του ποιήματος γίνεται λόγος για τον «πρώην βασιλέα» – παράλληλα δίνεται η πρόσθετη πληροφορία ότι το σύνθεμα εκφωνήθηκε ενώπιον του μονάρχη το 1858. Σε ό,τι αφορά τη μορφή και τη γλώσσα του ποιήματος, ο Ιωάννου προβαίνει σε μία ενδιαφέρουσα μείξη: Ενώ από άποψη εξωτερικής κατασκευής παραπέμπει στην ποίηση της Σαπφούς, το ιδίωμα στο οποίο γράφεται το στιχούργημα δεν είναι, όπως θα περίμενε κανείς, εκείνο της σπουδαίας ποιήτριας, δηλαδή το αιολικό, αλλά το δωρικό. Από άποψη στιχουργικής προσπάθησα να μείνω, στο μέτρο του δυνατού, κοντά στη σύλληψη του Ιωάννου, γι’ αυτό έπλασα τετράστιχες (ιαμβικές) στροφές με τους τρεις πρώτους στίχους ενδεκασύλλαβους και τον τελευταίο επτασύλλαβο (αντίστοιχα στο αρχαίο: τρεις ενδεκασύλλαβοι και ένας πεντασύλλαβος). Στο τέλος της μετάφρασης δίνονται λίγες επεξηγηματικές σημειώσεις και στη συνέχεια παρατίθεται το πρωτότυπο.

(Μεταφράσεις μου σε άλλα αρχαιοπρεπή ποιήματα του Φίλιππου Ιωάννου μπορεί να βρει ο αναγνώστης στο διαδικτυακό περιοδικό Χάρτης, τχ. 46 και 58, Οκτωβρίου 2022 και 2023 αντίστοιχα)

~.~

Φίλιππος Ιωάννου

Ωδή

[σε σαπφικό μέτρο και δωρική διάλεκτο]

με αφορμή την επέτειο για τα είκοσι πέντε έτη από την απόβαση του πρώην βασιλιά της Ελλάδας Όθωνα· συντέθηκε κατόπιν παραγγελίας της Ακαδημαϊκής Συγκλήτου και αναγνώστηκε ενώπιον του βασιλιά εξ ονόματος του συλλόγου των καθηγητών του Πανεπιστημίου,
στις 25 Ιανουαρίου 1858.

Μα η δόξα των περασμένων έργων σβήνει και οι θνητοί εύκολα ξεχνούνε. (Πίνδαρος, Έβδομος Ισθμιόνικος)

Χαράς αχτίδα πέφτει στην Ελλάδα
ολάκερη, κι απ’ το τρανό τραγούδι
της πλούσιας του Άργους γης η δοξασμένη
ακρογιαλιά δονείται,

όπου παλιά απ’ τις διαδρομές του Νείλου
με πλοίο γερό, τα κύματα αψηφώντας,
ο Δαναός με τους συντρόφους του ήρθε,
του Βήλου το βλαστάρι.

Αυτός στους γόνους έφερε του Ινάχου
τη γνώση και τους νόμους της πατρίδας
κι ωφέλιμα κι αρίφνητα έδειξε έργα
στους αμαθείς ανθρώπους.

Εκεί ποιος λόγος τώρα συγκεντρώνει
αυτό το πλήθος το εκλεκτό, φερμένο
απ’ όλη την Ελλάδα; Ποια ευτυχία
γεμίζει την καρδιά τους;

Ακούστε· το χαλκόστομο κανόνι
από τις άκρες της Ακροναυπλίας
βροντοφωνάζει και παντού κηρύσσει
την πάνδημη γιορτή μας.

Κοιτάξτε· λάμπουν οι πυρσοί χιλιάδες
στα στέρεα τείχη μέσα του Ναυπλίου
και στην Ελλάδα για όλους διαμηνύουν
μια ημέρα ευλογημένη·

τι εικοσιπέντε χρόνια πια έχουν φύγει
που η γη τον ήλιο τον λαμπρό γυρίζει,
αφότου ο βασιλιάς μας Όθων ήρθε
στην όχθη αυτής της πόλης.

Βλαστός καλός, επιφανής κι η φύτρα
– των Βιττελσβάχων, που ένδοξη λογιέται,
και τώρα τον γενναίο διαφεντεύει
λαό της Βαυαρίας.

Τάχα μπορεί κανείς να μη γνωρίζει
τον τιμημένο Λουδοβίκο; Δάφνες
και στέμμα το κεφάλι του κοσμούνε,
σε βασιλιά που αρμόζουν.

Στους νιόσπαρτους κατοίκους της Ελλάδας
ως άλλος Δαναός φάνηκε ο γιος του,
στον Ίναχο, στου Πέλοπα τη νήσο
σαν έφτασε από πέρα·

στους Έλληνες, που οι μάχες τους ρημάξαν,
Ειρήνη χάρισε και Δικαιοσύνη
– της πολυπόθητης Ελευθερίας
τους συμπαγείς πυλώνες.

Με σύνεση και τον εμφύλιο παύει,
το κτήνος που κατέτρωγε τη χώρα
για χρόνια, και στων Αχαιών τη σκέψη
φυτεύει την Ομόνοια.

Χάρη σ’ εσένα, βασιλιά μου, πάλι
από τις στάχτες τους οι πόλεις βγαίνουν
κι η Δήμητρα τα δώρα της προσφέρει
στα χρυσαφιά χωράφια.

Χάρη σ’ εσένα, η σκούρα ελιά στολίζει
κάθε κοιλάδα και πλαγιά στη γη μας·
καρπίζουν και τα αμπέλια με σταφύλια
του χαρωπού Διονύσου.

Χάρη σ’ εσένα, δάση πλημμυρίζουν
με των ποιμενικών αυλών τους ήχους,
ενώ οι βοσκοί στα αρκαδικά μας όρη
χορεύουν για τον Πάνα.

Χάρη σ’ εσένα, σκίζουν μες στο Αιγαίο
πλησίστια τα πλοία μας το κύμα
– τόσα τον Κάυστρο των κύκνων σμήνη
δεν πέρασαν ποτέ τους.

Οι βάρβαρες κραυγές του Δία τις κόρες
με φόβο είχαν γεμίσει κι έτσι αφήσαν
της Ιπποκρήνης τα νερά· συ πάλι
τις έφερες στο σπίτι.

Στης Αθηνάς την ξακουστή την πόλη
οικοδομείς ναό λαμπρό για εκείνες·
εδώ συνάζεις τους σεμνούς ιερείς τους
και τους πιστούς συντρόφους.

Χαίρε Όθων, και τη λέξη τούτη δέξου
απ’ όλους στον ναό με προθυμία,
γιατί είναι η πίστη που τη μεταφέρει
στον σεβαστό σου θρόνο.

Χαίρε ξανά, και με την Αμαλία
τη ρήγισσα χρόνια πολλά να ζείτε,
στα χέρια εσύ τα σθεναρά κρατώντας
το ακτινοβόλο σκήπτρο.

~.~

Σ Η Μ Ε Ι Ω Σ Ε Ι Σ

Δαναός = Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Δαναός ο γιος του Βήλου δίδαξε στους Αργείους τη γραφή. Η ταύτιση του Όθωνα με τον Δαναό αποτελεί κοινό τόπο στην επίσημη ρητορική της εποχής.
Ίναχος = Ο μυθικός βασιλιάς του Άργους και ο ομώνυμος ποταμός στον νομό Αργολίδας.
Βιττελσβάχων = Ο οίκος των Wittelsbach της Βαυαρίας, από τον οποίο προέρχονταν ο Όθων και ο πατέρας του, Λουδοβίκος.
Η νήσος του Πέλοπα = Πελοπόννησος.
Ιπποκρήνη = Πηγή αφιερωμένη στις Μούσες, στο όρος Ελικών της Βοιωτίας.
Κάυστρος = Ποταμός στη ΜΑ, σημερινή Τουρκία.
~.~

ᾨδὴ

ἐν μέτρῳ σαπφικῷ διαλέκτῳ δὲ δωρικῇ

εἰς τὴν ἡμιπεντηκονταετηρίδα ἑορτὴν τῶν ἀποβατηρίων τοῦ πρῴην βασιλέως τῆς Ἑλλάδος Ὄθωνος, ποιηθεῖσα ἐντολῇ τῆς Ἀκαδημαϊκῆς Συγκλήτου καὶ προσενεχθεῖσα τῷ Βασιλεῖ ἐξ ὀνόματος τοῦ συλλόγου τῶν καθηγητῶν τοῦ Πανεπιστημίου τῇ κε΄ Ἰανουαρίου ἔτει /αωνη/

Ἀλλὰ παλαιὰ γὰρ εὕδει
χάρις, ἀμνάμονες δὲ βροτοί·
ΠΙΝΔ. ΙΣΘΜ. Ζ΄

Ἑλλάδ’ ἀκτὶς γαθοσύνας ἐπ’ αἶαν
κίδναται πᾶσαν, λιγυρὰ δὲ μολπὰ
Ἄργεος καθ’ ἱπποβότω κλεεννὰν
ᾀόν’ ὄρωρεν·

ἔνθα γ’ ἐκ Νείλω ῥεέθρων πάροιθε
κέλσεν εὐσέλμῳ πολύφλοισβον οἶδμα
ναΐ Βαλίδας Δαναὸς περάσας
οἷς σὺν ἔταισι.

Καί ῥ’ ἱδρείαν Ἰναχίδαις ἔνεικε
Χέμμιδος πολισσονόμως τε θεσμώς·
πολλά δ’ ἀγνῶτας βιόχρηστα λαὼς
ἔργα δίδαξε.

Τί χρέος νῦν τοσσατίαν ἀγείρει
κεῖθι πληθὺν Ἑλλάδος ἐξ ἁπάσας
ἐκκρίτων ἀνδρῶν; Τί δέ τέ σφι γᾶθος
ἦτορ ὀρίνει;

Ἠνὶ Ναυπλίας ἀπ’ ἄκρας ἐρίπνας
βρυχίαν χαλκόστομος ὄλμος ἀχὼ
τῆλ’ ἑορτᾶς δαμοτελοῦς ἵησιν
ἀγγελιῶτιν.

Ἠνὶ νηρίθμων σελάγισμα πυρσῶν
ἀμ πόλιν τειχηρέα Ναυπλίοιο
Ἑλλάδι φράσδει πολύευκτον ἥκειν
πάντεσιν ἆμαρ·

πεντάκις γὰρ πέντε τέλεσσε γαῖα
παμφαὲς πόλω περὶ ὄμμα κύκλως,
ἐξότε σκαπτοῦχος Ὄθων ἔκελσε
ναυπλίᾳ ἀκτᾷ,

ὄζος ἠΰς εὐκλεέος γενέθλας
τᾶς Βιτλεσβάχων, μεγάλ’ ἅ τ’ ἔρεξε,
νῦν τε λαοῖς Βαυαρίας μεναίχμαις
πᾶσιν ἀνάσσει.

Τίς πόκ’ ἔντ’ ἀνάκοος εὐρυτίμω
Λουδοβίκω, τὸν ῥ’ ἑλικωνία τε
κοσμέει δάφνα, βασιλήϊόν τε
στέμμα κάρανον;

Τῶ ῥ’ Ὄθων ἐκφὺς ναέταις νέοισιν
Ἑλλάδος νέος Δαναὸς φαάνθη,
Ἰνάχω ῥοὰς Πέλοπός τε νᾶσον
τηλόθεν ἐλθών.

Καὶ γὰρ εἰράναν ὑπ’ Ἄρηϊ πολλὰ
τλᾶσιν Ἑλλάνεσσι δίκαν τ’ ἔνεικεν
ὀρθίαν, ἐλευθερίας ἐραννᾶς
βάθρον ἄσειστον.

Λῦσε δ’ ἔμφυλον πινυτᾶτι νεῖκος,
ἄγριον δάκος, κραδίαν κατέσθον
δαρὸν Ἑλλάδος, φιλότατ’ Ἀχαιῶν
φρασσὶ φυτεύσας.

Τεῦ, ἄναξ, ἕκατι καθ’ Ἑλλάδ’ αὖθις
ἐκ τέφρας παντᾷ πόλιες φύονται,
καί τε Δηοῦς δῶρα γύας καλύπτει,
χρύσεα λαῖα·

Τεῦ ἕκατι γλαυκοχρόῳ κομῶντι
κοιλάδες καὶ κλίτεα γᾶς ἐλαίᾳ,
εὔφρονος δέ τ’ ἀμφιτέθαλεν ἔρνος
εὔβοτρυ Βάκχω.

Τεῦ ἕκατι δ’ αὖθις ἀν’ ἄλσε’ ἀχὼ
ποιμένων αὐλὸς προχέει λιγεῖαν·
αἰπόλος δέ τ’ Ἀρκαδίας ἀν’ ὤρη
Πανὶ χορεύει·

Τεῦ ἕκατι ναυσὶ τόσαισιν οἶδμα
τέμνετ’ Αἰγαῖον τανυσιπτέροισιν,
ὅσσα κύκνων οὔ ποκ’ ἔπλευσεν ἔθνη
ῥεῦμα Καΐστρῳ·

ἀλλὰ καὶ κώρας Διός, αἵ τ’ ἀϋτὰν
βαρβάρων ἀτυζόμεναι ῥέεθρον
Ἱπποκράνας κάλλιπον, Ἑλλάδ’ ἐς γᾶν
ἄγαγες αὖθις·

Παλλάδος δ’ ἐν ἄστεϊ πουλυκλείτῳ
ἀγλαόν σφι δείμαο ναόν, ἔνθα
προσπόλως θεῶν πολέας κάλεσσας
ἠδ’ ὀαριστάς.

Χαῖρ’, ἄναξ Ὄθων· τόδε δέχνυσ’ εὔφρων
προσπόλων ναῶ ἔπος ἐξ ἁπάντων,
ἐκ φρενὸς πιστᾶς προϊόν, τεόν τε
θῶκον ἱκᾶνον.

Χαῖρ’, ἄναξ Ὄθων, σὺν ὁμοθρόνῳ τε
ζᾶθι δαρὸν Ἀμαλίᾳ τρισέπτῳ,
σκᾶπτον αἰγλᾶεν σθεναραῖσιν αἰὲς
χείρεσι νωμῶν.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΡΥΣΟΓΕΛΟΣ