Ζέφη Δαράκη: Το μετέωρο άλμα

7e38f3cf-e24e-4e79-9290-7a7263ceca1c

                                                ΤΟ ΜΕΤΕΩΡΟ ΑΛΜΑ

… μέσα μου κατοικεί μια κραυγή
κάθε νύχτα πετιέται έξω
κοιτάζοντας με τ’ αγκίστρια της
για ν’ αγαπήσει κάτι…
ΣΥΛΒΙΑ ΠΛΑΘ

Θέλω να ευχαριστήσω το «Νέον Πλανόδιον» γι’ αυτή την ευγενική χειρονομία τιμής προς την ποίησή μου. Και επίσης τις ποιήτριες και τους ποιητές που θα απαγγείλουν απόψε ποίησή μου εξ αφορμής της 8ης Μαρτίου, ημέρας τιμής και γιορτής προς τη γυναίκα παγκόσμια και όχι μόνο προς τη γυναικεία ποίηση.

Κάνοντας μια μικρή παρέκβαση θα ήθελα να παρατηρήσω ότι τα αίτια της δραματικής προαιώνιας καταπίεσης του θηλυκού προσώπου, είναι ακριβώς τα ίδια που οδήγησαν στην φοβερή κόπωση, του ανδρικού κόσμου – του ανδρικού προσώπου. Η  ίδια  η ζωή είναι εκείνη που ίσως θα εξανθρωπίσει αυτή τη σχέση γέρνοντας προς την ποιητική πλευρά του κόσμου που ξέρει μοναδικά εκείνη να καταδύεται, αναδυόμενη. Όμως σήμερα, δε μας σώζει ούτε η ποίηση, ούτε το δωμάτιό μας. Γιατί έρχονται τα γεγονότα απέξω και σπάνε τα τζάμια. Οι βαμμένες με αιμάτινο κόκκινο πόρτες της Αγγλίας. Και τα παιδιά μισοπνιγμένα – μισοζωντανά στο Αιγαίο να χάνονται – να μη τα σώζει το κλάμα της ποίησης. Και τότε τί; Τι σώζει η ποίηση; Μας σώζει από τους ανθρωποφράχτες;

Μόνο ένας πανανθρώπινος θυμωμένων ψυχών και σωμάτων ξεσηκωμός, θα έσωζε τον κόσμο από τα τερατώδη κύματα της βαρβαρότητας. Γιατί η ποίηση είναι ποίηση, αλλά ένας νέος ανθρωπισμός αφορά όλους εκείνους που πάτησαν τις νάρκες του ανδρικού κόσμου – ενός δύσμορφου, συνθλιβόμενου κόσμου. Τότε, στα πίσω καθίσματα της ιστορίας, έκπληκτα έντρομοι, αφουγκραζόμαστε αυτό που πεθαίνει. Που ποτέ δεν θα γίνει τέχνη.

Η ποίηση, το ποίημα, είναι το εναντίον. Και μαζί ένα μόνιμο τραύμα.

Ο αναγνώστης το θεάται, το ανιχνεύει. Θεάται τις ανοιγμένες φλέβες της ποίησης – αρχίζει μια υπόγεια συνομιλία. Το ποίημα, βρίσκεται ήδη μέσα στο δράμα. Αυτό που ψιθυρίζει είναι το ρίγος του. Και αυτό είναι το ήθος του.

Το ποίημα πονάει. Έτσι μας αποκαλύπτεται αν διαπλεύσουμε το σκοτάδι του. Ξαφνικά συνταράσσεται από τη ρήση του Ρεμπώ, «εγώ είναι ένας άλλος…» όταν ο ποιητής γίνεται ένας τρίτος… Τότε ο Βύρων Λεοντάρης θα γράψει «… αυτά που λέω, είναι η σιωπή μου. Αυτά που γράφω, είναι το σβήσιμό μου». Ή ο Τάσος Λειβαδίτης «… υπάρχουν μερικοί που παραδόξως νομίζουν πως είμαι εγώ, ας τους αφήσουμε στην πλάνη τους». Ή ο Αλέξης Τραϊανός, «Απουσία εμένα από εμένα…». Ενώ η Μαρία Πολυδούρη θα πει: «πως ήμουν έτσι ανάρμοστα βαλμένη εγώ στην πλάση σα ριγμένη…».

Γι’ αυτό η αγωνία της ποίησης δεν κοινωνικοποιείται σε ανταγωνιστικά ρινγκ. Στην ποίηση το άλμα, πρέπει να μείνει  μ ε τ έ ω ρ ο. Δεν μπορεί να γίνει εμπόριο – να γεμίσει το στήθος της κουρέλια και άχρηστα αισθήματα. Έτσι που η ονειροπόληση να μοιάζει θανατική καταδίκη.

Η ποίηση είναι έτσι κι αλλιώς πολιτική πράξη. Είναι μια πράξη ανατροπής. Ένα πολιτικό ποίημα είναι μια πράξη ανατροπής, το ίδιο φλογερή, όσο και ένα ερωτικό ποίημα.

Κι ας αφήσουμε ελεύθερο αυτό τον παραστρατημένο, τον φανταστικό στίχο, να το σκάσει από το ποίημα αναγκάζοντας τις λέξεις, να γίνουν, ζωή.

 Ο Η Ε *

Από επανάσταση σε επανάσταση
άλλη πατρίδα
κι ας τρέμαν της Ιτίλντα τα μαλλιά
ιδρώνοντας στο μέτωπό μου κι από
κρυψώνα σε κρυψώνα εκρήξεις μυστικές
στον ουρανό μου
αλλά αφόρμησε επάνω μου η ζωή και κοντινοί
και μακρινοί οι ίσκιοι των συντρόφων –
parlami d’ amore Mariu…

Μια μέρα ολόκληρη η ενέδρα ήταν στημένη
… μία και δέκα μετά μεσημβρίαν
στο πλυσταριό του Βαγιεγκράντε
με την πλάτη στον τοίχο ακουμπισμένη
έτσι πεθαίνει η ομορφιά κι η ουτοπία
μισόγυμνος κι ασάλευτος στο ράντζο
πως επιτέλους ξεψυχώ πως φεύγω…
πάρα πολύ αθώος για νεκρός

Παρών ο θάνατός μου

Και Απών

*Πρώτη δημοσίευση