ΝΠ | Επιστήμη

Υπάρχουν μόνο δύο φύλα: Ένας βιολόγος εξηγεί γιατί

*

του CΟLΙΝ WRΙGΗΤ

Το τρανσεξουαλικό κίνημα έχει προκαλέσει σύγχυση σε πολλούς ευφυείς ανθρώπους ως προς το φύλο. Είναι οι κατηγορίες του ανθρώπινου φύλου κάτι το εμπειρικά πραγματικό, αμετάβλητο και δυαδικό ή είναι απλώς «κοινωνικές κατασκευές»; Το ερώτημα έχει επιπτώσεις στην πολιτική της νομικής και της υγειονομικής προστασίας των πολιτών, συμπεριλαμβανομένου του ζητήματος κατά πόσον άρρενες μπορούν να αγωνίζονται σε αθλήματα γυναικών, να κρατούνται σε γυναικείες φυλακές και να έχουν πρόσβαση σε χώρους που ιστορικά για λόγους δικαιοσύνης και ασφάλειας διαχωρίζονται με βάση το φύλο.

Όταν οι βιολόγοι λέμε ότι το φύλο είναι δυαδικό, εννοούμε κάτι απλό: υπάρχουν μόνο δύο φύλα. Αυτό ισχύει σε όλο το φυτικό και ζωικό βασίλειο. Το φύλο ενός οργανισμού ορίζεται από τον τύπο του γαμέτη του (σπέρμα ή ωάριο). Τα αρσενικά παράγουν σπερματοζωάρια ή μικρούς γαμέτες, τα θηλυκά ωάρια ή μεγάλους γαμέτες. Επειδή δεν υπάρχει τρίτος τύπος γαμετών, υπάρχουν μόνο δύο φύλα. Το φύλο είναι δυαδικό.

Τα βιολογικώς ερμαφρόδιτα άτομα, των οποίων τα γεννητικά όργανα εμφανίζονται διφορούμενα ή μικτά, δεν αναιρούν τη δυαδικότητα του φύλου. Πολλοί ιδεολόγοι του φύλου, ωστόσο, ισχυρίζονται λανθασμένα ότι η ύπαρξη τέτοιων οριακών καταστάσεων καθιστά τις κατηγορίες «αρσενικό» και «θηλυκό» αυθαίρετες και χωρίς νόημα. Στο βιβλίο της Οι ερμαφρόδιτοι και η ιατρική επινόηση του φύλου (1998), η ιστορικός της επιστήμης Άλις Ντρέγκερ γράφει:

«Ο ερμαφροδιτισμός προκαλεί μεγάλη σύγχυση, επειδή η ανακάλυψη ενός ερμαφρόδιτου σώματος εγείρει αμφιβολίες όχι μόνο για το συγκεκριμένο σώμα, αλλά για όλα τα σώματα. Το υπό ερώτηση σώμα μάς αναγκάζει να αναρωτηθούμε τι ακριβώς είναι αυτό –αν υπάρχει– που καθιστά το φύλο των υπολοίπων από εμάς αδιαμφισβήτητο».

Στην πραγματικότητα, η ύπαρξη τέτοιων σπανιότατων και οριακών περιπτώσεων ερμαφροδιτισμού δεν εγείρει ερωτήματα για το φύλο όλων των άλλων ανθρώπων, ακριβώς όπως η ύπαρξη της αυγής και του δειλινού δεν εγείρει αμφιβολίες για τη μέρα και τη νύχτα. Για τη συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων, το φύλο τους είναι προφανές. Και η κοινωνία μας δεν βιώνει ένα ξαφνικό δραματικό κύμα ανθρώπων που γεννιούνται με διφορούμενα γεννητικά όργανα. Βιώνουμε ένα κύμα ανθρώπων που ενώ ανήκουν αναμφισβήτητα στο ένα φύλο, ισχυρίζονται ότι «ταυτίζονται» με το αντίθετο φύλο ή με κάτι άλλο πέραν του αρσενικού ή του θηλυκού. (περισσότερα…)

Advertisement

Η άτεχνη μεταφυσική της τεχνητής νοημοσύνης

*

του ΗΛΙΑ ΑΛΕΒΙΖΟΥ

Στις 16 Φεβρουαρίου του 1946 το πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνιας παρουσίασε στο ευρύ κοινό και στον τύπο της εποχής τον ENIAC, έναν από τους πρώτους υπολογιστές και τον πρώτο τέτοιο με την καθιερωμένη πλέον σημασία του (υλοποιούσε εσωτερικά τη λεγόμενη αρχιτεκτονική φον Νώυμαν και ήταν πλήρως προγραμματιζόμενος). Ζύγιζε τριάντα τόνους και άνετα θα καταλάμβανε όλα τα δωμάτια ενός μεγάλου, σύγχρονου διαμερίσματος. Ήταν ένα άλλο χαρακτηριστικό του όμως που τράβηξε την προσοχή των δημοσιογράφων. Ο ENIAC είχε τη δυνατότητα να υπολογίσει την τροχιά ενός βλήματος σε λιγότερο χρόνο απ’ αυτόν που θα διαρκούσε η ίδια η τροχιά (το παράδειγμα με τις τροχιές βλημάτων δεν ήταν βέβαια τυχαίο, εφόσον ο ENIAC είχε σχεδιαστεί ακριβώς για τέτοιους σκοπούς στα πλαίσια της εμπλοκής των Η.Π.Α. στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο). Ήταν τέτοια η εντύπωση που προκάλεσαν οι υπολογιστικές δυνατότητες του ENIAC ώστε δεν ήταν σπάνιες οι αναφορές περί ενός «ηλεκτρονικού εγκεφάλου».

Παρά την υπαρκτή υπερβολή αυτών των χαρακτηρισμών, θα ήταν ωστόσο προπέτεια να διαβάσει κανείς τις τότε αντιδράσεις απλά ως ένα ακόμα δείγμα δημοσιογραφικής εντυπωσιοθηρίας. Την αμέσως επόμενη δεκαετία μετά το ντεμπούτο του ENIAC θα εισαγόταν στο επιστημονικό λεξιλόγιο ο όρος «τεχνητή νοημοσύνη». Όχι από τους δημοσιογράφους, αλλά από τους ίδιους τους επιστήμονες της νεοαναδυόμενης τότε επιστήμης της πληροφορικής. Ο σκοπός τους ήταν τόσο μεγαλεπήβολος όσο αφήνει να εννοηθεί ο όρος: η αναβίωση της παλιάς εκείνης φιλοδοξίας του Λάιμπνιτς περί κατασκευής μιας καθολικής άλγεβρας του Λόγου μέσω της αναγωγής του σε μηχανικά διατυπώσιμους κανόνες. Κλεισμένοι στα εργαστήριά τους, οι ειδικοί επιστήμονες πιθανότατα δεν είχαν ούτε τον χρόνο ούτε την διάθεση να ασχοληθούν με τον Λάιμπνιτς. Ακόμα κι εν αγνοία τους όμως, συνέχιζαν πάνω στον δρόμο που αυτός είχε διανοίξει πριν μερικούς αιώνες, όταν ο Ορθός Λόγος είχε αρχίσει να ξυπνάει ξανά μετά από τον παρατεταμένο του ύπνο κάτω από το βαρύ πάπλωμα της θεολογίας. Βασιζόμενοι στην αναλογία (που οι ίδιοι διέβλεπαν) μεταξύ των ηλεκτρονικών διακοπτών – τρανζίστορ των υπολογιστών και των εγκεφαλικών νευρώνων θα έθεταν στον εαυτό τους τον στόχο να κατασκευάσουν μηχανές που «πραγματικά θα σκέφτονταν». Το εγχείρημα αυτό τελικά θα κατέρρεε εντυπωσιακά τα επόμενα χρόνια όταν και έγινε αντιληπτό το μέγεθος των δυσκολιών που ανέκυψαν για την επίλυση ακόμα και των απλούστερων προβλημάτων που θα όφειλε να μπορεί να αντιμετωπίσει μια «σκεπτόμενη» μηχανή. Όπως ήταν φυσικό, μαζί με την επιστημονική αλαζονεία, στέρεψαν και τα χρηματοδοτικά κονδύλια. Το εγκεφαλογράφημα της τεχνητής νοημοσύνης εκφυλίστηκε σε μια επίπεδη γραμμή για αρκετά χρόνια πριν εμφανίσει πρόσκαιρα κάποια σημάδια ζωής τη δεκαετία του 1980. Για να πέσει πάλι σε κωματώδη αδράνεια για το υπόλοιπο του 20ού αιώνα. Και για να ανανήψει για μια ακόμα φορά τα τελευταία χρόνια, γνωρίζοντας ένα νέο κύμα επενδύσεων και υπερφίαλων (ξανά) υποσχέσεων.

Έχοντας την πικρία από τους πρώτους «χειμώνες της τεχνητής νοημοσύνης», οι εμπλεκόμενοι επιστήμονες εμφανίζονται πλέον λιγότερο επιρρεπείς προς τη μεγαλαυχία, τουλάχιστον όσον αφορά σε πιο οριακά, φιλοσοφικά ζητήματα. Οι φιλοδοξίες τους εστιάζονται σ’ ένα πιο πρακτικό επίπεδο, δίχως αυτό να σημαίνει ότι είναι απαλλαγμένες από το στοιχείο της υπερβολής και της (με μαρξιανή έννοια) ιδεολογίας· η μόνιμη επωδός περί επικείμενης εξαφάνισης της ανθρώπινης εργασίας αποτελεί ένα μόνο δείγμα. Οι περισσότερο φιλοσοφικές και υπαρξιακές αναζητήσεις του κλάδου έχουν βρει καταφύγιο πίσω από τον όρο «Γενική Τεχνητή Νοημοσύνη», με τον οποίο υποδηλώνεται η έρευνα περί της δυνατότητας κατασκευής «πραγματικά σκεπτόμενων» μηχανών, σε αντιπαραβολή με την πιο στενή έννοια της τεχνητής νοημοσύνης όπου το ζητούμενο είναι η κατασκευή «έξυπνων» αλγορίθμων για πιο πρακτικούς σκοπούς και ανεξαρτήτως του αν αυτοί παρουσιάζουν κάποια ομοιότητα ή αναλογία προς την ανθρώπινη σκέψη. (περισσότερα…)

Ένας προβληματισμός πάνω στις μεταμορφώσεις της γραφής

*

της ΒΕΡΑΣ ΧΑΤΖΗ

Σε διάσημη σειρά διάσημης πλατφόρμας παροχής συνδρομητικών διαδικτυακών τηλεοπτικών υπηρεσιών εκτυλίσσεται ο κάτωθι διάλογος, με πρωταγωνιστές μια άκρως γοητευτική επιχειρηματία μέσης ηλικίας και τον κατά πολύ νεώτερο —με καλλιτεχνική φυσιογνωμία— σύντροφό της. Η επιχειρηματίας αγωνιά για το εάν και κατά πόσο ένα λαοφιλές έντυπο μέσο θα έχει συμπεριλάβει τη νεοσύστατη εταιρεία της —δομημένη βέβαια στη βάση του διαδικτυακού κόσμου και των μέσων δικτύωσης— και την ίδια στη λίστα με τις καλύτερες και πιο επιδραστικές επιχειρηματικές προσωπικότητες, όταν με έκπληξη και περίσσεια δυσαρέσκεια διαπιστώνει ότι ο στόχος της δεν επετεύχθη. Τότε ο σύντροφός της, σε μια προσπάθεια παρηγοριάς, της αναφέρει: «Ποιος διαβάζει έντυπα πια;» Η επιχειρηματίας, οργισμένη, ανταπαντά: «Όσοι είναι σημαντικοί».

Στον αντίλογο αυτό μου φάνηκε αίφνης ότι συνοψίστηκε ένα από τα πιο ουσιώδη σύγχρονα δίπολα περί γραφής: έντυπη versus ηλεκτρονική. Παρά την καθολική κυριαρχία του ηλεκτρονικού στο σύνολο των εκφάνσεων που αφορούν στην καθημερινή ατομική και συλλογική μας υπόσταση, υπάρχει ένας σχεδόν “δυσπρόσιτος” χώρος, ο οποίος ανθίσταται στην ολική επικράτεια του ψηφιακού· και αυτός δεν είναι, βέβαια, άλλος από τον χώρο της γραφής και δη της λογοτεχνικής. Εστιάζοντας στην τελευταία, αξίζει να διερευνηθεί ο βαθμός ανταπόκρισης της σύγχρονης λογοτεχνικής δημιουργίας και των εκφραστών της στα νέα τεχνολογικά μέσα και στις δυνατότητες που προσφέρει η ηλεκτρονική γραφή.

Υπερκειμενική ποίηση και πεζογραφία, κινητική / οπτική ποίηση, εγκαταστάσεις computer art, προγράμματα συζήτησης, διαδραστική μυθοπλασία, μυθιστορήματα/ διηγήματα σε μορφή διαδικτυακών αναρτήσεων, ποιήματα / πεζά παραγόμενα από γεννήτριες κειμένων, συλλογική γραφή[1], μικροκείμενα που αναρτώνται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, είναι οι βασικότερες μορφές νέων ηλεκτρονικά παραγόμενων λογοτεχνικών δημιουργημάτων. Παρά το γεγονός ότι αρκετοί από τους παραπάνω όρους προκαλούν ένα αίσθημα ανοικείωσης ακόμα και στο σημερινό αναγνωστικό κοινό, αξίζει να αναφερθεί ότι η βασική αλλαγή που επέφερε η επονομαζόμενη ηλεκτρονική λογοτεχνία αφορά στο μέσο και όχι στην ίδια τη γραφή. Παραφράζοντας τον Marshall McLuhan και την καίρια διαπίστωσή του ότι «το μέσο είναι το μήνυμα» οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι ναι μεν τα υπερμέσα επαναπροσδιορίζουν τον οπτικό και εννοιολογικό χώρο της γραφής, ωστόσο τα παραγόμενα κείμενα εξακολουθούν να διαλέγονται δημιουργικά με τα κανονικοποιημένα λογοτεχνικά είδη και να φέρουν στοιχεία από το έντυπο παρελθόν τους. Μια σελίδα υπερκειμένου φαντάζει ως ένα “τυπικά” οργανωμένο, σε έντυπη μορφή, διήγημα / μέρος μυθιστορήματος μέχρις ότου ο αναγνώστης φτάσει στη λέξη-«θερμό»[2] σημείο και κληθεί να αποφασίσει αν θα συνεχίσει τη γραμμική ανάγνωση ή αν θα μεταβεί μέσω του υπερσυνδέσμου σε άλλη σελίδα με λεκτικό, οπτικό ή ηχητικό περιεχόμενο. Ένα έργο αναρτημένο στο Facebook ή το Twitter, που πληροί τη βασική προϋπόθεση των εν λόγω μέσων για συντομία στις δημοσιεύσεις, μοιάζει με ένα μικροδιήγημα, συνοδευόμενο ίσως με εικονικό υλικό, που θα μπορούσαμε να διαβάσουμε σε οποιαδήποτε έντυπη συλλογή, αν δεν υπήρχαν τα likes, τα σχόλια των αναγνωστών με τις συνακόλουθες απαντήσεις του δημιουργού και η δυνατότητα διαμοιρασμού (share) του έργου· πληροφορίες που συνοδεύουν την ανάρτηση, αναδιαμορφώνουν την αλληλεπίδραση συγγραφέα και αναγνώστη, καθιστώντας τη πιο διαδραστική, και θέτουν νέα δεδομένα στην πρόσληψη και αναγνωστική ανταπόκρισή μας προς το έργο. Ακόμα και η ψηφιακή οπτική ποίηση δεν διαφοροποιείται ιδιαίτερα στην απόδοση και αναπαράσταση του έργου από τα ποιήματα του Mallarmé, τα καλλιγράμματα του Apollinaire, έργα των ντανταϊστών, του Lemaître, αλλά και των εκπροσώπων της «συγκεκριμένης ποίησης»[3]. Αντίστοιχο ζήτημα ανακύπτει και από την ορολογία που χρησιμοποιείται για να αποδοθούν τα συστατικά γνωρίσματα της ηλεκτρονικής λογοτεχνικής γραφής a contrario με την έντυπη. Διακρίνεται, λοιπόν, αφενός η σταθερή, αναλλοίωτη, γραμμική, διαυγής, με αιτιώδεις νοηματικές σχέσεις και με κύρος έντυπη γραφή και, αφετέρου, η ευπροσάρμοστη, μεταβλητή, ασταθής, μη γραμμική ή πολυγραμμική, ανοιχτή, χωρική, με υλικότητα, χωρίς διαύγεια και αιτιότητα ηλεκτρονική γραφή. Ο συσχετισμός έντυπου και ψηφιακού καταλήγει με τους όρους του Bolter σε μία αντίστιξη κέντρου και παρεκβάσεων, σταθερότητας και παλινωδίας[4]. (περισσότερα…)

Η νεοελληνική φιλολογία και τα πρώτα της βήματα

της ΕΛΕΝΗΣ ΛΑΜΠΑΚΗ

Αλέξανδρος Κατσιγιάννης – Δημήτρης Πολυχρονάκης – Κωνσταντίνος Χρυσόγελος (επιμ.), «Προς μάθησιν εντελεστέραν». Ο Χριστόφορος Φιλητάς (1787-1867) και η συγκρότηση της Νεοελληνικής Φιλολογίας τον 18ο και 19ο αιώνα. Πρακτικά του συνεδρίου «Λογιοσύνη και Συγκρότηση της Ιστορίας της Νεοελληνικής Γραμματείας: 18ος-19ος αιώνας», Αθήνα, 13-14 Δεκεμβρίου 2019. Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα 2022, σελ. 442.

Ένα σημαντικό έργο για την ιστορία των πρώτων βημάτων της επιστήμης της νεοελληνικής φιλολογίας εκδόθηκε φέτος (2022) στη σειρά της Βιβλιοθήκης της Βουλής των Ελλήνων. Πρόκειται για τα πρακτικά του συνεδρίου Λογιοσύνη και Συγκρότηση της Ιστορίας της Νεοελληνικής Γραμματείας: 18ος-19ος αιώνας που διοργανώθηκε από το Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και τη Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων το 2019 στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος Στο γραφείο ενός κοσμοπολίτη λογίου του 19ου αιώνα: η έκδοση των χειρόγραφων τετραδίων του Χριστόφορου Φιλητά και η πρώιμη φάση της ιστοριογράφησης της νεοελληνικής γραμματείας/παιδείας (Επιστημονικοί Υπεύθυνοι: Στέφανος Κακλαμάνης, Δημήτρης Πολυχρονάκης. Μεταδιδακτορικοί Ερευνητές: Αλέξανδρος Κατσιγιάννης, Στέλλα Κουρμπανά, Κωνσταντίνος Χρυσόγελος).

Ο τόμος τιτλοφορείται «Προς μάθησιν εντελεστέραν». Ο Χριστόφορος Φιλητάς (1787-1867) και η συγκρότηση της Νεοελληνικής Φιλολογίας τον 18ο και 19ο αιώνα, σε επιστημονική επιμέλεια από τους Αλέξανδρο Κατσιγιάννη, Δημήτρη Πολυχρονάκη και Κωνσταντίνο Χρυσόγελο και σε τυπογραφική επιμέλεια του Δημήτρη Ζαζά, ενώ τη διόρθωση των δοκιμίων έκανε ο Κωνσταντίνος Χρυσόγελος. Αξίζει να αναφερθεί ότι ο τόμος είναι αφιερωμένος στη μνήμη της καταξιωμένης ερευνήτριας και ιστορικού Λουκίας Δρούλια, που έφυγε από τη ζωή το 2019. Οι μελέτες κατανέμονται σε τρεις ενότητες. Οι δύο πρώτες είναι αφιερωμένες στον βίο και το έργο του Χριστόφορου Φιλητά, ενώ η τρίτη προσφέρει μια ευρύτερη οπτική στην ιστορία της νεοελληνικής λογιοσύνης του 18ου και του 19ου αι. Συνεκτικός άξονας των μελετών, πέρα από την προσωπικότητα του Φιλητά, είναι τα πρώτα βήματα της συγκρότησης της επιστήμης της νεοελληνικής φιλολογίας, και εκεί ακριβώς έγκειται η σημαντική συμβολή του τόμου αυτού στη μελέτη της ιστορίας των νεοελληνικών γραμμάτων. (περισσότερα…)

Gottfried Benn, Ο μηδενισμός – και η υπέρβασή του

~ . ~

Επιμέλεια στήλης – Μετάφραση ΚΩΣΤΑΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ

~.~

Μια εποχή στην οποία η δημιουργική ζωή του έθνους συντελούνταν σε έναν κλειστό πνευματικό χώρο, τον οποίο δεν είχαν διασπάσει ούτε οι εσωτερικοί αγώνες – οι αγώνες της μιας γενιάς εναντίον της άλλης και οι αγώνες των κοσμοθεωριών μεταξύ τους – καθώς μια πίστη, ένα αίσθημα παρέμεναν άτρωτα πέρα από όλες τις μεταβολές, μια τέτοια εποχή φαίνεται ότι υπήρξε για τη Γερμανία ο 17ος και ο 18ος αιώνας, και τη βλέπομε να τελειώνει περίπου με τον θάνατο του Γκαίτε. Η πίστη ή το αίσθημα που βρισκόταν στην ανατολή της εποχής αυτής λεγόταν: Θεός, ενώ στο τέλος λεγόταν: η Φύση. Αλλά μια Φύση, η αντίληψη για την  οποία είχε διαμορφωθεί κάτω από την επιρροή του Λάϊμπνιτς και του Σπινόζα· Φύση: ένα πανθεϊστικό Όλον, βέβαια ήδη ατομικοποιημένο, ή μάλλον, καθώς δεν υπήρχε ακόμη η έκφραση άτομο – δημιουργήθηκε για πρώτη φορά το 1805 με τις χημικές έρευνες του Dalton – ένα Όλον που έχει ήδη διαιρεθεί σε Μονάδες, αλλά η ανώτατη Μονάδα λεγόταν ακόμα Θεός, και μάλιστα διαβάζομε την έκφραση τούτη πολύ συχνά ακόμη και στον Γκαίτε. Βέβαια, ακόμη συχνότερα την απρόσωπη οικουμενιστική[1] έκφραση «Φύση», που είναι η αυθεντική του έκφραση, μιας φύσης που την αισθάνεται ακόμη εντελώς ανορθολογικά, που την χαιρετά λυρικά με στροφές προς τη σελήνη, για μιαν ακόμη φορά η παλιά, καλυμμένη, μητρική Φύση. Δεν της αποσπά κανείς από το σώμα της εξηγήσεις, λέει, αυτή είναι τα πάντα, της εμπιστεύομαι τον εαυτό μου, μπορεί να με μεταχειρίζεται, την υμνώ σε όλα τα έργα της.[2] Και οι προτάσεις αυτές από τον «Ύμνο στη Φύση» του έτους 1782, που βρίσκονταν στο Tiefurter Journal, είναι κατά κάποιον τρόπο τα αποχαιρετιστήρια λόγια της Δύσης προς έναν κόσμο, ο οποίος θεωρούνταν εδώ και 2000 χρόνια, άρα ήδη από την ελληνική μυθολογία ως έμψυχος, σε δένδρα και πλάσματα, ότι ήταν γεμάτος θεούς, και είχε δοθεί στον άνθρωπο.  (περισσότερα…)

Φώτης Τερζάκης, «Confusion will be my epitaph»: Απολογισμός μιας καταστροφικής διετίας

*

Συμπληρώνονται σύντομα τρία χρόνια ἀπ’ ὅταν ὁ ἰὸς Sars-CoV-2, γνωστὸς πλέον σὲ ὅλους μας ὑπὸ τὴν κωδικὴ ὀνομασία Covid-19, ξεκίνησε τὸ πάνδημο ταξίδι του ἀνὰ τὴν ὑφήλιο. Πέραν τοῦ προφανοῦς ὑγειονομικοῦ ζητήματος ποὺ αὐτὸς προκάλεσε, μεταδιδόμενος ραγδαῖα σὲ κάθε ἤπειρο μέσα σὲ λίγο καιρό, ὑπῆρξαν ὁρισμένες “παράπλευρες“ —ὅπως εἴθισται νὰ χαρακτηρίζονται— ἐπιπτώσεις σὲ ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα: ὑποχρεωτικοὶ ἐγκλεισμοί, διαχωρισμοὶ βάσει τῆς ἐμβολιαστικῆς κίνησης μὲ κυρώσεις σὲ βαθμὸ διαπόμπευσης γιὰ τοὺς μη-ἐμβολιασθέντες, πάγωμα κάθε δραστηριότητας (ἐπαγγελματικῆς, ἐκπαιδευτικῆς, ψυχαγωγικῆς κ.λπ.) καὶ ἀναπόφευκτα μιὰ διαφαινόμενη οἰκονομικὴ κατάρρευση σὲ συνδυασμὸ καὶ μὲ ἄλλα γεγονότα τῆς πρόσφατης περιόδου (βλ. ρωσσο-ουκρανικὸς πόλεμος).

Ὁ Φώτης Τερζάκης, γνωστὸς γιὰ τὸ ἔργο του στὸν χῶρο τῆς φιλοσοφικῆς μελέτης καὶ ἰδιαίτερα στὴν κριτικὴ τῶν ἰδεῶν τῆς πολιτικῆς φιλοσοφίας, τοποθετήθηκε εὐθέως ἀπέναντι στὰ ἔκδοχα τοῦ κορωνοϊοῦ μὲ πολυάριθμες παρεμβάσεις σὲ περιοδικά, ἱστοτόπους καὶ ἐφημερίδες, διερευνῶντας τόσο σὲ φιλοσοφικὸ ὅσο καὶ σὲ πρακτικὸ ἐπίπεδο ὅλα ἐκεῖνα τὰ ζητήματα ποὺ μεταλλάσσουν τελικὰ τὴν ἰατρικὴ σὲ ἕνα ζήτημα πολιτικό, μὲ ὅλες τὶς ἐπιπτώσεις ποὺ ἡ μετάλλαξη αὐτὴ ἐνδέχεται νὰ ἐπιφέρει ‒ καὶ τελικά, ὅπως φαίνεται πλέον, μπορεῖ νὰ ἐπιφέρει. Μὲ ἀφορμὴ καί τὸ πρόσφατο βιβλίο του Ἰατρική / Πολιτική. Μιὰ ἀνθρωπολογικὴ-φιλοσοφικὴ ματιὰ στὶς ἀντιμαχόμενες θεραπευτικὲς προσεγγίσεις στὸν σύγχρονο κόσμο (Ἀλήστου Μνήμης: Ἀθήνα 2021), συζητᾶμε παρακάτω γι’ αὐτὰ τὰ ζητήματα. (περισσότερα…)

Η Ιλιάδα του διαστήματος

*

του ΗΛΙΑ ΑΛΕΒΙΖΟΥ

Η επιστροφή των πότλατς

Αν υπάρχει μία πλευρά (αν και όχι η μόνη) της ανθρώπινης συμπεριφοράς που βρέθηκε (και συνεχίζει να βρίσκεται) στο επίκεντρο όλων των μέχρι τώρα τεχνολογικών αναδιαρθρώσεων, ήδη από την 1η βιομηχανική επανάσταση, αυτή σίγουρα είναι η μετακίνηση. Είναι σχεδόν αδύνατο πλέον να μετακινείται κανείς –και άρα να υπάρχει κοινωνικά– χρησιμοποιώντας τα πόδια του και μόνο. Η τεχνολογική διαμεσολάβηση της μετακίνησης έχει προχωρήσει σε τέτοιο βάθος ώστε πλέον χρειαζόμαστε υπενθυμίσεις ότι πρέπει να περπατάμε πού και πού. Όχι για χάρη της περιπλάνησης βέβαια, για την απόλαυση του βαδίσματος καθεαυτό. Η flânerie έχει μάλλον περισσότερες πιθανότητες να σε στιγματίσει ως ύποπτο. Το βάδισμα οφείλει να εξασκείται με στόχο τη διατήρηση της «καλής υγείας». Ακόμα και για τη μετακίνηση, την κάλυψη μεγάλων αποστάσεων (και ποια δεν θεωρείται μεγάλη απόσταση πια;) φαίνεται παράλογο να βασίζεσαι στα πόδια σου. Παράλογο, ήτοι μη αποδοτικό. Σου «επιτρέπεται», έστω με μία ελαφρά συγκατάβαση, να χρησιμοποιείς ποδήλατο. Ή, ακόμα καλύτερα, αν θες πραγματικά να λογίζεσαι ως μέλος της τάξης των ιδιοκτητών, οφείλεις να κατέχεις ένα αυτοκίνητο, έστω μια μηχανή. Και για τα ταξίδια μεγάλων αποστάσεων, το αεροπλάνο εκμηδενίζει τον κόπο και τον χρόνο (ίσως και το ίδιο το ταξίδι βέβαια).

Ένα αρραγές νήμα τεχνολογικής προόδου και ορθολογικότητας ξεδιπλώνεται μπροστά μας. Το άκρον άωτον αυτής της ορθολογικότητας εκφράζεται εν τέλει στο τεχνούργημα του πυραύλου που σε στέλνει στη σελήνη. Ένα τέτοιο σημείο ολοκλήρωσης όμως αποδεικνύεται κι ως ένα σημείο αναστροφής. Η ίδια τεχνολογία, ο ίδιος πύραυλος που τη μία στιγμή έχει ως στόχο τη σελήνη, την επόμενη βάζει στο στόχαστρο του έναν οποιοδήποτε τόπο επί γης, για να τον αφανίσει, κουβαλώντας στο ρύγχος του μια πυρηνική ή συμβατική κεφαλή. Και σε τελευταία ανάλυση, το διαστημικό ταξίδι είναι τόσο απομακρυσμένο από οποιαδήποτε έννοια γήινης μετακίνησης ώστε πλέον οι λειτουργίες και τα νοήματα που συναρθρώνονται γύρω του αδυνατούν να εξηγηθούν καταφεύγοντας σε οποιαδήποτε έννοια ορθολογικότητας. Η κούρσα των εξοπλισμών και αυτή των διαστημικών τεχνολογιών εξελίχθηκαν ως μία ακολουθία σπασμών: των σπασμών ενός σύγχρονου, ανάστροφου πότλατς. Αλλά χωρίς την ασφαλιστική δικλείδα της παιγνιώδους συναίσθησης. Η εκμηδένιση του χώρου και του χρόνου ολοκληρώνεται με τη δυνατότητα εκμηδένισης του ίδιου του ανθρώπου. (περισσότερα…)

Η δική μου βιολογία

*

του ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΜΟΥΖΑΚΗ

Βρίσκομαι σε μια υπέροχη αίθουσα ενός ιστορικού σχολείου. Στην αιχμή απολήξεως της συνέντευξης ερωτώμαι γιατί ένας μαθητής πρέπει να παρακολουθήσει το μάθημά μου. Στο νου μου έρχεται η παιδική μου εικόνα, πολύ πριν η βιολογία έρθει στη ζωή μου.

Μισούσα τον αριθμό δεκατρία επειδή ήταν γρουσούζικος. Δε γνώριζα, όμως, ότι ο Μπ. Φ. Σκίννερ έκλεισε περιστέρια σε κλουβιά που περιείχαν ένα πλήκτρο, το οποίο, όταν πατιόταν από τους ράμφος τους, έστελνε τροφή μες στο κλουβί˙ αγνοούσα ότι ο νους των περιστεριών ανακάλυψε αυτό το μηχανισμό τροφοδοσίας, οπότε τα πτηνά πατούσαν το κουμπί για να σβήσουν την πείνα τους. Όταν, όμως, ο επιστήμονας αποσυνέδεσε την παροχή τροφής από το πάτημα του κουμπιού, τα περιστέρια άρχισαν να συνδέουν άλλες συμπεριφορές τους με την παροχή τροφής. Νόμιζε το περιστέρι ότι το πού κοιτούσε σχετιζόταν με την παροχή τροφής˙ όμως έκανε λάθος. Ο νους του περιστεριού, όπως κι ο νους του ανθρώπου, αναζητά αυθόρμητα συσχετίσεις. Οι λανθασμένες συσχετίσεις είναι οι προλήψεις που όλοι γνωρίζουμε: μοχθηροί αριθμοί, μαύρες γάτες, σπασμένοι καθρέφτες: ανοησίες που η βιολογία αποδόμησε μέσα μου με κρότο.

Μισούσα κάθε πεντάμορφη που απορρίπτει το τέρας. Αγνοούσα, όμως, ότι η έλξη δεν είναι επιλογή, αλλά δύναμη επιβίωσης και πρόκρισης γονιδίων που σχετίζονται με την αντίσταση σε ασθένειες, την αναπτυξιακή σταθερότητα, τη σωματική ευρωστία, κι ότι σχετίζεται άμεσα με τη γενετική ιδιοσυστασία. Το πείραμα της Τζούντιθ Λανγκλουά που έδειξε ότι βρέφη προσηλώνουν στατιστικώς σημαντικά περισσότερο το βλέμμα τους σε προεπιλεγμένες ως ελκυστικές φωτογραφίες ενηλίκων σε σχέση με προεπιλεγμένες ως μη ελκυστικές ζύμωσε μέσα μου ό,τι θεωρούσα σκληρότητα και ξιπασιά σε έναν ωκεανό κατανόησης για εκείνη. Όχι, η πεντάμορφη που απορρίπτει το τέρας δεν ήταν άκαρδη, δεν ήταν καν ελεύθερη, απλώς εν αγνοία της έτεινε να εξυπηρετήσει την επιβίωση του είδους με έναν τρόπο που, παρεμπιπτόντως, πλήγωνε το τέρας. (περισσότερα…)

Gottfried Benn, Ρεύματα

*

Επιμέλεια στήλης – Μετάφραση ΚΩΣΤΑΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ

Ο Δέκατος Όγδοος αιώνας είχε αμφισβητήσει τα πάντα, ο Δέκατος Ένατος αισθάνθηκε την αναγκαιότητα να βγάλει συμπεράσματα, ο Εικοστός είδε ότι τα συμπεράσματα ήταν βιαστικά και οπισθοδρόμησε τόσο σε σχέση με εκείνον που έθετε ερωτήματα όσο και με εκείνα που είχαν προκύψει από τα συμπεράσματα, και έγινε για μιαν ακόμη φορά μεσαιωνικός, άρχισε με υπαρξιακή φιλοσοφία, ψυχανάλυση, ψυχολογία των ορμών. Ως αφετηρία πολύ καινοτόμα, κατά το αίσθημα δημιουργική και βαθιά, ένα είδος ανθρωπολογίας, μπορεί κανείς να την αποκαλέσει σπερματική ανάλυση. Από όλες τις πλευρές την λείαινε ο αιώνας· εκείνο στο οποίο απέβλεπε, ήταν τα προστάδια, το πρωτόγονο. Η παλαιοντολογία έφερε το υλικό από χώρους τόσο  μακρινούς που δεν μπορούσε να τους μαντέψει κανείς. Η ερμηνεία των μύθων αποκάλυψε τις ρίζες της συνείδησης, τα γεννητικά στρώματα της διαμόρφωσης των συμβόλων. Η θεωρία της εντελέχειας και η τυπολογική έρευνα στράφηκαν μακριά από τα τελικά αποτελέσματα, τα άτομα, και παρακολούθησαν την αφετηρία τους από την προδιάθεση, το σχετικό με το είδος, τον πυρήνα. Υποτίθεται ότι ήταν το ενδογενές, το πριν την αποδόμηση, το πριν τον εκφυλισμό. Παρουσιάστηκε η κλινική Ιατρική και είπε: Οι ασθένειες είναι κρίσεις της ύπαρξης, ας παρατηρήσομε την ουσία μάλλον παρά τα συμπτώματα. (περισσότερα…)

Πανδημία, επιστήμη και ρομαντισμός

*

της ΜΑΡΙΑΛΕΝΑΣ ΤΣΑΝΤΗΛΑ

Από την αρχή της πανδημίας και τη σταδιακή δημιουργία αυτού του τεχνητού πολιτικού δίπολου (εμβολιασμός ή μη, εμβολιασμένος / ανεμβολίαστος), ένα είδος συζήτησης κυριαρχεί στον δημόσιο διάλογο, αυτό της επιστήμης. Ή μήπως «επιστήμης»; Διότι ο τρόπος που μιλάμε γι’ αυτήν πιο πολύ παραπέμπει σε κάποια… προβατίνα με το όνομα επιστήμη, που από τότε που την πιάσαμε την περιφέρουμε από εδώ και από εκεί, δείχνοντας ο ένας στον άλλον «να, αυτή είναι η επιστήμη», παρά στο σύστημα γνώσεων που αποκτώνται μέσω της τεκμηρίωσης και της απόδειξης. Πολύ απλά, φαίνεται ότι οι επιχειρηματολογίες που επιζητούν να είναι οι πιο επιστημονικά ορθές, είναι και οι πιο αντιεπιστημονικές. Φράσεις του τύπου «η επιστήμη λέει», «σύμφωνα με την επιστήμη», «αυτό είναι επιστήμη» τοποθετημένες σε πλαίσιο όπου η επιστήμη χρησιμοποιείται ως αυθεντία, χαράζουν, σβήνουν, τερματίζουν την ίδια φύση του πράγματος το οποίο επικαλούνται. Καλύτερα να μιλούσαμε για την προβατίνα. Η επιστήμη βρίσκεται εκεί που υπάρχει κατάρριψη, διάψευση, αμφισβήτηση, κριτική (αναφορά στα κριτήρια του Πόππερ) και για να υπάρχουν αυτά πρέπει να υπάρχει πλουραλισμός. Όχι μόνο ένας de facto πλουραλισμός απόψεων/πλευρών, αλλά ένας που εκφράζεται και σε προσωπικό επίπεδο, στην στάση μας ως προς τη συζήτηση με διαφορετικά στοιχεία, στις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Έχω την εντύπωση ότι και τα δύο εκλείπουν. (περισσότερα…)