φιλελευθερισμός

Παναγιώτης Κονδύλης, Ο γερμανικός «ξεχωριστός δρόμος»

*

Εφέτος συμπληρώνονται 80 χρόνια από τη γέννηση και 25 από τον θάνατο του Παναγιώτη Κονδύλη (1943-1998). Με την ευκαιρία της επετείου, το ΝΠ, για το οποίο το έργο του Κονδύλη στάθηκε εξ αρχής βασικό σημείο αναφοράς, θα αποθησαυρίσει στη διάρκεια του έτους έναν αριθμό κειμένων είτε του ιδίου του στοχαστή, είτε μελετητών του, Ελλήνων και ξένων, δημοσιευμένων παλαιότερα.

~.~

Παναγιώτης Κονδύλης

Ο γερμανικός «ξεχωριστός δρόμος»
και οι γερμανικές προοπτικές

Το ζήτημα των μελλοντικών γερμανικών προοπτικών δεν μπορεί να συζητηθεί ανεξάρτητα από το ζήτημα του λεγόμενου «ξεχωριστού δρόμου» των Γερμανών κατά το παρελθόν. Άλλωστε, οφείλουμε να αποδεχθούμε μια κάποια συνάφεια μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος άσχετα από το πώς ερμηνεύουμε τον όρο «ξεχωριστός δρόμος», έστω δηλαδή κι αν δηλώνουμε με αυτόν απλώς και μόνο εκείνη την ιστορική πορεία που ακολούθησαν άπαξ και υπό το κράτος της ανάγκης οι Γερμανοί και η οποία τους οδήγησε στις σημερινές συνθήκες θέτοντας συγχρόνως το πλαίσιο της μελλοντικής τους δράσης.

Καθώς σήμερα η έννοια του γερμανικού «ξεχωριστού δρόμου» χρησιμοποιείται κυρίως αρνητικά, το ζήτημα της συνάφειας μεταξύ γερμανικού παρελθόντος και μέλλοντος δεν τίθεται μόνο με ιστορική αλλά και με πολιτική πρόθεση. Έχουμε επομένως να κάνουμε εδώ με μια εργαλειοποίηση της αντίληψης εκείνης που παρουσιάζει τον γερμανικό «ξεχωριστό δρόμο» ως αδιέξοδο και παραπλανητικό, εργαλειοποίηση που υποκινείται από όσους επιδιώκουν να στρέψουν τις γερμανικές προοπτικές προς συγκεκριμένη, κανονιστικά καθορισμένη κατεύθυνση. Έτσι οι προοπτικές αυτές επηρεάζονται πράγματι από τον γερμανικό «ξεχωριστό δρόμο» – όχι όμως από τον γερμανικό «ξεχωριστό δρόμο» με την αντικειμενική ιστορική έννοια που εξηγήσαμε παραπάνω, αλλά από τη θεωρία του «ξεχωριστού δρόμου» που αποτελεί πολιτικό όπλο. Άλλωστε δεν θα μπορούσαμε να περιμένουμε ότι η θεωρία του «ξεχωριστού δρόμου» θα μπορούσε να έχει διαφορετική επίδραση. Γιατί, όπως δείχνει η αναδρομή στην ιστορία του όρου, όλες οι εκδοχές της είχαν εξαρχής πολεμικά κίνητρα και γίνονταν αντίστοιχα αντιληπτές. Όμως ως καθαρή πολεμική η θεωρία αυτή μπορεί να γίνει κατανοητή μόνον αν μέσω της επιστημολογικής και ιστορικής κριτικής αποκτήσουμε επίγνωση του γεγονότος ότι οι θεμελιώδεις παραδοχές της είναι αβάσιμες.

Προτού επιχειρήσουμε αυτή την κριτική στα στενά περιθώρια που έχουμε εδώ στη διάθεσή μας, πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η θέση περί γερμανικού «ξεχωριστού δρόμου» δεν είχε πάντοτε τη σημερινή αρνητική χροιά και ότι η θετική εκδοχή της, όπως και η αρνητική, είχε τις καταβολές της τόσο στη Γερμανία όσο και στο εξωτερικό. Η θετική εκδοχή υπήρξε η αρχική και μπορούμε να την ανιχνεύσουμε ήδη στις αποφάνσεις εξεχόντων Γερμανών στοχαστών του 18ου αιώνα, με τις οποίες ζητούσαν να περιγράψουν την ειδοποιό διαφορά του γερμανικού πνεύματος έναντι της «Δύσης» και να συνεισφέρουν έτσι στη διάπλαση της γερμανικής εθνικής συνείδησης. Μπορούμε να καταρτίσουμε έναν μακρύ κατάλογο ονομαστών συγγραφέων που εγκωμιάζουν σε υψηλότατους τόνους την εν μέρει φιλοσοφική και μεταφυσική, εν μέρει αισθητική και παιδευτική υπεροχή των προϊόντων της γερμανικής σκέψης απέναντι στον «ρηχό» δυτικό Διαφωτισμό. Οι φρικαλεότητες της περιόδου της Τρομοκρατίας κατά τη Γαλλική Επανάσταση ερμηνεύθηκαν συχνά ως αναγκαίο επακόλουθο του Διαφωτισμού αυτού του είδους και φάνηκε να επιβεβαιώνουν την αυτάρεσκη αντίληψη ότι η υψηλότερου επιπέδου παιδεία τους προστάτευσε τους Γερμανούς από τέτοιες απάνθρωπες πράξεις. Όσοι Γερμανοί μετά το 1750 περίπου εξέφρασαν τέτοιες απόψεις για τη «Δύση», και προ πάντων για τους Γάλλους γείτονες, ήταν συνήθως λόγιοι με φιλελεύθερο και ουμανιστικό φρόνημα, που όμως εμπρός στην τότε συγκεχυμένη πολιτική κατάσταση του γερμανικού έθνους δεν μπορούσαν να διεκδικήσουν μια εθνική ταυτότητα παρά μόνο στο πολιτισμικό πεδίο και με τη σχηματική περιχαράκωση έναντι ενός γείτονα, του οποίου η ακτινοβολία και ο πλούτος τούς γεννούσε ανάμικτα συναισθήματα. Για τους λόγους αυτούς, θα ήταν εσφαλμένο και άδικο να δούμε στις δηλώσεις τους εκείνες έναν κακό οιωνό και να παραγνωρίσουμε εντελώς ανιστόρητα τον ψυχολογικό και ιδεολογικό μηχανισμό, μέσα από τον οποίο συντελείται η αποκρυστάλλωση κάθε εθνικής συνείδησης. Εξάλλου, σχεδόν κανείς δεν παρεξηγούσε τότε τη στάση αυτή των Γερμανών. Καθώς η ξηρά και η θάλασσα ήταν υπό την κυριαρχία άλλων, παραχωρήθηκε ευχαρίστως στους Γερμανούς, όπως το είχε κατανοήσει ήδη ο μεγάλος ποιητής, η βασιλεία των ουρανών, δηλαδή το βασίλειο ενός πολιτισμού χτισμένου πάνω σε ιδέες και ιδεώδη, ενώ τους αναγνωρίστηκε μετ’ επαίνων το προβάδισμα στους μακράν της πολιτικής τομείς. Μάλιστα, την αυτοεκτίμηση των Γερμανών λογίων και καλλιτεχνών τη συμμερίζονταν ευρέα στρώματα της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης και τη γερμανική θετική εκδοχή της θεωρίας του «ξεχωριστού δρόμου» ήρθε από νωρίς να συνδράμει μια άλλη, προερχόμενη από το εξωτερικό. Γάλλοι και Άγγλοι θιασώτες των ρομαντικών-αντεπαναστατικών ιδεών εξιδανίκευαν τους Γερμανούς, επειδή τάχα έμειναν αμόλυντοι από την επιρροή του «ρηχού» διαφωτισμού και την καπιταλιστική μέθη, μένοντας πιστοί στα όσια και ιερά. Ο θαυμασμός για τις γερμανικές επιδόσεις στα πεδία των κλασσικών γραμμάτων αλλά και των φυσικών επιστημών ήρθε αργότερα να συνοδεύσει αυτές τις συμπάθειες και ο λόγος για τον «λαό των Στοχαστών και των Ποιητών» έγινε παροιμιώδης. (περισσότερα…)

Advertisement

Τι μας διδάσκει το Ισραήλ

*

του ΑΓΓΕΛΟΥ ΧΡΥΣΟΓΕΛΟΥ

Το Ισραήλ συνταράσσεται από τεράστιες σε όγκο μαζικές διαδηλώσεις κατά της κυβέρνησης Νετανιάχου και των μεταρρυθμίσεων που εκείνη προωθεί με σκοπό τον στενότερο έλεγχο και την αποδυνάμωση του ανεξάρτητου συνταγματικού δικαστηρίου έναντι της εκτελεστικής εξουσίας. Οι μεταρρυθμίσεις περιέχουν τόσο ιδεολογικό πρόσημο, καθώς τα θρησκευτικά και εθνικιστικά κόμματα στον συνασπισμό του Νετανιάχου βλέπουν το δικαστήριο σαν προπύργιο της φιλελεύθερης και κοσμικής ελίτ του κράτους Ισραήλ, όσο και προσωπική ιδιοτέλεια, καθώς ο ίδιος ο Νετανιάχου ελέγχεται δικαστικά για μεγάλες υποθέσεις διαφθοράς.

Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, ο Νετανιάχου φαίνεται να κάνει πίσω στις μεταρρυθμίσεις του. Όποια και αν είναι η εξέλιξη των πραγμάτων όμως, βλέπουμε να παίζεται στο Ισραήλ ένα σενάριο ανάλογο με αυτό άλλων χωρών όπου, σύμφωνα με το κατεστημένο αφήγημα, συγκρούεται η «φιλελεύθερη δημοκρατία» με τον «ακροδεξιό λαϊκισμό». Προσπάθειες ποδηγέτησης της δικαστικής εξουσίας είχαμε άλλωστε και σε άλλες χώρες με εθνικιστικές κυβερνήσεις όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι διαδηλωτές στο Ισραήλ παρελαύνουν με πλακάτ που δείχνουν τον Νετανιάχου παρέα με τα δυο άλλα φαντάσματα του «εθνολαϊκισμού», τον Τραμπ και τον Πούτιν.

Πέρα από τον λαό στους δρόμους, στις μεταρρυθμίσεις Νετανιάχου αντιτίθεται και το σύνολο των ελίτ του Ισραήλ, από τα μεγαλύτερα συνδικάτα και τα πανεπιστήμια (που κήρυξαν απεργία) ώς την πανίσχυρη γραφειοκρατία της χώρας, καθώς είδαμε μέχρι και παραιτήσεις του υπουργού άμυνας και διπλωματών. Έντονη υποστήριξη στους διαδηλωτές δείχνει και ο δυναμικός τομέας τεχνολογίας του Ισραήλ, η «Σίλικον Βάλεϋ» της χώρας, παρότι η ανάπτυξή της οφείλει πολλά στην οικονομική πολιτική του Νετανιάχου τις προηγούμενες δεκαετίες.

Οι ιδιαιτερότητες του Ισραήλ όμως δείχνουν και άλλα πράγματα που η φιλελεύθερη ρητορεία περί «δημοκρατίας» και «εξισορρόπησης των εξουσιών» μάλλον αποκρύπτει. Το Ισραήλ είναι μια συναρπαστική χώρα που έχει αλλάξει δραματικά τα τελευταία χρόνια. Η πόλωση στην ισραηλινή κοινωνία δεν μπορεί να κατανοηθεί εκτός του πλαισίου αυτών των αλλαγών. Και η Ευρώπη και η Ελλάδα πρέπει να αντλήσουν μαθήματα από την περίπτωση του Ισραήλ. (περισσότερα…)

Ελεύθερος χρόνος και φιλελεύθερη δημοκρατία

*

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

Ένα από τα βασικά κριτήρια που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να μετρηθεί το βάθος και το εύρος των Δυτικών «φιλελεύθερων δημοκρατιών» είναι, αναμφισβήτητα, η ύπαρξη ελεύθερου χρόνου για τους πολίτες. Είναι αδύνατον στον οποιοδήποτε να συμμετάσχει ως πολίτης στα δρώμενα της δημοκρατίας, δηλαδή να ασχοληθεί με τα πολιτικά ζητήματα αν συγχρόνως δεν έχει τον απαιτούμενο ελεύθερο χρόνο.

Οι λόγοι είναι προφανείς: Οι σύγχρονες βιοτικές ανάγκες και οι σχέσεις που αυτές παράγουν υποχρεώνουν τον σημερινό άνθρωπο να «μοχθεί» τόσες πολλές ώρες ημερησίως ώστε είναι αδύνατη η ενασχόλησή του με οτιδήποτε άλλο.

Σκεφτείτε ότι η καθημερινή ζωή του Αθηναίου πολίτη στην αρχαία Αθήνα, του εντελώς απαλλαγμένου από τον μόχθο και την εργασία, ήταν φορτωμένη από τόσες έγνοιες λόγω των πολιτικών δραστηριοτήτων του που του απορροφούσαν τόσο πολύ χρόνο, ώστε οι φιλόσοφοι πρόσθεσαν και το νόημα της ελευθερίας ως απαλλαγή από την πολιτική δραστηριότητα (σχολή)[1].

Ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι ένας από τους τρεις τρόπους ζωής (βίοι) οι οποίοι αφορούν στο ωραίο και όχι στο αναγκαίο ή στο ωφέλιμο και που μπορεί να επιλεγεί από ελεύθερους ανθρώπους (ελεύθερους από τις όποιες βιοτικές ανάγκες) είναι η ζωή η οποία αφιερώνεται στα ζητήματα της πόλεως, όπου η υπεροχή γεννά ωραίες πράξεις[2].

Σήμερα ζούμε σε ένα εντελώς διαφορετικό πολιτικό οικονομικό και κοινωνικό σύστημα στο οποίο η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων είναι αναγκασμένοι να εργάζονται οι ίδιοι και μάλιστα με τη μορφή της εξαρτημένης εργασίας για να καλύπτουν τις ανάγκες επιβίωσης και όχι μόνο. Παρόλα αυτά όμως η έννοια της Δημοκρατίας είναι ουσιωδώς συνυφασμένη με την ιδιότητα του πολίτη και της αποφασιστικής του συμβολής στη διακυβέρνηση του θεσμικού υποκειμένου το οποίο αναγνωρίζει ως κυρίαρχο και συνεπώς συμμετέχει.

Η αναφορά στη δημοκρατία της αρχαίας Αθήνας γίνεται συνεπώς όχι ως μηχανιστικό παράδειγμα προς μίμηση αλλά για λόγους ανάδειξης των βασικών – στοιχειωδών προϋποθέσεων που απαιτούνται, στις σημερινές συνθήκες, ώστε να λειτουργεί η δημοκρατία και όχι η δημοκρατική ρητορεία[3] όπως συμβαίνει σήμερα σε όλες τις δυτικού τύπου δημοκρατίες. (περισσότερα…)

Richard Rorty, Ο φιλελευθερισμός ως ζήτημα καρδιάς

*

Μετάφραση: Ἕλενα Σταγκουράκη

Ἡ ἔννοια τοῦ φιλελευθερισμοῦ εἶναι τόσο εὐρεία καὶ περιλαμβάνει τόσο ἑτερογενῆ μεταξύ τους στοιχεῖα, ὥστε γεννᾶται τὸ ἐρώτημα ἂν ἀποτυπώνει ἐντέλει ἐπαρκῶς τὰ κύρια γνωρίσματα τῆς πολιτικῆς αὐτῆς κοσμοθεώρησης. Ὅμως, ἄν δὲν πρόκειται γιὰ συνεκτικὴ ἔννοια ποὺ συνδέει τοὺς φιλελεύθερους ὅλων τῶν ἀποχρώσεων μεταξύ τους, περὶ τίνος πρόκειται; Εἶναι δυνατὸν νὰ δοῦμε τὸν φιλελευθερισμὸ ὡς ζητήμα καρδιᾶς;

Οἱ φιλελεύθεροι χωρίζονται σὲ διάφορες ἐπιμέρους κατηγορίες: πιστοὶ καὶ ἀθεϊστές, αἰσιόδοξοι καὶ ἀπαισιόδοξοι, ὑποστηρικτὲς τοῦ Κὰντ ἢ τοῦ Μίλλ, εἴρωνες ἢ ἠθικολόγοι. Ὁ συνδετικὸς κρίκος ὅλων αὐτῶν τῶν διαφορετικῶν ἀνθρωπότυπων συνίσταται ὅμως σὲ κάτι διαφορετικό ἀπὸ αὐτές τους τὶς ἰδιότητες: τὴν ἱκανότητά τους νὰ μπαίνουν στὴ θέση ὅσων ὑποφέρουν. Οἱ φιλελεύθεροι παρακινοῦνται εὐκολότερα νὰ ἀντιδράσουν ἐμπρὸς στὴ βία, τὸν ἐξευτελισμὸ ἢ τὴν ἀδικία ἀπ’ ὅ,τι οἱ συντηρητικοί. Μπορεῖ νὰ μὴν συμμερίζονται τὴν ἴδια κοσμοθεώρηση, ὡστόσο τοὺς ἑνώνει ἡ συναισθηματικὴ ἀντίδραση. Ὁ φιλελευθερισμὸς εἶναι ζήτημα καρδιᾶς ὄχι πνεύματος. Ὁ τρέχων ὑποτιμητικὸς χαρακτηρισμὸς ποὺ χρησιμοποιοῦν οἱ συντηρητικοὶ στὶς Ἡνωμένες Πολιτεῖες γιὰ τοὺς φιλελεύθερους εἶναι ἐνδεικτικός: «do-gooding bleeding hearts», κάτι σὰν «πονόκαρδες ἀδερφὲς Τερέζες».

Οἱ ἀπόπειρες νὰ θεμελιωθεῖ ὁ φιλελευθερισμὸς πάνω σὲ φιλοσοφικὴ βάση ἀστοχοῦν. Τὸ γεγονὸς ὅτι στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα λ.χ. ὑπῆρχαν δοῦλοι ἴσως ἦταν κάτι ἐσφαλμένο, ὄχι ὅμως καὶ παράλογο. Εἶναι ἀδύνατο νὰ ἀποδείξουμε ὅτι ἡ δουλεία ὑπῆρξε ἱστορικὸ σφάλμα ἐπὶ τῆ βάσει ἀρχῶν τῶν ὁποίων ἡ ἰσχὺς εἶναι προφανὴς σὲ κάθε σκεπτόμενο ἄτομο κάθε ἐποχῆς καὶ κάθε τόπου. Ἐμεῖς, οἱ σύγχρονοι Εὐρωπαῖοι καὶ Ἀμερικανοί, ὑπερέχουμε ὅντως τῶν δουλοκτητῶν τοῦ παρελθόντος, ὅπως ὁ Περικλῆς καὶ ὁ Τόμας Τζέφφερσον, ἢ τοῦ παρόντος, ὅπως κάποιοι φύλαρχοι στὴ σημερινὴ Ἀφρική. Ὡστόσο, δὲν διαθέτουμε οὔτε καλύτερα συστήματα πίστεως οὔτε ὀρθότερη κρίση. Ἁπλῶς, εἴμαστε περισσότερο ἀπὸ ἐκείνους σὲ θέση νὰ συμμεριστοῦμε τὴν κατάσταση τῶν σκλάβων.

Ἑξαιρουμένων τῶν παθολογικῶν περιπτώσεων, καθένας δύναται νὰ συμπάσχει. Καθένας μοιράζεται τὸν πόνο τῶν μελῶν τῆς οἰκογένειάς του ἣ τῶν φίλων του. Οἱ δουλοκτῆτες συμμερίζονται τὶς ἀτυχίες τῶν ἄλλων δουλοκτητῶν, ὅπως καὶ οἱ βασανιστὲς ἐκεῖνες τῶν συναδέλφων τους. Παρὰ ταῦτα, στὶς περισσότερες κοινωνίες καὶ στὶς περισσότερες ἐποχὲς τῆς ἱστορίας τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ζωὴ ὑπῆρξε ὑπερβολικὰ δύσκολη καὶ ἀβέβαιη, ὥστε νὰ ἐπιτρέπει στὸν ἄνθρωπο νὰ διευρύνει τὴ συμπάθειά του ὥστε νὰ περιλάβει καὶ ἐκείνους ποὺ διέφεραν πολὺ ἀπὸ τὸν ἴδιο. Στοὺς δυὸ αἰῶνες ποὺ ἀκολούθησαν τὴ Γαλλικὴ Ἐπανάσταση, ἡ κατάσταση τῆς μεσαίας τάξης στὴν Εὐρώπη καὶ τὴν Ἀμερικὴ ἐπέτρεψε σὲ πολλοὺς ἀκριβῶς αὐτό. Δὲν τίθεται βεβαίως ζήτημα ξαφνικῆς μεταστροφῆς τῶν μελῶν τοῦ ἀνθρωπίνου εἴδους καὶ προσχώρησής τους στὴ θεωρία τοῦ Κὰντ ποὺ θέλει τὸν ἄνθρωπο σκοπὸ καὶ ὄχι ταπεινὸ μέσο. Ἁπλῶς οἱ ἄνθρωποι, χάρη στὶς δικές τους πιὸ ἄνετες πλέον συνθῆκες διαβίωσης, ἔγιναν περισσότερο εὐαίσθητοι, περισσότερο γενναιόδωροι. Τοὺς ἐπετράπη ἔτσι νὰ θεωροῦν ἰσάξιο κάποιον, ἀκόμη καὶ ἐντελῶς διαφορετικὸ ἀπὸ τοὺς ἴδιους, ἐφόσον μετέχει τῆς κοινῆς ἀνθρώπινης μοίρας. Γιὰ νὰ μνημονεύσουμε τὰ λόγια τοῦ φιλοσόφου Πῆτερ Σίνγκερ, «διεύρυναν τὸν κύκλο τοῦ «Ἐμεῖς»». (περισσότερα…)

O Κρώφορντ Μπ. Μάκφερσον και η ιστορία της φιλελεύθερης δημοκρατίας

του ΜΥΡΩΝΑ ΖΑΧΑΡΑΚΗ

O Κρώφορντ Μπ. Μάκφερσον (1911-1987) υπήρξε ένας σημαντικός πολιτικός επιστήμονας, συγγραφέας και καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Τορόντο. Με το έργο του αποπειράθηκε να σκιαγραφήσει την ιστορική καθιέρωση στη Δύση της φιλελεύθερης δημοκρατίας, στο πολιτικό πλαίσιο της οποίας βρισκόμαστε ακόμη, αλλά και να διευρύνει περαιτέρω τη λαϊκή συμμετοχή στη λήψη των αποφάσεων, εισηγούμενος νέα μοντέλα πολιτικής αντιπροσώπευσης που να είναι λιγότερο ελιτίστικα και περισσότερο ανοικτά προς όσο το δυνατόν περισσότερους πολίτες. Η πολιτική σκέψη του, που ταξινομείται συνήθως στην κατηγορία του καναδέζικου ιδεαλισμού, από κοινού με τον Γκραντ και τον Ταίηλορ, επιδιώκει να αποτελέσει μιαν απάντηση στον νεοφιλελευθερισμό, συμβιβάζοντας τη φιλελεύθερη δημοκρατία με τη μαρξιστική κριτική, διασώζοντας συνάμα τα κυριότερα στοιχεία του κλασικού φιλελευθερισμού και συγχρόνως αποδεσμεύοντάς τα, όσο αυτό είναι δυνατό, από το περιοριστικό, κατά τη γνώμη του, οικονομοκεντρικό και καπιταλιστικό πλαίσιο, υπό το οποίο διαμορφώθηκαν.

(περισσότερα…)