Υπέρ Κεντρωτή λακτίζειν

κεντρωτ

~.~

του ΔΗΜΗΤΡΗ ΦΙΛΙΠΠΟΥ

Ως συνήθως, η τελευταία μετάφραση του Κεντρωτή προκάλεσε πυρ ομαδόν. Ώς και καθηγητές της μετάφρασης ή της φιλολογίας βάλθηκαν να επιχειρηματολογούν ότι χρειάστηκαν λεξικό (των ελληνικών) για να παρακολουθήσουν τη μετάφραση, αλλά και ότι ο Κ. κάνει επιλογές που δεν δικαιολογούνται από «το λεξικό» (των γαλλικών).

Θα ήταν δύσκολο να αμφισβητήσει κανείς ότι ο Κ. καταφεύγει συστηματικά σε λογής-λογής ιδιωματικούς τύπους, συχνά αναντίστοιχους με το ύφος του πρωτοτύπου. Είναι όμως αξιοπερίεργο πώς τόσοι και τόσοι φιλαναγνώστες και φιλολογούντες δεν εννοούν να εννοήσουν ότι αν όχι ρητά, τουλάχιστον προγραμματικά ο Κ. δίνει μεταφράσεις σε στυλ παρόμοιο με εκείνο των δικών του ποιημάτων. Θα έπιανε κανείς με την ίδια άνεση να κατακρίνει γι’ αυτό και παλιούς λογοτέχνες «του Κανόνος»; ‘Η μόνον οι νεκροί δεδικαίωνται για τέτοιες ιδιοτροπίες, οπότε θα πρέπει να … πεθάνει ο άνθρωπος για να αξιολογηθούν οι μεταφράσεις του σε σχέση με το καθαυτό λογοτεχνικό του έργο;

Πέρα όμως από την ιδιαίτερη περίπτωση του λογοτέχνη που κάνει και μεταφράσεις, τίθεται ένα ευρύτερης εμβέλειας ερώτημα: όλοι όσοι μεταφράζουν σήμερα γνωστά, «κλασικά» κείμενα που έχουν ήδη μεταφραστεί (και θα μεταφραστούν ξανά και στο μέλλον) οφείλουν δηλαδή να μοιράζονται τα ίδια μεταφραστικά ιδεώδη πιστότητας, ακρίβειας, οικειότητας και κοινοχρησίας; Αν κάποιες μεταφράσεις που ήδη υπάρχουν και κυκλοφορούν είναι πιο κοντινές τόσο στο πρωτότυπο όσο και στο τρέχον γλωσσικό αίσθημα, όπως γράφεται, μα … ακριβώς, ένας λόγος παραπάνω για να γίνονται και μεταφράσεις με στοχεύσεις διαφορετικές, μεταφράσεις που παρεκκλίνουν από ένα consensus το οποίο ήδη υπηρετείται, υποτίθεται, ικανοποιητικά.

Αυτά όμως φαντάζουν υψηλές θεωρίες μπροστά στα επιχειρήματα δίκην αυτοτρικλοποδιάς που βλέπουμε να αντιτείνονται. Είναι δυνατόν επαγγελματίες του λόγου να ισχυρίζονται σοβαρά ότι χρειάζονται λεξικό για λέξεις όπως (επιλέγω από παραδείγματα που χρησιμοποιήθηκαν, από αξιόλογη μάλιστα ομότεχνο του κρινόμενου) μπαίγνιο, ξεδιψάστρα, άμιχτη, νέρινη, κατάρατες, σκιώσεις, ασκημιά, δισκοποτήρι, ντροπαλότη, γεροσύνη, αβυσσωμένα, αστερωμένα, ανάπνια, εχτύπαε, εκάπναε, ήμπαν, εγέλααν, πλέχουν, ευώδα, όμμα, βένθη, χορεία, δεσμωτεία, φιλόψογα, έμφοβα, αείζωο, πανόλβιος, ασπαίρον, έμπλεες, πυρφόρες, ατύπτως, αδολέσχως, επειράσθη, εκπτύσσεται, συγχρώνται, μαρμαίρουν, μεθύσκει, στίζει, σπένδουν, εμπεδούνται; Ο άλλος δε ισχυρισμός, ότι ανοίγουμε λεξικό και για το «μπονζούρ», δεν σημαίνει αυτοδικαίως ότι οφείλουμε κατόπιν και να το μεταφράσουμε μόνο με ό,τι βρούμε στο λήμμα: το λεξικό δεν το φτιάχνουν τίποτα θεότητες, αλλά ακόμα κι αν έχει ερμηνεύματα σπάνιας ευστοχίας, θα έχει αυτονόητα και περιορισμούς λόγω του όποιου μεγέθους του. Είναι αφελές να περιμένει κανείς ότι ένα λεξικό, ακόμα και το πληρέστερο και πλέον έγκυρο, θα καταγράφει όλες τις δυνατές σημασίες ή αποχρώσεις που μπορεί να πάρει μια λέξη ή έκφραση, ώστε να μπορεί να ανακηρυχθεί κύφων πομπεύσεως ατάκτων μεταφραστών.

Η πληθωρική ανακυκλοφόρηση ξεχασμένων τύπων, που ως επί το πολύ εγγράφονται πλέον στο λεγόμενο παθητικό λεξιλόγιο των περισσότερων αναγνωστών, ασφαλώς δεν συνιστά πρακτική που θα πρέπει να ακολουθήσει για οποιαδήποτε κείμενα σύσσωμη η μεταφραστική κοινότητα. Όμως προέχει να συνειδητοποιήσουμε ότι η επίκληση ενός προτάγματος στυλιστικής ομοιογένειας, μέσω της αλγοριθμικής τυποποίησης της μετάφρασης, εκβάλλει σε έναν γλωσσικό ορίζοντα όπου η πολλή συμμόρφωση θα γίνει στενός κορσές.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΙΛΙΠΠΟΥ

ΥΓ. Όχι, δεν με ενθουσιάζουν οι μεταφράσεις του Κεντρωτή, όμως φρονώ πως ζητούν άλλη αντιμετώπιση, έστω και μόνον ως παράρτημα του έργου ενός από τους καλύτερους σημερινούς ποιητές μας.