γερμανική φιλοσοφία

Immanuel Kant, Τέχνη και ιδιοφυΐα

A1463-Web-Immanuel-Kants-philosophy-of-architecture

*

Ανθολόγηση-Μετάφραση ΚΩΣΤΑΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ

~.~

Σε ένα έργο των καλών τεχνών πρέπει να έχομε συνείδηση ότι είναι τέχνη και όχι φύση· και όμως θα πρέπει η σκοπιμότητα στη μορφή του να φαίνεται τόσο ελεύθερη από κάθε καταναγκασμό αυθαίρετων κανόνων ως εάν ήταν προϊόν μονάχα της φύσης.

~ . ~

Η φύση ήταν ωραία, όταν φαινόταν συγχρόνως σαν τέχνη· και η τέχνη μπορεί να ονομασθεί ωραία μόνον αν έχομε συνείδηση ότι είναι τέχνη και εν τούτοις μας φαίνεται σαν φύση.

~ . ~

Οι καλές τέχνες είναι τέχνες της ιδιοφυΐας.

~ . ~

Ιδιοφυΐα είναι το τάλαντο (το φυσικό χάρισμα) που παρέχει τον κανόνα στην τέχνη. Επειδή το ίδιο το τάλαντο, ως έμφυτη δημιουργική ικανότητα του καλλιτέχνη, ανήκει στη φύση, θα μπορούσαμε επίσης να εκφρασθούμε με τον ακόλουθο τρόπο: Ιδιοφυΐα είναι η έμφυτη πνευματική καταβολή (ingenium), μέσω της οποίας η φύση παρέχει τον κανόνα στην τέχνη.

~ . ~

Καθένας συμφωνεί σε τούτο, ότι η ιδιοφυΐα είναι εντελώς αντίθετη στο πνεύμα της μιμήσεως. Καθώς όμως η μάθηση δεν είναι τίποτε άλλο παρά μίμηση, γι’ αυτό δεν μπορεί ούτε η μεγαλύτερη προδιάθεση ή έφεση (ικανότητα) για μάθηση ως τέτοια να θεωρείται ιδιοφυΐα. Για τούτο μπορεί κάποιος να μάθει πολύ καλά όλα όσα εξέθεσε ο Νεύτων στο αθάνατο έργο του, τις Αρχές της φυσικής φιλοσοφίας, όσο κι αν χρειαζόταν ένας μεγάλος νους για να ανακαλύψει κάτι τέτοιο· όμως δεν μπορεί κανείς να μάθει να γράφει σπουδαία ποίηση, όσο διεξοδικές και αν είναι όλες οι οδηγίες για την ποίηση και όσο έξοχα και αν είναι τα πρότυπά της. Η αιτία είναι ότι ο Νεύτων θα μπορούσε να παρουσιάσει όχι μονάχα στον εαυτό του αλλά και σε κάθε άλλον τελείως εποπτικά και με διαυγή τρόπο, ώστε να τον παρακολουθούν, όλα τα βήματά του που έπρεπε να κάμει από τα πρώτα στοιχεία της Γεωμετρίας μέχρι τις μεγάλες και βαθειές ανακαλύψεις του· αλλά κανένας Όμηρος ή Βήλαντ δεν μπορεί να δείξει πώς φανερώνονται στο κεφάλι του οι ευφάνταστες, συνάμα όμως και βαθυστόχαστες ιδέες του, επειδή δεν το γνωρίζει ούτε ο ίδιος και για τούτο δεν μπορεί να το διδάξει ούτε στους άλλους.

~ . ~

Οι ιδέες του καλλιτέχνη διεγείρουν παρόμοιες ιδέες του μαθητή του, όταν η φύση τον έχει προικίσει με παρόμοια αναλογία πνευματικών δυνάμεων. Τα πρότυπα των καλών τεχνών είναι συνεπώς τα μόνα καθοδηγητικά μέσα, ώστε να τις παραδώσομε στους μεταγενεστέρους. (περισσότερα…)

Advertisement

Immanuel Kant, Ομορφιά και τέχνη

*

Ανθολόγηση-Μετάφραση ΚΩΣΤΑΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ

~.~

Η νύχτα είναι υψηλή, η μέρα ωραία.

~.~

Ο νους είναι υψηλός, η ευστροφία ωραία. Η τόλμη είναι υψηλή και μεγάλη, η πονηρία μικρή αλλά ωραία. Η προσοχή, είπε ο Κρόμγουελ, είναι η αρετή του ηγέτη. Η φιλαλήθεια και η ειλικρίνεια είναι απλοϊκή και ευγενής, ο αστεϊσμός και το ευγενικό κομπλιμέντο είναι λεπτά και ωραία. Η ευπρέπεια είναι η ομορφιά της αρετής. Ο ανιδιοτελής ζήλος στην υπηρεσία είναι ευγενής, η ευταξία και η ευγένεια είναι ωραίες. Οι υψηλές ιδιότητες εμπνέουν σεβασμό αλλά οι ωραίες αγάπη. Οι άνθρωποι που το αίσθημά τους στρέφεται κυρίως προς το κάλλος, αναζητούν τους ειλικρινείς, σταθερούς και σοβαρούς φίλους τους, μόνο στην ανάγκη· αλλά για την παρέα διαλέγουν εκείνον τον αστείο, ευπρεπή και ευγενικό που είναι κατάλληλος για τη συντροφιά. Κάποιους τους εκτιμούμε τόσο πολύ, ώστε μόλις που μπορούμε να τους αγαπήσομε. Εμπνέουν θαυμασμό αλλά είναι τόσο πολύ ανώτεροί μας, ώστε να μην τολμούμε να τους προσεγγίσομε με την οικειότητα της αγάπης.

~.~

Τα υψηλά αισθήματα στα οποία αίρεται καμιά φορά η συνομιλία σε μια συντροφιά υψηλού επιπέδου, πρέπει να διαλύονται ενδιάμεσα σε εύθυμα αστεία, και οι χαρές και τα γέλια πρέπει να σχηματίζουν με τη συγκινημένη και σοβαρή έκφραση μιαν ωραία αντίθεση που εναλλάσσει αβίαστα τα δύο αυτά είδη των αισθημάτων. Η φιλία χαρακτηρίζεται κυρίως από το γνώρισμα του υψηλού, ενώ ο γενετήσιος έρωτας από εκείνο του ωραίου. Ωστόσο, η τρυφερότητα και ο βαθύς σεβασμός προσδίδουν στον έρωτα μιαν ορισμένη αξιοπρέπεια και ένα ύψος, ενώ τα γοητευτικά αστεία και η οικειότητα εξυψώνουν στο αίσθημα τούτο το χρώμα του ωραίου. Η τραγωδία διακρίνεται από την κωμωδία ιδίως κατά τούτο: στην τραγωδία συγκινείται το αίσθημα για το υψηλό, στην κωμωδία για το ωραίο. Στην πρώτη φανερώνονται η μεγαλόψυχη θυσία για το καλό των άλλων, η τολμηρή αποφασιστικότητα στους κινδύνους και η δοκιμασμένη πίστη. Εδώ η αγάπη είναι μελαγχολική, τρυφερή και γεμάτη σεβασμό· η δυστυχία των άλλων προκαλεί αισθήματα συμπάθειας στο στήθος του θεατή και κάνει τη μεγαλόψυχη καρδιά του να χτυπά για τη δυστυχία του ξένου. Συγκινείται τρυφερά και συναισθάνεται την αξιοπρέπεια της δικής του φύσης. Αντιθέτως, η κωμωδία παρουσιάζει λεπτές μηχανορραφίες, παράξενες περιπλοκές και επιτήδειους που καταφέρνουν να ξεγλιστρήσουν, χαζούς που εξαπατώνται, ανέκδοτα και γελοίους χαρακτήρες. Εδώ η αγάπη δεν είναι τόσο κατηφής, αλλά εύθυμη και οικεία. Εν τούτοις, όπως σε άλλες περιπτώσεις έτσι και σε αυτές, μπορεί το ευγενές να συνδυασθεί σε κάποιο βαθμό με το ωραίο.

~.~

Ευχάριστο ονομάζει κανείς ό,τι τον ικανοποιεί· ωραίο ό,τι απλώς του αρέσει· καλό ό,τι εκτιμάται, εγκρίνεται, δηλαδή σε ό,τι θέτομε μιαν αντικειμενική αξία.

~.~

Καλαισθησία είναι η ικανότητα κρίσεως ενός αντικειμένου βάσει μιας αρέσκειας ή απαρέσκειας χωρίς κανένα συμφέρον. Το αντικείμενο μιας τέτοιας αρέσκειας λέγεται ωραίο.

~.~

Ωραίο είναι εκείνο που αρέσει κατά την αποτίμησή του και μόνο (άρα όχι μέσω της εντυπώσεως των αισθήσεων σύμφωνα με μιαν έννοια της διάνοιας). Από τούτα συνάγεται αφ’ εαυτού ότι θα πρέπει να αρέσει χωρίς οποιοδήποτε συμφέρον. (περισσότερα…)

Gottfried Benn, Ο Νίτσε μετά από 50 χρόνια

*

Επιμέλεια στήλης – Μετάφραση ΚΩΣΤΑΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ

Η πρώτη υπενθύμιση ότι ο Νίτσε έχει πεθάνει εδώ και μισόν αιώνα, υπήρξε για μένα ένα γράμμα από το Παρίσι τον Ιανουάριο της χρονιάς αυτής. Η Revue Littéraire 84 ήθελε να εκδώσει ένα τεύχος για τον Νίτσε και μου ζήτησε να συμβάλω σ’ αυτό. Η συμβολή μου ήταν η ακόλουθη:

 «Στην πραγματικότητα, όλα όσα η γενιά μου συζήτησε, στοχάστηκε εσωτερικά, μπορεί να πει κανείς: υπέφερε, μπορούμε επίσης να πούμε: μεγαλοποίησε – όλα τούτα είχαν ήδη εκφρασθεί και εξαντληθεί με τον Νίτσε, είχαν βρει οριστικές διατυπώσεις, όλα τα άλλα ήταν εξήγηση. Ο επικίνδυνος, θυελλώδης, αστραπιαίος τρόπος του, το ανήσυχο ύφος του, η παραίτησή του από κάθε ειδύλλιο και από κάθε γενική αρχή, η διατύπωση της Ψυχολογίας των ορμών, της ιδιοσυστασίας ως κινήτρου, της Φυσιολογίας ως διαλεκτικής – “η γνώση ως αψιθυμία”, ολόκληρη η Ψυχανάλυση, ολόκληρος ο Υπαρξισμός, όλα τούτα είναι δικό του έργο. Αυτός είναι, όπως φανερώνεται συνεχώς και περισσότερο, ο μεγάλης εμβέλειας γίγαντας της εποχής μετά τον Γκαίτε.

Αλλά έρχονται μερικοί και λένε: ο Νίτσε είναι πολιτικά επικίνδυνος. Υπό το πρίσμα αυτό θα πρέπει λοιπόν, ασφαλώς, να δούμε κάποτε τους πολιτικούς. Αυτοί είναι άνθρωποι που, όταν γίνονται ρητορικοί, κρύβονται πάντοτε πίσω από τις θέσεις ανθρώπων τους οποίους δεν καταλαβαίνουν, των πνευματικών ανθρώπων. Τι μπορεί να κάμει ο Νίτσε για το γεγονός ότι οι πολιτικοί παρήγγειλαν σ’ αυτόν εκ των υστέρων την εικόνα τους; Ο Νίτσε το προείδε αυτό να συμβαίνει, τον Ιούνιο του 1884 έγραψε στην αδελφή του ότι του προκαλούσε τρόμο η σκέψη ποιοι άνθρωποι που δεν θα είχαν κανένα δικαίωμα και τελείως ακατάλληλοι θα επικαλούνταν κάποτε την αυθεντία του. Είπε ακόμη πως ήθελε να έχει “φράχτες γύρω από τις σκέψεις του, για να μην εισβάλλουν στους κήπους μου οι χοίροι και οι φαντασιόπληκτοι”. Μολαταύτα παραμένει αξιοσημείωτο ότι σε μιαν ορισμένη περίοδο της δημιουργίας του (Ζαρατούστρας) βρισκόταν υπό την καθοδήγηση δαρβινιστικών ιδεών, πίστευε στην επιλογή των ικανών, στον αγώνα για την ύπαρξη τον οποίο αντέχουν μόνο οι πιο σκληροί, αλλά υιοθέτησε τις έννοιες αυτές για να χρωματίσει το όραμά του, δεν ήταν σ’ αυτόν δοσμένο να ανάψει το όραμά του με εικόνες θρύλων αγίων. Το ξανθό θηρίο, το οποίο έπειτα προσωποποιήθηκε, ασφαλώς δεν θα το είχε χαιρετίσει. Ο ίδιος ως άνθρωπος ήταν φτωχός, ακηλίδωτος, καθαρός – ένας μεγάλος μάρτυρας και άντρας. Θα μπορούσα να προσθέσω, για τη γενιά μου ήταν ο σεισμός της εποχής και από τα χρόνια του Λούθηρου η μεγαλύτερη γερμανική γλωσσική ιδιοφυΐα». (περισσότερα…)

Hans Freyer, Κατασκευάζοντας τον κόσμο απ’ την αρχή

  *

Αναδρομές : Μια στήλη του ΝΠ αφιερωμένη σε αξιομνημόνευτες στιγμές της ελληνικής και ξένης λογοτεχνίας και σκέψης.

~ . ~

ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΑΠ’ ΤΗΝ ΑΡΧΗ

Δες τον γεωργό που οργώνει· δες τον πώς μαζεύει τη σοδειά. Η δουλειά του είναι σκληρή, και σήμερα ακόμα, που η σύγχρονη τεχνική, με τις καθημερινές της εφαρμογές, του στέκεται αρωγός. Παρ’ όλ’ αυτά, συγγενεύει πάντα στενότερα με την αναζήτηση και την συλλογή τροφής, εκείνες τις αρχαιότερες μορφές πρόνοιας του ανθρώπου, παρά με οποιαδήποτε τέχνη που επεξεργάζεται ένα υλικό και κατασκευάζει ένα αντικείμενο. Ο γεωργός δεν κατασκευάζει κάτι και η εργασία του δεν είναι δημιουργική. Οι ασχολίες του απ’ το πρωί ώς το βράδυ, από το όργωμα ώς το νέο όργωμα, δεν σχηματίζουν μια αναγκαία διαδοχή, στην αρχή της οποίας βρίσκεται μια πρώτη ύλη, στο μέσο της ένα ημιτελές παρασκεύασμα και στο πέρας της ένα έτοιμο προϊόν. Οι ασχολίες του προσαρμόζονται, καρτερικά κι όμως έγκαιρα, στο κύλισμα των ημερών και του έτους, και η κάθε μια τους έχει την ώρα της στον κύκλο της ανάπτυξης των φυτών. Η αντίληψη ότι η επίσπευση της δουλειάς θα μπορούσε να επιταχύνει τους ρυθμούς, δεν έχει εδώ νόημα. Ανάμεσα στις εκάστοτε εργασίες παρεμβαίνει πάντοτε, σχεδόν σαν το καλύτερό τους μέρος, η αναμονή: όχι η αναμονή για το μεταφορικό μέσο μέσα στην εκμηχανισμένη κυκλοφορία με το ρολόι ανά χείρας, αλλά η προσμονή όσων πρόκειται να έρθουν σύμφωνα με τη φύση και την εμπειρία, η καρτερία ώσπου να φτάσουν, με όλες τις ελπίδες, τις αγωνίες και τα χτυποκάρδια που χαρακτηρίζουν την γνήσια αναμονή. Και πόσα δεν μπορούν να μεσολαβήσουν: χαλάζι, ξηρασία, παγετός, οι ακρίδες, ο πόλεμος! Όμως ο χωρικός μπορεί να επαφεθεί στην φυσική ορμή του σπόρου και, γενικά, στον χρόνο. Πέρα απ’ τον χειμώνα, μες απ’ όλες τις διαθέσεις του καιρού, ακόμα κι όταν κανείς δεν τον βλέπει: βλασταίνει. Κι αν το χιόνι μείνει μια-δυο βδομάδες περισσότερο, τότε εκείνος μεγαλώνει μετά ακόμα γοργότερα. Ο άνθρωπος, είναι εύλογο, δεν μπορεί παρά να περιμένει, αφού είναι αδύνατο να κάνει τους σπόρους να φυτρώσουν. (περισσότερα…)

Ο Χάρτμουτ Ρόζα για την επιτάχυνση και την αλλοτρίωση στις σύγχρονες κοινωνίες

*

του ΜΥΡΩΝΟΣ ΖΑΧΑΡΑΚΗ

Μετά την πρώτη τους έκδοση, οι εκδόσεις Πλήθος προσφέρουν στο ελληνικό κοινό μια ακόμη μετάφραση ενός έργου κοινωνικού και πολιτικού προβληματισμού. Πρόκειται για το τολμηρό και ενδιαφέρον βιβλίο του Χάρτμουτ Ρόζα, Επιτάχυνση και αλλοτρίωση: για μια Κριτική θεωρία της χρονικότητας στην ύστερη νεωτερικότητα. Όπως μαρτυρεί ο υπότιτλος, ο συγγραφέας του βιβλίου επιδίδεται στη σκιαγράφηση μιας νέας κριτικής θεωρίας για το σήμερα. Η κριτική θεωρία του, ξεκαθαρίζει, στηρίζεται όχι σε κάποια κανονιστική σύλληψη περί ανθρώπινης φύσης, αλλά στην διαπιστωμένη αντίθεση ανάμεσα στους πόθους των υποκειμένων (συγκεκριμένα, στο νεωτερικό πρόταγμα της ικανοποίησης των φιλοδοξιών και επιθυμιών του αυτόνομου ατόμου) και στους θεσμούς και πρακτικές που εμποδίζουν αυτούς τους πόθους να υλοποιηθούν. Πρόκειται για αντίθεση που συμβαίνει με τρόπο ανεπίγνωστο για τους περισσότερους από εμάς και εδώ είναι που επανέρχεται η μαρξιστική θεώρηση περί ιδεολογίας και ψευδούς συνείδησης, στην οποία έδωσε ιδιαίτερη έμφαση η Σχολή της Φραγκφούρτης, εξηγεί. Επιδιώκοντας να αρθρώσει έναν κριτικό Αριστερό λόγο απέναντι στον σύγχρονο καπιταλισμό, στα χνάρια των Χορκχάιμερ, Μαρκούζε και Άξελ Χόνετ, ο Γερμανός κοινωνιολόγος αναζητά ένα βασικό ερμηνευτικό κλειδί για την κατανόηση της Νεωτερικότητας και των σύγχρονων κοινωνιών, το οποίο και βρίσκει στην έννοια της «επιτάχυνσης». Κάνοντας λόγο για Νεωτερικότητα, μια έννοια συχνά επαναλαμβανόμενη αλλά ασαφή, ο Ρόζα τη διαιρεί σε «πρώιμη» (ως το 1850), «κλασική» (~1850-1970) και για «ύστερη» (1970-…).

Αν και η Νεωτερικότητα έχει συλληφθεί και περιγραφεί κοινωνιολογικά με έμφαση σε διαφορετικές έννοιες, από τον εργασιακό καταμερισμό έως τον ατομικισμό και την εμπορευματοποίηση, όλες αυτές διατρέχει υπόρρητα ένα κύριο στοιχείο: η επιτάχυνση. Οι δυτικές κοινωνίες είναι κοινωνίες της επιτάχυνσης. Τι ακριβώς σημαίνει όμως αυτό; Σύμφωνα με τον Ρόζα, υπάρχουν τρεις βασικές «όψεις» της επιτάχυνσης στη Δύση. Αρχικά, υπάρχει η τεχνολογική επιτάχυνση, που είναι ίσως και η πιο προφανής και αυτονόητη σε όλους μας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ταχύτητα επικοινωνίας και μεταφορών διαρκώς «συμπιέζει» τον χώρο, σε σημείο να τον συρρικνώνει υπέρ του χρόνου, καθότι οι πραγματικές τοποθεσίες (π.χ. ξενοδοχεία, τράπεζες, πανεπιστήμια) παίζουν πια όλο και μικρότερο ρόλο για τις ουσιαστικές κοινωνικές εξελίξεις. Έπειτα, υπάρχει η επιτάχυνση της κοινωνικής μεταβολή, η οποία συνίσταται στην επιτάχυνση όχι διαδικασιών εντός της κοινωνίας (όπως συμβαίνει με την τεχνολογική), αλλά επιτάχυνση της ίδιας της κοινωνίας καθαυτής. Σύμφωνα πάλι με τον Ρόζα:

[…] η κοινωνική επιτάχυνση ορίζεται από μια αύξηση των ρυθμών αποσύνθεσης της αξιοπιστίας των εμπειριών και των προσδοκιών και από τη συστολή των χρονικών διαστημάτων που μπορούν να οριστούν ως «παρόν» (σελ. 49). (περισσότερα…)