Κώστας Κουτσουρέλης: Ένας εύθραυστος κόσμος

catastroph

Πόσο στραβά μπορούν να πάνε τα πράγματα, το διαισθανθήκαμε ίσως για πρώτη φορά την άνοιξη του 2011. Εκείνο τον Μάρτη, τις πρώτες μεταμεσημβρινές ώρες της 11ης του μηνός, ο πεντάλεπτης διάρκειας σεισμός των 9 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ που εκδηλώθηκε υποθαλάσσια στα ανατολικά της νήσου Χονσού της Ιαπωνίας ξεσήκωσε ένα γιγαντιαίο τσουνάμι που σάρωσε μεγάλο τμήμα των ακτών της χώρας στον Ειρηνικό ωκεανό. Με τη σειρά του το τσουνάμι έθεσε εκτός λειτουργίας το σύστημα ψύξεως των αντιδραστήρων του πυρηνικού σταθμού στη Φουκουσίμα και οι απανωτές εκρήξεις που ακολούθησαν, προκάλεσαν μαζική έκλυση ραδιενέργειας συγκρίσιμη μόνο με εκείνη του πυρηνικού ατυχήματος στο Τσερνόμπιλ.

Σχεδόν 200.000 άνθρωποι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους. Οι ιαπωνικές αρχές κατόρθωσαν να θέσουν τελικά υπό τον έλεγχό τους την διπλή αυτή καταστροφή. Αυτό όμως δεν απέτρεψε την κατακρήμνιση των χρηματιστηριακών δεικτών σ’ όλο τον κόσμο, την πιστοληπτική υποβάθμιση της χώρας και την παγκόσμια ανησυχία. Η Φουκουσίμα απέχει μόλις 250 χιλιόμετρα από το Τόκιο, στην μητροπολιτική περιοχή του οποίου και στη γειτονική Γιοκοχάμα κατοικούν σχεδόν σαράντα εκατομμύρια άνθρωποι. Αν αυτή η μεγάπολη, η πολυπληθέστερη του κόσμου, παρουσιαζόταν ανάγκη άμεση να εκκενωθεί, όπως υπήρξε για μια στιγμή κίνδυνος, όχι μόνο η ιαπωνική και η ασιατική, η ίδια η πλανητική οικονομία θα βρισκόταν εμπρός στο φάσμα μιας κατάρρευσης τόσο αποτρόπαιας που θα έκανε την τρέχουσα κρίση να φαντάζει συγκριτικά επεισόδιο αμελητέο.

Βλέπει κανείς πώς ένα φυσικό φαινόμενο, ένα γαιοτεκτονικό συμβάν στην άκρη της αιτιακής αλυσίδας, μπορεί να προκαλέσει μια ασύλληπτη και, το κυριότερο, ολότελα απρόβλεπτη αναταραχή στο άλλο της άκρο. Ο διεθνοποιημένος, δικτυωμένος, διασυνδεδεμένος μας κόσμος είναι ένας κόσμος εύθραυστος, εύθρυπτος, περισσότερο ευάλωτος ίσως από οποιονδήποτε άλλο στο πρόσφατο ή το απώτερο παρελθόν. Στον χάρτη του δεν υπάρχουν πλέον στεγανά, ζώνες ασφαλείας ή ουδετερότητος, σημεία μεταβατικά, παρθένα ή άδηλα – άρα ούτε και περιοχές που θα μπορούσαν να μείνουν αλώβητες αν μια μείζων κρίση επισυμβεί. Δεν ζούμε πια τον καιρό που η κατάρρευση ακόμη και της ίδιας της Ρώμης δεν διατάρασσε δραματικά τη ζωή στην Κωνσταντινούπολη, πόσο μάλλον στην πρωτεύουσα των Σασσανιδών ή εκείνη των Κινέζων. Ο ένας, ολικός, ενιαίος μας κόσμος είναι πρωτίστως ένας κόσμος χωρίς εφεδρείες, χωρίς ασφάλειες, χωρίς εξόδους κινδύνου και διαφυγής.

Μολονότι η κλίμακα των γεγονότων έχει προφανώς αλλάξει, η ιστορία έχει κι εδώ να μας προσφέρει το ανάλογο. Κατά τα τέλη της εποχής του χαλκού, υποστηρίζουν στα πορίσματά τους πολύ πρόσφατες αρχαιολογικές έρευνες, στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου και ανάμεσα στα ποικίλα κράτη της εποχής που τη μοιράζονταν, είχαν αναπτυχθεί αξιοσημείωτοι δεσμοί. Ανάμεσα στους Έλληνες και τους Χεττίτες, τους Αιγύπτιους και τους Χουρρίτες, ανάμεσα σε πόλεις όπως η Μέμφιδα και η Δαμασκός, η Νινευή και οι Μυκήνες, η Βαβυλώνα και η Κνωσός είχαν καλλιεργηθεί διά του εμπορίου και των πολιτικοστρατιωτικών επαφών στενές σχέσεις συγκρίσιμες με αυτές της εποχής μας.

Η σχεδόν ταυτόχρονη κατάρρευση όλων αυτών των κρατών γύρω στο 1200 π.Χ. στάθηκε για ενάμιση περίπου αιώνα ένα από τα μεγαλύτερα αινίγματα, από τα μεγαλύτερα μυστήρια της ιστορίας. Τα αίτιά της αποδόθηκαν κατά καιρούς στους πιο ετερόκλιτους παράγοντες: σε εισβολείς «λαούς της θάλασσας», σε εκρήξεις ηφαιστείων, σε λιμούς και πολέμους, σε κοινωνικές αναταραχές ή κλιματολογικές μεταλλάξεις. Τώρα πλέον, έχουμε ενδείξεις ότι οι γενεσιουργοί της παράγοντες ήταν στην πραγματικότητα άλλοι.

Τα ευρήματα των αρχαιολόγων μάς αφηγούνται μια απρόσμενη ιστορία. Κατά κάποιον τρόπο, υποστηρίζουν οι μελετητές, την Ανατολική Μεσόγειο της εποχής με τα κράτη και τις πόλεις της την συνείχε μια, avant la lettre, παγκοσμιοποίηση, μια πρώιμη οικουμενική τάξη που στο επίκεντρό της είχε την παραγωγή και την διακίνηση των πρώτων υλών, ιδίως των μετάλλων. Για έναν κόσμο όπου η κατοχή των πολύτιμων αυτών υλικών έκρινε την ικανότητα των ηγέτιδων τάξεών του να επιβιώσουν, ιδίως η πρόσβαση στα αποθέματα του χαλκού ήταν ζωτικής σημασίας. Και πράγματι, πολλά συνηγορούν ότι ήταν ο εντεινόμενος ανταγωνισμός για τα περιορισμένα αποθέματα που προκάλεσε την κρίση και απελευθέρωσε το ήδη υφιστάμενο συγκρουσιακό δυναμικό.

Τα θεόρατα οχυρωματικά έργα της εποχής, που άφηναν έκθαμβους τους μεταγενέστερους, οι περίκλειστες μυκηναϊκές ακροπόλεις, οι πανομοιότυπες καταπώς φαίνεται ιεραρχίες και κάστες που δρούσαν στο εσωτερικό τους, μαρτυρούν πόσο επίπονος πρέπει να ήταν ο αγώνας των αριστοκρατικών εκείνων κοινωνιών να αποκρούσουν την εξωτερική επιβουλή. Αλλά και πόσο απομονωμένες, πόσο ξεκομμένες ήταν από τον, προφανώς εχθρικότατο, άμεσο, πληβειακό τους περίγυρο. Έχοντας αναπτύξει ένα εκλεπτυσμένο δίκτυο οικονομικών και στρατιωτικών συμμαχιών, χάρη στη σπουδαία διοικητική τους γραφειοκρατία και τα ανεπτυγμένα μέσα επικοινωνίας που είχαν στη διάθεσή τους, οι λαμπροί αυτοί ανακτορικοί πολιτισμοί κατόρθωσαν για καιρό να κρατήσουν μακριά τους την απειλή και να ακμάσουν. Όταν όμως ο πρώτος απ’ αυτούς λύγισε υπό το βάρος της έξωθεν απειλής, ήταν θέμα χρόνου να τον ακολουθήσουν και οι άλλοι.

«Όλα τα διαθέσιμα τεκμήρια», γράφει ο Αμερικανός μελετητής της Αρχαιότητας Έρικ Κλάιν, «διαμορφώνουν μια γενική εικόνα που μιλά για μια κατάρρευση συστημική, πυροδοτημένη από τις πολλαπλασιαστικές συνέπειες ποικίλων αναμεταξύ αλληλένδετων συμβάντων – για καταστροφές αλληλοεπιδεινούμενες και με αλληλοτροφοδοτούμενο αντίκτυπο διαρκώς δριμύτερο… για ένα φαινόμενο του ντόμινο κατά το οποίο η πτώση ενός πολιτισμού επέσυρε την κατάρρευση του αμέσως επομένου.»

Ζούμε άραγε τέτοιες εποχές; Η εποχή των ανθρακονημάτων και των τρισδιάστατων εκτυπωτών βρίσκει άραγε την προτύπωσή της στις αρχαϊκές κοινωνίες του χαλκού, που υπήρξαν τόσο οχυρές κι όμως αποδείχτηκαν εντέλει τόσο απροστάτευτες; Που ο εντυπωσιακός πλούτος και τα μέγαρά τους, οι στρατηλάτες και οι γραφείς τους έμελλε να σβηστούν από τα μάτια του κόσμου τούς μετέπειτα σκοτεινούς, άσημους αιώνες, για να ανασυρθούν και πάλι ως θρύλοι από τη συλλογική μνήμη την εποχή του Ομήρου;

Ουδείς μπορεί να το γνωρίζει με ασφάλεια. Η ιστορία αρέσκεται να επαναλαμβάνεται από καιρό σε καιρό, σαν το Leitmotiv σε μια μουσική φράση που είσαι βέβαιος ότι θα το ακούσεις ξανά, όχι όμως και πότε. Σε κάθε περίπτωση, τα προμηνύματα γύρω μας για μια τέτοια, συστημική, κατάρρευση πυκνώνουν. Όσο μαθημένοι κι αν είμαστε να χαμογελάμε πειθήνια στον φακό της αισιοδοξίας, για πόσο θα παριστάνουμε ακόμη ότι δεν τα έχουμε λάβει;

KΩΣΤΑΣ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗΣ