Ο πίθος των Δανα·ί·δων

Σχετική εικόνα

~ . ~

του ΦΩΤΗ ΔΟΥΣΟΥ

Τείνουμε να συνδέουμε όλες τις ασθένειες σήμερα με ψυχολογικά ή συναισθηματικά αίτια. Πρόκειται για μια πεποίθηση λίγο καταχρηστική, αφού είναι αναπόδεικτη, που δεν απέχει πολύ από την πίστη μας στα άστρα. Φορώντας το περισπούδαστο ύφος του ειδικού γνωμοδοτούμε επί πασών των περιπτώσεων χωρίς να θέτουμε υπό έλεγχο την ακρίβεια των λόγων μας. Πιστεύουμε ακράδαντα ότι η ερμηνευτική μας είναι καίρια και αδιάβλητη διότι έχει κριθεί μέσα στην διακεκαυμένη ζώνη της προσωπικής μας εμπειρίας. Αυτό την χαλυβδώνει.

Ακόμα και στα νοσοκομεία η πρώτη ερώτηση που θέτουν οι γιατροί στον νεοεισαχθέντα ασθενή ανεξαρτήτως πάθησης, είναι αν έχει άγχος. Βέβαια η ερώτηση γίνεται με την ελαφρότητα και την υστεροβουλία του ρητορικού ερωτήματος. Υπάρχει άνθρωπος χωρίς άγχη, ειδικά σε εποχές μέγιστης ανασφάλειας όπως η δική μας; Αλλά ο εφημερεύων γιατρός δεν είναι αναγκασμένος να γνωρίζει ψυχολογία του βάθους για να κουράρει τον ασθενή και επιπλέον δεν έχει χρόνο για μια τέτοια προσέγγιση. Ο ασθενής πρέπει να ανακουφισθεί πάραυτα. Επομένως, παρά την γενική βεβαιότητά μας ότι η αρρώστια έχει ψυχολογικές ρίζες, αποφεύγουμε να επιτεθούμε σε αυτές, αγνοούμε τις βαθιές αιτίες και περιορίζουμε την θεραπεία γύρω από τα συμπτώματα.

Η ίδια η ζωή κάποτε ακυρώνει τις βεβαιότητές μας, ανατρέπει τις εδραιωμένες αντιλήψεις, καταρρίπτει τις δεισιδαιμονίες μας. Αν υπήρχε συγκεκριμένος και αποτελεσματικός τρόπος καταπολέμησης της ασθένειας εν γένει, αυτή θα είχε εξαλειφθεί παντελώς από προσώπου γης (τότε θα δημιουργούνταν άλλα προβλήματα φιλοσοφικής, υπαρξιακής και… χωροταξικής φύσεως βέβαια). Κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί μέχρι στιγμής και η συνομωσιολογία ενάντια στις μεγάλες φαρμακευτικές εταιρίες φουντώνει. Αναγκαστικά το άτομο καταφεύγει ακόμη σε γιατροσόφια και μαγγανείες ιδιωτικής χρήσης.

Όλοι λίγο πολύ έχουμε σχεδιάσει ένα ιδιότυπο προσωπικό στρατήγημα που υποτίθεται διαφυλάττει την υγεία μας και περισώζει την ακεραιότητά μας. Έτσι κάποιος γίνεται vegeterian, άλλος γυμνάζεται φρενιτιωδώς, τρίτος αποφεύγει τα λιπαρά και έτερος κόβει το τσιγάρο. Η κοινή λογική δεν αντιστρατεύεται σε αυτές τις επιλογές που κατά το μάλλον ή ήττον σημειώνουν ένα κάποιο αποτέλεσμα. Αλλά η προσωπική μας οχύρωση δεν περιορίζεται σε αυτά. Θα ήταν πλημμελής άλλωστε. Έτσι δεν χάνουμε ευκαιρία να εναποθέτουμε την μέριμνα για την υγεία μας σε μεταφυσικούς παράγοντες, μετερχόμενοι τάματα, προσευχές ή διαλογισμό. Αυτά αποτελούν αναμφιβόλως το πιο σύνηθες έξτρα, βοηθητικό εργαλείο (πέρα από τα φάρμακα δηλαδή και την συμβατική θεραπεία) για την καταπολέμηση των ασθενειών, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Ακόμα και στην τόσο αναπτυγμένη τεχνολογικά εποχή μας με τα τεράστια άλματα της ιατρικής επιστήμης γινόμαστε συχνότατα άθυρμα του φόβου μας και της ανημπόριας μας απέναντι στην αρρώστια.

Θα ήθελα να θίξω μια άλλη παράμετρο όμως και να προστεθεί και αυτή στην λίστα των χρήσιμων προλήψεων που αφορούν την υγεία του σώματος. Όπως είπαμε, αποτελεί κοινό τόπο η πεποίθηση ότι οι περισσότερες ασθένειες εκπορεύονται από ψυχολογικές και συναισθηματικές δυσλειτουργίες. Από παρεμπόδιση της ελεύθερης διέλευσης του chi ή από κλειστά chakras, θα λέγανε σε άλλες κουλτούρες. Καλώς. Γιατί όμως δεν λαμβάνουμε ποτέ υπ’ όψιν τον πνευματικό παράγοντα στην δημιουργία, σχηματισμό και κατίσχυση μιας νόσου; Γιατί δεν εστιάζουμε σε διανοητικές δυσλειτουργίες, ιδεολογικές κακοήθειες και πνευματικά προσκόμματα; Γιατί όχι σε ιδεοληπτικούς επαμφοτερισμούς, σε επιφανειακούς συλλογισμούς, σε ετεροκαθορισμένους τρόπους σκέψης;

Να διευκρινίσουμε εδώ ότι δεν πρεσβεύουμε κάποιο είδος ευγονικής του πνεύματος. Ίσα ίσα είναι ηλίου φαεινότερον ότι, συχνότατα, όσο πιο έξυπνος και μορφωμένος είναι κάποιος, τόσο πιο πολύ ταλανίζεται από προβλήματα σωματικά, συναισθηματικά, ψυχολογικά. Η ευφυΐα εξανεμίζεται μπροστά σε τέτοιου είδους σκοτούρες και βλέπουμε τους πιο έξυπνους ανθρώπους, ενώ βρίσκονται σε δύσκολες καταστάσεις, να συμπεριφέρονται απόλυτα βλακωδώς. Συνεπώς ποιος είναι αυτός ο υγιής τρόπος σκέψης που θα μπορούσε να δράσει ως καταλύτης και να επιφέρει μια κάποια ισορροπία στην ρευστότητα του ανθρώπινου ψυχοσυναισθηματικού δυναμικού;

Αν το υγιώς σκέπτεσθαι έχει να κάνει με το κομμάτι της εφαρμοσμένης ή μη φιλοσοφίας πάλι διανοίγονται κενά στον συλλογισμό. Με αυτή τη συνθήκη θα έπρεπε όλοι οι επαγγελματίες φιλόσοφοι να διάγουν βίο υγιή, ευτυχισμένο και μακρύ – πράγμα που καμία στατιστική έρευνα δεν επιβεβαιώνει. Ως αναγνώστες εντρυφώντας σε φιλοσοφικές μελέτες αντλούμε κάποιες φορές ευχαρίστηση ή κατανοούμε πράγματα για τον κόσμο και τον εαυτό μας, αλλά σίγουρα δεν είμαστε σε θέση να επιμηκύνουμε το προσδόκιμο ζωής μας. Η φιλοσοφία όμως που κατατρίβεται με την λογική, την ηθική, την μεταφυσική, την αισθητική, την οντολογία, την γνωσιολογία, την επαγωγική σκέψη, την παρατήρηση, την ανάλυση, την διαλεκτική, την ερμηνεία της πραγματικότητας, την διείσδυση στα άδυτα της γλώσσας, μας δίνει μέσα από τα αντικείμενα του ενδιαφέροντός της ένα λαμπρό παράδειγμα: είναι ένας τρόπος του οράν. Η φιλοσοφική σκέψη γίνεται ένα βήμα που βγάζει τον στοχαστή λίγο έξω από τον κόσμο και του επιτρέπει την ψύχραιμη και αδιατάρακτη θέαση.

Είναι δύσκολο να σταθεί κανείς έξω από το συναίσθημά του. Να δει τον εαυτό του απογυμνωμένο, αδέσμευτο, ελαφρύ και ελεύθερο από τα πάθη και τους φόβους του. Το αποπειρώνται όσοι κάνουν γιόγκα χωρίς, εντούτοις, να επιτυγχάνουν πάντα το επιθυμητό αποτέλεσμα. Για τον κανονικό, καθημερινό άνθρωπο το συναίσθημα δεν μπορεί να ελεγχθεί, να μπει σε καλούπια. Και αυτό είναι φυσικό. Ο σημερινός άνθρωπος άγεται και φέρεται από το θυμικό του. Σε αυτό δεν διαφέρουμε πολύ από τον ομηρικό πρόγονό μας που κάνει τα πάντα, σύμφωνα με τον Κωστή Παπαγιώργη, υπό το κράτος μιας λυσσαλέας οργής. Τω όντι αν εξετάσει κανείς σύγχρονες συμπεριφορές, μένει εμβρόντητος από την ένταση του συναισθήματος, από την πανταχού παρούσα λαχτάρα για κορεσμό όλων των επιθυμιών, από την έλλειψη χαλιναγώγησης του πάθους (“οι καλύτεροι δίχως πεποίθηση καμιά / ενώ οι χειρότεροι ωθούνται από την ένταση του πάθους” όπως γράφει ο Γέητς). Μόνο που το πάθος στην εποχή της μετανεωτερικότητας δεν διαθέτει την αχλύ του ρομαντισμού. Είναι ένα πάθος ξεθωριασμένο, προσανατολισμένο κυρίως σε φτηνές και μικρές ηδονές. Συν τοις άλλοις δεν πρέπει να ξεχνάμε και κάτι οξύμωρο: ενώ κατηγορούμε την εποχή μας για σαχλή αισθηματολογία, βλέπουμε ότι βασικό χαρακτηριστικό της αποτελεί επίσης η έλλειψη γνήσιου συναισθήματος, η αυτοματοποίηση, ο κυνισμός, η αδιαφορία, η ψυχρότητα.

Η συναισθηματική πλημμυρίδα δείχνει καμιά φορά εγωτική εστίαση. Το να νιώθεις σημαίνει να λαμβάνεις σοβαρά υπ’ όψιν τον εαυτό σου. Είσαι χωμένος μέσα στον εαυτό σου, χωρίς καμία δυνατότητα αποστασιοποίησης, χωρίς προοπτικές επισκόπησης, έρμαιο των περιστάσεων και της συγκυριακής και ανεξέλεγκτης τροχιάς του συναισθήματος.

Η προτροπή προς τον σύγχρονο άνθρωπο να δει από κάποια απόσταση των εαυτό του και να ελέγξει έστω και λίγο τα πάθη του, τις επιθυμίες, τους φόβους, τα συναισθήματά του, μπορεί να εγείρει –φευ– ακόμα και γενική κατακραυγή. Ο άνθρωπος –παρά την γκρίνια, την μιζέρια, τις νευρώσεις– είναι καλά βολεμένος μέσα στην κατασκευασμένη εικόνα του εαυτού του. Αντιμετωπίζει μάλιστα τα προβλήματα που προκύπτουν από τα ψυχολογικά και συναισθηματικά κενά του με τρόπους ευτελείς και με πρόσκαιρες λύσεις. Καταφεύγει στον καταναλωτισμό, δραπετεύει με την βοήθεια του ίντερνετ και της τεχνολογίας, ρίχνεται στις ανέσεις, αποβλακώνεται στην τηλεόραση. Διαχειρίζεται της ανασφάλειές του, τα συναισθηματικά του άχθη και τις ανολοκλήρωτες επιθυμίες του με τρόπο πληθωριστικό. Με άλλα λόγια συλλέγει όσα περισσότερα μπορεί και, σαν την μέλισσα που πετά από λουλούδι σε λουλούδι, προσπαθεί να καταπραΰνει την ατέρμονη δίψα του, αναζητώντας λύτρωση μέσα στην πληθώρα των εμπειριών και την συσσώρευση ερεθισμάτων. Αυτός ο τύπος διαχείρισης θυμίζει τραγικά τον αρχετυπικό μύθο των Δαναΐδων που ήταν καταδικασμένες να γεμίζουν αιωνίως ένα τρύπιο πιθάρι με νερό.

Όπως στεκόμαστε με δέος και αμηχανία απέναντι στην επιθυμία, έτσι κάνουμε και όσον αφορά τον πόνο και τον φόβο. Αδυνατούμε να τα διαχειριστούμε. Ο Κικέρων εξισώνει πόνο, φόβο, επιθυμία και ηδονή. Για κείνον και τα τέσσερα είναι το ίδιο πράγμα. Στις περίφημες Τουσκουλανές Διατριβές του εξηγεί με πολύ εναργή τρόπο ότι φόβος είναι η ανησυχία για έναν μελλοντικό πόνο και επιθυμία η προσμονή για μια μελλοντική ηδονή. Όσον αφορά δε την ίδια την φύση του πόνου και της ηδονής ο φιλόσοφος δεν κρύβει την περιφρόνησή του απέναντί της. Το χείριστο για τον φιλόσοφο είναι η ατίμωση και η έλλειψη συνέπειας στην ζωή του, η προδοσία των φιλοσοφικών του θέσεων. Το βέλτιστο είναι η επίτευξη της αρετής. Αυτή οδηγεί σε αληθινή ευδαιμονία και φέρνει τον βίο σε κατάσταση νηνεμίας. Στο πλαίσιο αυτής της γαλήνης που προσδίδει στον άνθρωπο λυσιτελή οξυδέρκεια, όσα θεωρούμε δεινά για τη ζωή και τη συνέχισή της, ξεθωριάζουν σταδιακά, χάνουν το νόημά τους και εξαφανίζονται.

Η συλλογιστική φαίνεται παράταιρη, ακατανόητη, ασυνάρτητη για τα σύγχρονα, μηδενιστικά ώτα μας. Όλα αυτά μοιάζουν με κούφιες ηθικολογίες. Πως μπορεί να συνυπάρξουν οι λησμονημένες αξίες, το παρωχημένο λεξιλόγιο της αρχαίας φιλοσοφίας με τις σύγχρονες τάσεις και απαιτήσεις της ζωής; “Φρόνηση”, “καλόν καγαθόν”, “αρετή”, “εγκράτεια” είναι έννοιες που έχουν μπαγιατέψει, τις αντιμετωπίζουμε κοροϊδευτικά ή με ειρωνική διάθεση. Είναι λογικό μέσα στον κυκεώνα της μετανεωτερικότητας να έχει επισυμβεί κάτι τέτοιο. Αλλά είναι ίσως και θεμιτό να επιχειρήσουμε μια επανιεράρχηση των αξιών και των προτεραιοτήτων μας, λαμβάνοντας υπ’ όψιν όχι μόνο το ηθικό τους περιεχόμενο, αλλά αντιμετωπίζοντάς τες σαν μέσο υγείας, αρμονίας και ψυχοσωματικής ισορροπίας για το σύνολο του πληθυσμού και τον καθένα μας προσωπικά.

Οι περισσότεροι είμαστε ετερόφωτα όντα. Παίρνουμε λάμψη από ξένες ιδέες. Αναμηρυκάζουμε απόψεις της κυρίαρχης ιδεολογίας και προσεταιριζόμαστε τον τρόπο σκέψης των άλλων. Το μυαλό μας θολώνει κάποιες φορές από τις αλλότριες επιρροές, ενώ ο μιμητισμός μας χτυπάει κόκκινο. Το να μη σκέφτεται κανείς καθαρά μπορεί και να οφείλεται σε έμφυτη ευήθεια ή –τις περισσότερες φορές– σε πνευματική νωθρότητα, σε έλλειψη εγρήγορσης, σε διανοητικό βόλεμα, σε ελλιπή καλλιέργεια, σε σαθρή παιδεία. Μια τέτοια συνθήκη ενίοτε εξανδραποδίζει το άτομο, το υποδουλώνει σε εξωγενείς δυνάμεις, το καθιστά πιόνι προπαγάνδας, αφιονισμένο ανδρείκελο, ανυπεράσπιστη μαριονέτα απέναντι στις σειρήνες της διαφήμισης, υπάκουο καταναλωτή στις επιταγές της μόδας και οπαδό του φαύλου και επίβουλου πολιτικού λόγου. Το καθηλώνει σε άγονες πνευματικές εκτάσεις όπου κυριαρχεί το τετριμμένο, η ποταπή αισθητική, η πενιχρή ιδεολογία, η απουσία οράματος.

Τι αντίκτυπο έχει κάτι τέτοιο στην εξισορρόπηση της υγείας; Δεν είμαι σε θέση να ορίσω! Αλλά δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι όλα αυτά προκαλούν από οξύτατους πονοκεφάλους μέχρι δυσεντερίες, στομαχικά έλκη και ένα σωρό ακόμα χειρότερα. Γιατί; Μα λόγω τεράστιας, ανυπολόγιστης και γενικευμένης διαταραχής. Υπό το κράτος όλης αυτής της δυσαρμονίας το άτομο υποκύπτει σε συμπεριφορές που αποκλίνουν από έναν υψηλόφρονα τρόπο ζωής και έρπει σε χθαμαλές περιοχές του κοινωνικού και προσωπικού βίου. Αυτό αντικατοπτρίζεται σε χίλιους δυο τομείς της καθημερινότητας: από τις ενδυματολογικές του επιλογές, μέχρι τον τρόπο σίτισης, μετακίνησης, εργασίας, διασκέδασης, το ύφος του συνδιαλέγεσθαι, του ερωτεύεσθαι, του συνυπάρχειν, από την κοινωνική δραστηριότητα μέχρι τις πολιτικές επιλογές, την οικολογική συνείδηση και την συλλογική ευθύνη κ.ο.κ. Έτσι κάποιος μπορεί να αρρωσταίνει επειδή υπήρξε δογματικός αριστερός, άλλος γιατί ψήφιζε όλη του τη ζωή ΠΑΣΟΚ και άλλος γιατί είναι κομπλεξικός νεοφιλελές. Για τους χρυσαυγίτες δεν χρειάζεται να τονίσουμε ότι αποτελούν εξαιρετικά επικίνδυνη, ιογενή, παθολογική περίπτωση. Ιδεολογικές αγκυλώσεις, παρωπίδες, δογματισμός, μονοθεματική σκέψη, φανατισμός, υποκρισία, έξη στο ψέμα, αδυναμία κριτικής σκέψης, διανοητική απίσχνανση δεν δημιουργούν τους καλύτερους οιωνούς για τη διατήρηση της σωματικής υγείας.

Στοιχειώδης πνευματική συγκρότηση από όλους μας δεν θα επέτρεπε να γιγαντωθούν στοιχεία πολιτισμικής παρακμής και ανέχειας που ταλανίζουν τον σύγχρονο κοινωνικό βίο. Με άλλα λόγια η ηγεμονία της κυρίαρχης ιδεολογίας η οποία παράγει την δική της τηλεόραση, την δική της μουσική, τη δική της λογοτεχνία, την δική της κουλτούρα, εφόσον μας αρρωσταίνει σε συμβολικό επίπεδο ως κοινωνικό σύνολο, ενδέχεται να δημιουργεί και μια στρατιά ασθενών που κανείς γιατρός, χειροπρακτικός, μέντιουμ, αστρολόγος ή μάγος, δεν μπορεί να θεραπεύσει.

Πως αντιμετωπίζεται το ζήτημα; Είναι σημαντικό για έναν άνθρωπο να διαθέτει αυτοσυνειδησία. Να έχει εξαντλήσει όσο το δυνατόν περισσότερο το ηρακλείτειο “εδιζησάμην εμεωυτόν”. Ο εαυτός περιλαμβάνει σώμα, πνεύμα, συναίσθημα, ψυχή, ως μια ολότητα. Συνεπώς αυτός που επιχειρεί να κάνει το ταξίδι αναζητώντας τα όρια του εαυτού του, έχει να διανύσει πολύ δρόμο.

Ποιος σκέπτεται χωρίς στεγανά; Ποιος πάει κόντρα στο ρεύμα υιοθετώντας την άποψη που ενοχλεί, σοκάρει, προκαλεί αντιδράσεις; Αυτός ίσως δικαιωθεί και ίσως μπορέσει να θωρακίσει ικανοποιητικά τον εαυτό του απέναντι στους κινδύνους που ελλοχεύουν πίσω από μια αχρεία πνευματική κατάσταση. Όταν ο Σάντε Πολλάστρι ερωτήθηκε από την αστυνομία αν έχει αναρχικές ιδέες, απάντησε: “έχω τις δικιές μου ιδέες”. Πόσοι από εμάς μπορούν να καυχηθούν για τέτοια πνευματική ιδιοφωνία;

Αλλά ας μη ζητάμε το απόλυτο. Η σκέψη δύναται να αποτελέσει παράδειγμα αυτοελέγχου. Το πρώτο ζητούμενο για ένα σκεπτόμενο ον είναι η αποφυγή των ετεροκαθορισμών και το προσεκτικό φιλτράρισμα των επιρροών. Καλό είναι να μάθει να σκέφτεται κανείς με διαύγεια, θάρρος και ελευθερία. Αν και ζούμε σε μια ορθολογιστική υποτίθεται περίοδο, έχουμε γίνει, πλείστες όσες φορές, μάρτυρες της κατάρρευσης της λογικής. Το να καλύπτουμε τα ψυχικά κενά μας με την απόκτηση υλικών αγαθών, gadget, κινητών, λογιών λογιών αντικειμένων, συντελεί στην ανατροφοδότηση της συλλογικής μας νεύρωσης με άχρηστα μπιχλιμπίδια. Αν σκεφτούμε με νουνέχεια γιατί υπάρχει αυτό το “κενό” και από που προκύπτουν αυτές οι επείγουσες συναισθηματικές ανάγκες που δεν μπορούμε να καλύψουμε με τίποτα, ίσως φτάσουμε σε γόνιμα συμπεράσματα.

~ ~ ~

Οι στήλες του ΝΠ. gr
ΛΟΞΕΣ ΜΑΤΙΕΣ : γράφει ο ΦΩΤΗΣ ΔΟΥΣΟΣ