Άρης Μπερλής (1944-2018)

berlis

~.~

Σε μια άλλη χώρα, που ξέρει να ζυγίζει το έχει της, ο θάνατος του Άρη Μπερλή θα ήταν γεγονός βαρύ. Εδώ θα παρέλθει φοβάμαι με μια λεζάντα, από κείνες τις έτοιμες και βολικές της στιγμής: «σημαίνουσα απώλεια», «από τις πιο αξιόλογες μορφές», «καλό του ταξίδι»…

Κι όμως, δεν ήταν άνθρωπος βολικός ο Άρης. Τον πότιζε εδώ και χρόνια μια μελαγχολία βαθιά, εκείνο το ρίγος εμπρός στο ανέκκλητο που ραψώδησε τόσο καθηλωτικά ένας Φίλιπ Λάρκιν.

Όλη τη μέρα στη δουλειά, τα βράδια πίνω.
Ξυπνώ στις τέσσερις μες στ’ άηχο σκοτάδι.
Κοιτώ τα στόρια αντίκρυ μου προσμένοντας το φως.
Ώς τότε αυτόν που είναι πάντα εκεί διακρίνω :
μια μέρα ακόμη πιο κοντά, κι άοκνο, τον Άδη
κάθε μου σκέψη ν’ ακυρώνει έξω απ’ το πώς
το πού, το πότε θα πεθάνω και εγώ.

Η κουβέντα μαζί του ήταν δύσκολη, γεμάτη κενά, σαν για να δώσει στον συνομιλητή του την ευκαιρία να αναλογιστεί κι εκείνος την μεγάλη αυτή αλήθεια. Κι όμως, ο αγαπημένος του ποιητής, αυτός στον οποίο αφιέρωσε τα λαμπρότερά του δοκίμια, υπήρξε όχι κανένας πεισιθάνατος και φωτοφοβικός, αλλά ο ηλιοπότης Οδυσσέας Ελύτης. Και ουδείς απέδωσε με περισσότερη εκρηκτικότητα τον Γκίνσμπεργκ και το Ουρλιαχτό του στα ελληνικά, απ’ αυτόν τον επιφυλακτικό Πατρινό και Παγκρατιώτη. Τα αντίθετα έλκονται…

Αλλά και τις έτοιμες λύσεις ο Μπερλής τις αποστρεφόταν. Ώς και στους τίτλους των μεταφράσεών του, θα έλεγες. Πορτραίτο του καλλιτέχνη σε νεαρά ηλικία, όχι σε «νεαρή», επέμενε – αυτά τα τέσσερα ι στη σειρά είναι κακόηχα. Ο καθρέφτης και το φως, όχι «και η λάμπα» – και εξηγούσε με πάθος γιατί. Αγαπούσε τη διδασκαλία, η δουλειά του με τα νέα παιδιά στο ΕΚΕΜΕΛ, όπου χρημάτισε ανάμεσα στ’ άλλα και διευθυντής, του έδινε χαρά. Αναγκάστηκε να παραιτηθεί και από κει και από την προεδρία της επιτροπής των Κρατικών Βραβείων Μετάφρασης υπό συνθήκες τυπικά νεοελληνικές – για να διατηρήσει την αξιοπρέπειά του.

Τα κατάφερε όσο λίγοι. Στάθηκε κύριος σε όλα του. Με ό,τι καταπιάστηκε, απ’ όπου κι αν πέρασε, άφησε έργο. Μας έμεινε τουλάχιστον αυτό.

ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗΣ