Λεωνίδας Σταματελόπουλος: Ο διάλογος ως πρόσχημα

Η υπόθεση της παράστασης Ισορροπία του Νας την οποία το Εθνικό Θέατρο αναγκάστηκε να αφαιρέσει πρόωρα από το πρόγραμμά του λόγω των αντιδράσεων που προέκυψαν επειδή αυτή βασίστηκε εν μέρει σε κείμενα του Σάββα Ξηρού, επανέφερε στο προσκήνιο το φαινόμενο της τρομοκρατίας και της πρόσληψής της στον δημόσιο λόγο.

τρομοκρατία 1

Στα δύο προηγούμενα τεύχη του, το Νέο Πλανόδιον αφιέρωσε πολλές σελίδες τόσο στο ζήτημα της τρομοκρατίας όσο και στο συναφές ζήτημα του πολιτικού ολοκληρωτισμού. Αφορμή ορισμένων κειμένων ήταν η, επίκαιρη τότε, έκδοση του βιβλίου του Δημήτρη Κουφοντίνα, Γεννήθηκα 17 Νοέμβρη (Λιβάνης, 2014) που είχε ξεσηκώσει παρόμοιες διαμαρτυρίες. Στον, εν μέρει ιδιαίτερα έντονο, αντίλογο που αναπτύχθηκε, πήραν μέρος έξι συνολικά συγγραφείς: οι Νικόλας Σεβαστάκης, Κωνσταντίνος Πουλής, Λεωνίδας Σταματελόπουλος, Κώστας Δεσποινιάδης, Γιάννης Καλιόρης και Φώτης Τερζάκης. Από αυτόν, αναδημοσιεύουμε σήμερα το πρώτο κείμενο του Λεωνίδα Σταματελόπουλου (ΝΠ2, καλοκαίρι 2014, σ. 258-262), που ασκεί κριτική σε προγενέστερο άρθρο του Φώτη Τερζάκη δημοσιευμένο σε διαδικτυακό μέσο. Αμέσως προσεχώς θα ακολουθήσει η απάντηση του Τερζάκη και η ανταπάντηση του Σταματελόπουλου, ενώ σε μεταγενέστερο χρονικό σημείο θα αναρτηθούν και τα υπόλοιπα κείμενα.

***

Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΩΣ ΠΡΟΣΧΗΜΑ

Ἡ συζήτηση –ἢ ἡ ἀντιδικία– γύρω ἀπὸ τὴν ἔκδοση τοῦ βιβλίου τοῦ Κουφοντίνα, Γεννήθηκα 17 Νοέμβρη (Λιβάνης, 2014) δὲν ἔλαβε κάποια ἀξιόλογη ἔκταση ἤ, ἂν ὄντως ἔλαβε, αὐτὸ δὲν ὑπέπεσε στὴν ἀντίληψή μου. Μιὰ ἀπὸ τὶς ἐξαιρέσεις, τὸ κείμενο τοῦ Φώτη Τερζάκη μὲ τίτλο «Τρομοκρατία τῶν ἰδεῶν καὶ φιλελεύθερη ὑποκρισία» ποὺ ἀναρτήθηκε στὸ ἱστολόγιο Poetry Bar στις 18 Μαρτίου.

Στὸ ἄρθρο τοῦ Φώτη Τερζάκη ἐντοπίζεται μιὰ ἑρμηνευτικὴ τῶν πραγμάτων ποὺ διαπερνᾶ μεγάλη μερίδα τῆς ἀριστερᾶς, ἀσχέτως ἂν τὸ ἴδιο διαπνέεται ἀπὸ μιὰ ἀκροαριστερή, ἐπαναστατικὴ λογική. Ὡς ἄκρα ἀριστερὰ νοοῦνται ἐδῶ ἐκεῖνες οἱ πολιτικὲς ἀντιλήψεις ποὺ θεωροῦν ὡς ἀναγκαία προϋπόθεση τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ κομμουνιστικοῦ ἢ κατ’ ὄνομα χειραφετητικοῦ πολιτικοῦ τους προτάγματος, τὴ βίαιη, ἔνοπλη, ἀνατροπὴ τῆς κατεστημένης τάξης πραγμάτων. Ὅμως οἱ ἐξτρεμιστὲς ποὺ διενεργοῦν ἐν καιρῶ εἰρήνης τρομοκρατικὲς ἐπιθέσεις μὲ θύματα ἀνυποψίαστους πολίτες (φυλασσόμενους ἢ μὴ) εἶναι μιὰ ἰδιαίτερη μερίδα καὶ δὲν ταυτίζονται μὲ αὐτοὺς ποὺ ἐπιθυμοῦν τὴν ὀργάνωση καὶ διεξαγωγὴ τοῦ ταξικοῦ πολέμου ὑπὸ προϋποθέσεις. Βέβαια, μετὰ τὴ Μεταπολίτευση καὶ τὴν ἰδεολογικὴ ἡγεμονία τοῦ ἀριστερόστροφου λαϊκισμοῦ, ποὺ κατέλαβε καὶ χρησιμοποίησε πρὸς ὄφελός του τοὺς κρατικοὺς μηχανισμούς, τὸ κύρος τῆς ἀριστερᾶς εἶναι τόσο αὐξημένο ποὺ τὸ ἐπικαλοῦνται πολλοί. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ ὁδηγεῖ στὴν πολυσημία καὶ ἀοριστία τοῦ ὄρου καὶ ὡς ἐκ τούτου ἡ γενίκευση εἶναι ἐπισφαλής. Παρ’ όλα αὐτὰ δὲν θὰ ἦταν μακριὰ ἀπὸ τὴν ἀλήθεια κανεὶς ἂν ἰσχυριζόταν ὅτι στὸ κείμενο τοῦ Τερζάκη ἀναπτύσσεται μιὰ ἐπιχειρηματολογία λιγότερο ἢ περισσότερο συνήθης σὲ ἰδεολογικοποιημένες καὶ πολιτικοποιημένες μερίδες ποὺ αὐτοκατανοοῦνται ὡς ἀριστερὲς – μὲ τὴν ἐξαίρεση τῶν ἐκφραστῶν τοῦ χώρου τῆς δημοκρατικῆς ἀριστερᾶς.

Τὸ κείμενο γράφτηκε μὲ ἀφορμὴ κάποιες ἀπὸ τὶς δημόσιες ἀντιδράσεις ποὺ ἀκολούθησαν τὴν ἔκδοση τοῦ βιβλίου τοῦ Κουφοντίνα. Βασιζόμενος σὲ αὐτὲς τὶς ἀντιδράσεις, ὁ Φ.Τ. προβαίνει σὲ μιὰ κρίση ποὺ δίνει καὶ τὸν τίτλο στὸ κείμενό του: «Ἡ ἀντίδραση αὐτὴ ξεγυμνώνει ἀκόμα μιὰ φορά, καὶ πρωτίστως, τὴν κατὰ συρροὴν φιλελεύθερη ὑποκρισία ποὺ ἐπὶ τοῦ προκειμένου δὲν παύει νὰ διακηρύσσει ὅτι “διώκονται οἱ πράξεις, ὄχι οἱ ἰδέες”».

Κατ’ ἀρχὰς ἂς ἐμμείνουμε στὰ γεγονότα. Μεγάλος ἐκδοτικὸς οἶκος ἀνέλαβε τὴν ἔκδοση καὶ τὴν κυκλοφορία τοῦ ἐν λόγω βιβλίου. Ὅσο γνωρίζω, τὸ βιβλίο τοῦ Κουφοντίνα ἐκτέθηκε μάλιστα στὶς προθῆκες  μεγάλων βιβλιοπωλείων. Κανεὶς εἰσαγγελέας δὲν ἀσχολήθηκε, ὣς τώρα τουλάχιστον, μαζί του, οὔτε ἄκουσα γιὰ ὀργανωμένους ἢ «αὐθόρμητους» πολίτες ποὺ προσπάθησαν νὰ ματαιώσουν τὴν πώλησή του. Στὸ διαδίκτυο πληροφορήθηκα ὅτι ἕνα βιβλιοπωλεῖο, τὸ Free Thinking Zone, ἀρνήθηκε νὰ τὸ διαθέσει ἀλλά, καὶ πάλι, δὲν βλέπω σ’αυτὸ μιὰ προσπάθεια λογοκρισίας ἤ, πολὺ περισσότερο, ὑποκρισίας. Τὸ βιβλιοπωλεῖο ὡς ἰδιωτικὴ ἐπιχείρηση ἔχει κάθε δικαίωμα νὰ μὴν έπιθυμεῖ νὰ προβάλει τὶς ἀντιλήψεις τοῦ Κουφοντίνα, ἀκόμη κι ἂν αὐτὸς στὸ βιβλίο του ἐκθέτει μόνον τὸ ἰδεολογικὸ πιστεύω του, ἐντελῶς ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὶς δολοφονίες ποὺ διέπραξε. Δόξα τῷ Θεῶ, πλῆθος ἀριστερῶν ἢ ἀναρχικῶν ἐκδοτικῶν οἴκων καὶ βιβλιοπωλείων δραστηριοποιοῦνται στὴν ἐπικράτεια. Βάσιμα μπορεῖ νὰ εἰκάσει κανεὶς ὅτι ὁ ένδιαφερόμενος μπορεῖ εὔκολα νὰ  προμηθευτεῖ ἔνα βιβλίο σὰν αὐτὸ. Ἄλλωστε, δεδομένων τῶν ἀντιλήψεών της, ἡ ἰδιοκτήτρια τοῦ βιβλιοπωλείου εἶναι πιθανὸ νὰ μὴν ἐνδιαφέρεται γιὰ ἕνα κοινὸ πού, γιὰ νὰ χρησιμοποιήσουμε ἐκφράσεις τοῦ Τερζάκη, ἐπιθυμεῖ νὰ συζητήσει «ψύχραιμα καὶ ἀποστασιοποιημένα» τὸν ρόλο τῆς 17 Νοέμβρη, νὰ κρίνει «τὶς στρατηγικές της ἐπιλογὲς» ἢ νὰ ποριστεῖ «διδάγματα ἀπὸ τὰ σφάλματα καὶ τὶς ἀστοχίες της». Ὅπως δήλωσε ἡ ἴδια: «Ἀγωνιζόμαστε γιὰ τὸ ἀναφαίρετο δικαίωμα τοῦ καθενὸς στὴν ἐλευθερία. Ἀναφαίρετο ὅμως δικαίωμα εἶναι πρωταρχικὰ ἡ ζωή. Τὸ πρῶτο χωρὶς τὸ δεύτερο δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει». Καμιὰ λοιπὸν «φιλελεύθερη ὑποκρισία» ἴσαμε ἐδῶ· τὸ βιβλίο κυκλοφορεῖ κανονικὰ ὅπως κάθε βιβλίο καὶ διάγει τὸν βίο του ἀπρόσκοπτα ὅπως κάθε κυκλοφοροῦν προϊόν.

Πέρα ἀπὸ τὰ ὅσα περὶ ὑποκρισίας στηλιτεύονται ἐκεῖ, τὸ κείμενο τοῦ  Φ.Τ. διέπεται ἀπὸ μιὰ ὁρισμένη λογικὴ καὶ μιὰν ἀντίστοιχη ἐκφραστική. Ὁ ἴδιος θέτει ὡς προϋπόθεση κάθε διαλόγου τὴν ἐγκατάλειψη τοῦ ὄρου «τρομοκρατία» γιὰ δολοφονίες ὅπως αὐτὲς τῆς 17 Νοέμβρη ἢ ἄλλων ἀριστερῶν «ἔνοπλων ἀντάρτικων», ὅπως ὁ ἴδιος τὰ ἀποκαλεῖ, καὶ τὸν ἐπιφυλάσσει ἀποκλειστικὰ γιὰ μορφὲς μαζικῆς βίας ποὺ θέτουν στὸ στόχαστρό τους ὁλόκληρους πληθυσμούς. Πέρα ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ακόμη και συγγραφείς της μαρξιστικής παράδοσης ἀναφέρονται στὸν ὄρο «ἀτομικὴ τρομοκρατία», ἀναλύοντάς τον συνάμα, ὁ Τερζάκης θὰ μποροῦσε, ἐπὶ τὴ βάσει τοῦ ὁρισμοῦ ποὺ ὁ ἴδιος θέτει, νὰ προσθέσει καὶ ἄλλα παραδείγματα, ὅπως τὶς μερίδες τῶν Γάλλων Ἐπαναστατῶν καὶ τὶς διαδοχικὲς φάσεις τῆς τρομοκρατίας ποὺ ἑξαπέλυσαν· ἢ ἀκόμη τὶς ποικίλες ἐκδοχὲς τῶν κομμουνιστικῶν καθεστώτων, ὅπως ἡ σταλινικὴ ἢ ἡ μαοϊκὴ καὶ ἡ πολιτισμική της ἐπανάσταση· ἢ ἀκόμη τὶς πρακτικές του Πὸλ Πότ. Ὅμως ὁ συγγραφέας δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ τέτοια ἢ ἄλλα παραδείγματα· στόχος του εἶναι νὰ καταδείξει ὅτι τρομοκρατοῦν οἱ σύγχρονες δημοκρατίες, «αὐτὰ τὰ μορφώματα κοινοβουλευτικοῦ ὁλοκληρωτισμοῦ», ὅπως τὶς ἀποκαλεῖ. Ὅλο τὸ κείμενο διέπεται ἀπὸ τὴν πρόθεση νὰ μᾶς δείξει ὅτι ζοῦμε ὑπὸ ὁλοκληρωτικὸ καθεστὼς καὶ συνεπῶς ἡ θεμελιώδης λειτουργία τῶν δυνάμεων τῆς δημόσιας τάξης καὶ ἀσφάλειας εἶναι ἡ μαζικὴ καταστολή· ὅτι οἱ δικαστικὲς καὶ διωκτικὲς ἀρχὲς βασανίζουν καὶ ἐνίοτε ἐγκληματοῦν· ὅτι οἱ ἀσκούμενες πολιτικὲς ἀπὸ τὶς κυβερνήσεις τοῦ Μνημονίου ἔχουν περισσότερα θύματα ἀπὸ τὴ 17 Νοέμβρη· ὅτι τὰ θύματα τῆς 17 Νοέμβρη δὲν εἶχαν ἀναίμακτα χέρια. Ἐκτιμήσεις καὶ ἑρμηνεῖες γύρω ἀπὸ κοινωνικοπολιτικὰ συστήματα, πολιτικὰ μέτρα, κρατικὲς λειτουργίες, ἀτομικὲς βιογραφίες συγκρίνονται μὲ συγκεκριμένες δολοφονίες συγκεκριμένων ἀνθρώπων μὲ πρόθεση πολεμικὴ καὶ συμψηφιστική. Ὅλα αὐτὰ ὅμως συνιστοῦν μετάβασιν εἰς ἄλλο γένος καὶ σύγχυσιν τῶν ἀσυγχύτων – γιὰ νὰ χρησιμοποιήσουμε ἐκφράσεις τῶν παλαιῶν.

Εἶναι πρόδηλο ὅτι ὁ χαρακτήρας τοῦ ἄρθρου τοῦ Τερζάκη εἶναι πολεμικὸς καὶ ἡ στόχευσή του διττὴ. Ἀπὸ τὴ μιὰ πλευρὰ θέλει νὰ καταδείξει ὅτι ζοῦμε ἤδη σὲ πόλεμο καὶ νὰ ἀποενοχοποιώσει συνάμα τὶς δολοφονίες τῶν τρομοκρατῶν τῆς 17 Νοέμβρη. Ἄλλωστε, πάγια σχεδόν τακτική τῆς ἄκρας άριστερᾶς –τακτικὴ ποὺ δὲν ἀφήνει ἀνεπηρέαστες καὶ μεγάλες μερίδες τῆς ἀριστερᾶς– εἶναι νὰ ἐντοπίζει περιθωριακῆς σημασίας λειτουργίες κρατικῶν ὀργανώσεων καὶ νὰ τὶς ἀνακηρύσσει οὐσιῶδες χαρακτηριστικό τους. Γιὰ παράδειγμα, οἱ δυνάμεις ἀσφαλείας ὁρίζονται ὡς «μηχανισμοὶ καταστολῆς», ἐνῶ στὴν πράξη ἐλάχιστα λειτουργοῦν ὡς τέτοιοι. Γιὰ τὴν ἄκρα ἀριστερὰ εἶναι σημαντικὸ νὰ ἀναδεικνύει ὡς μείζονες τὶς διαιρετικὲς τομὲς ποὺ αὐτὴ προκρίνει, ἀσχέτως ἐν πολλοῖς τοῦ κοινωνικοῦ βίου, γιατί μόνον ἔτσι μπορεῖ νὰ κάνει ὁρατὲς τὶς «ἐμπόλεμες συνθῆκες» ἐντός τῶν ὁποίων ἰσχυρίζεται ὅτι ζοῦμε. Κατ’ οὐσίαν, καὶ αὐτὴ ἡ κρίση μας δὲν συνιστὰ δίκη προθέσεων, ἐπιθυμεῖ νὰ ἐξωθήσει τοὺς πάντες νὰ ἐπιλέξουν στρατόπεδο. Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, κι αὐτὸ ἔχει τὴ σημασία του, ἐπιδιώκει νὰ ἀντιστρατευθεῖ ὅσους ἀποπειρῶνται τὰ τελευταῖα χρόνια νὰ ἀποδομήσουν τὴν προπαγάνδα περὶ ἠθικῆς ὑπεροχῆς τῆς ἀριστερᾶς, προπαγάνδα ποὺ ὑπῆρξε ὅπως γνωρίζουμε ἐπὶ δεκαετίες πολύ ἀποτελεσματική. Αὐτὴ τὴν αὐτοκατανόηση τῆς Ἀριστερᾶς ἐξέφρασε ὁ Νίκος Γιαννόπουλος μὲ τὸν πλέον ἁδρὸ τρόπο στὸν πρόλογο τοῦ βιβλίου τοῦ Κουφοντίνα: «Ποιά πειστικότερη ἀπόδειξη ὅτι ἡ “ἀπὸ δῶ πλευρὰ ” παραμένει ἠθικά, μορφωτικά, ἀξιακά, ὀντολογικά [sic!], ἂν θέλετε, ἀνώτερη ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς της;» Ἠ πρόθεση τοῦ Τερζάκη νὰ ὑπερασπιστεῖ τὴν ἠθικὴ ὑπεροχὴ τῆς ἀριστερᾶς δηλώνεται ἤδη ἀπὸ τὶς πρῶτες φράσεις τοῦ κειμένου του ὅταν κρίνει ὅτι προβεβλημένα στὸν δημόσιο βίο πρόσωπα, ποὺ ἀντέδρασαν στὴν ἔκδοση τοῦ βιβλίου εἴτε μὲ ἀνακοινώσεις τους εἴτε ἀρθρογραφῶντας, «τρομοκρατοῦν». Διερωτώμενος γιὰ τὶς πιθανὲς ἐπιδιώξεις τους, σημειώνει: «Ποιόν ἐπιδιώκουν νὰ τρομοκρατήσουν; […] Ἢ ὁλόκληρη τὴν ἀριστερὰ στὸ πλαίσιο ἑνὸς βρώμικου πολιτικοῦ παιχνιδιοῦ κατασπίλωσης καὶ συκοφάντησης ἐνόψει τοῦ τρόμου ποὺ διακατέχει ὅλο τὸ σαθρὸ πολιτικὸ σύστημα καὶ τοὺς προστάτες του ἀπέναντι στὸ ἐνδεχόμενο μιᾶς ἐκλογικῆς νίκης τοῦ ΣΥΡΙΖΑ (ὅ,τι κι ἂν συνεπάγεται αὐτὸ στὴν πράξη);».

Ἠ εἰσαγωγὴ καὶ ὁ ἐπίλογος τοῦ Τερζάκη δείχνουν ὅτι τὸ ἄρθρο του ἀπευθύνεται σὲ ἕνα κοινὸ ποὺ πρέπει νὰ πείσθει ὅτι ὁ ΣΥΡΙΖΑ δὲν σχετίζεται καθ’ οἱονδήποτε τρόπο (ἰδεολογικὸ κυρίως) μὲ τὴν λογικὴ καὶ τὴν πρακτικὴ τῆς τρομοκρατίας. Προσπάθεια ὡστόσο περιττή, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὀ Τερζάκης δὲν διαπιστώνει δεσμοὺς πρὸς τὴν τρομοκρατία οὔτε κἂν στὴν περίπτωση τῆς 17 Νοέμβρη, ἀλλὰ αὐτούς ὅπως εἴδαμε τοὺς βλέπει στὸ Κράτος. Ἀκόμη καὶ νὰ ὑπῆρχαν τέτοιες διασυνδέσεις τοῦ ΣΥΡΙΖΑ, ὅπως τοῦ καταλογίζουν οἱ ἀντιπαλοί του, αὐτὸ δὲν θὰ ἐπρεπε νὰ ἔχει καμιὰ σημασία γιὰ τὸν Φ.Τ. καὶ τοὺς ὁμοϊδεάτες του. Ἄρα τὸ κείμενό του δὲν ἀπευθύνεται σὲ ὁμοϊδεάτες (ἴσως σὲ ὁρισμένους μόνο, προκειμένου νὰ μείνουν στερροὶ στὶς πεποιθήσεις τους) ἀλλὰ στοὺς ἄλλους ποὺ μπορεῖ νὰ πιστέψουν τὶς καταγγελίες ποὺ ἐκτοξεύουν κατὰ τοῦ ΣΥΡΙΖΑ οἱ πολιτικοί του ἀντίπαλοι. Τὸ διακύβευμα συνεπῶς εἶναι πολὺ εὐρύτερο. Τὸ μεῖζον ποὺ κρίνεται ἐδῶ εἶναι ἡ ἀντίληψη περὶ ἠθικῆς ὑπεροχῆς τῆς ἀριστερᾶς, ἀντίληψη ποὺ βάλλεται ὄχι μόνο, φεῦ, ἀπὸ τοὺς ἐκπροσώπους τῆς ἐπαράτου δεξιᾶς ἀλλὰ καὶ ἀπὸ φιλελεύθερους, ἀριστεροὺς καὶ ποικίλους ἀριστερογενεῖς. Οἱ συσχετισμοὶ ποὺ καθιερώθηκαν κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Μεταπολίτευσης δείχνουν νὰ ἀλλάζουν. Ἂν ὁ ΣΥΡΙΖΑ ἐνδώσει στὶς ἐγκλήσεις τῶν πολιτικῶν του ἀντιπάλων ποὺ τὸν καλοῦν νὰ καταστεῖ καὶ συμβολικὰ ἕνα νομιμόφρον ἀστικὸ κόμμα δηλώνοντας ἀπερίφραστα τὴν προσήλωσή του στοὺς ἀστικούς, δημοκρατικοὺς θεσμοὺς καὶ τὸ ἰδεολογικό τους πλαίσιο, ἴσως νὰ ἔκανε πράξη αὐτὸ ποὺ φοβᾶται καὶ ἀπεύχεται ὁ Φώτης Τερζάκης: «γιὰ φανταστεῖτε μιὰν ἀριστερὰ ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ συμμορφώνεται στὶς ἐντολὲς τῶν Κανέλληδων, Μανδραβέληδων, Πρετεντέρηδων, Εὐαγγελάτων κ.ο.κ. νὰ ξεκινάει κάθε πολιτική της ἐκτίμηση γιὰ ἱστορικὰ γεγονότα μὲ δηλώσεις μεταμέλειας καὶ νομιμοφροσύνης, ἀποκηρύσσοντας ἐκεῖνο ποὺ δὲν κήρυξε ποτέ! Εὔχεται μόνο κάποιος νὰ εἶχε ὀ ΣΥΡΙΖΑ τὴν ἱκανότητα καὶ τὴν τόλμη νὰ βγάλει ἀληθινοὺς τοὺς φόβους τοῦ Ἠλία Κανέλλη καὶ τῶν ὁμοίων του (γιὰ τὸ ὁποῖο, δυστυχῶς, πολὺ ἀμφιβάλλω…)!».

Προσωπικὰ δὲν γνωρίζω πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ εὔχεται κάποιος νὰ εἶχε ὁ ΣΥΡΙΖΑ τὴν ἱκανότητα καὶ τὴν τόλμη νὰ πράξει κάτι ποὺ ὁ ἴδιος ὁ ΣΥΡΙΖΑ δὲν τὸ θέλησε οὔτε τὸ διακήρυξε ποτὲ. Νὰ τὸ ποῦμε ἀλλιῶς: εἴτε οἱ φόβοι ὅλων αὐτῶν τῶν φιλελευθέρων εἶναι ἀβάσιμοι, καὶ συνεπῶς ο λόγος τους λειτουργεῖ πρὸς ἐκφοβισμὸ τῆς κοινωνίας, εἴτε εἶναι βάσιμοι κι ἔτσι ἀποκτοῦν νόημα καὶ οἱ εὐχὲς τοῦ Φώτη Τερζάκη.

Σὲ ἕνα ἄρθρο ποὺ οἱ προκείμενες τῆς σκέψης τοῦ συγγραφέα του –ὣς ἕνα βαθμὸ ἀναπόφευκτα λόγω τῆς περιορισμένης του ἔκτασης– τίθενται δίχως τὴν παραμικρὴ διερώτηση ἢ τὴν ἀνάδειξη, ἔστω, ἑνὸς προβληματισμοῦ, καὶ ὑπὸ ἕναν τέτοιο διανοητικὸ προσανατολισμὸ, ἡ ἀναφορὰ σὲ προϋποθέσεις τοῦ διαλόγου μοιάζει μὲ διαπραγμάτευση ἐν καιρῶ πολέμου. Εἶναι δηλαδὴ πλήρως προσχηματική. Καὶ ἐπειδὴ περὶ ὑποκρισίας ὁ λόγος ὀφείλουμε νὰ σημειώσουμε, καὶ πάλι, ὅτι ὑποκρισία, συνειδητὴ ἢ ἀσυνείδητη, μπορεῖ νὰ ὑπάρξει μονάχα ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχουν ἰδεώδη καὶ τὰ ἰδεώδη δημιουργοῦν μιὰ ἐντασιακὴ σχέση μὲ τὴν πραγματικότητα. Αὐτὴ ἡ παρατήρηση δὲν γίνεται μὲ τὴν πρόθεση νὰ ἐξοβελίσει τὰ ἰδεώδη ἀλλὰ γιὰ νὰ τονίσει τὸ ἀναπόδραστο τῆς ὑποκρισίας. Ἔξω ἀπὸ τὴν ψυχολογία ὅμως, ὑπάρχει μιὰ πολιτικοκοινωνικὴ πραγματικότητα ποὺ ἐπέτρεψε, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὶς προθέσεις τοῦ οἱουδήποτε, στὸ βιβλίο τοῦ Δημήτρη Κουφοντίνα νὰ κυκλοφορήσει καὶ στὸν ἐνδιαφερόμενο νὰ μπορεῖ νὰ τὸ βρεῖ στὰ βιβλιοπωλεῖα. Ἀκόμη περισσότερο: ποὺ τοῦ ἐπέτρεψε νὰ καταστεῖ ἀντικείμενο δημόσιας συζήτησης.

ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΣΤΑΜΑΤΕΛΟΠΟΥΛΟΣ