της ΘΕΩΝΗΣ ΚΟΤΙΝΗ
Ευγενία Βάγια,
Μικρή Χιροσίμα,
Μελάνι, 2019
Ένα από τα καλά βιβλία που ήρθε στα χέρια μου τις τελευταίες μέρες, αν και εκδοθέν το 2019, είναι η Μικρή Χιροσίμα της Ευγενίας Βάγια, δεύτερο στην παραγωγή της, όπως διαβάζω στο εσώφυλλο του βιβλίου. Μινιμαλιστική ελεύθερη φόρμα, εσωστρεφώς υπαρξιακό, ελλειπτικό νόημα και στις ευτυχείς στιγμές αφοριστικά πυκνό. Ο προνομιακός της ποίησης χώρος: ο άνθρωπος στην αναμέτρηση με τις καταστροφές της ύπαρξης και της συνύπαρξης.
Το θετικό της συλλογής είναι ότι η ελλειπτικότητα δεν συνοδεύεται από βαρυσήμαντη υποδήλωση, δηλαδή από μεγαλόσχημα υπονοούμενα βάθους που φουσκώνουν το ποίημα σε εύκολους ερμητισμούς ή νεφελώδη συμβολισμό. Αν και ποίηση ιδεών και ποίηση βυθού, διαθέτει ευκρίνεια, την οποία ευνοεί και η οικονομία των μέσων.
Η αλήθεια έχει το χαρακτήρα της έκρηξης
μιας συγκυρίας αφανέρωτης
έως εκείνη τη στιγμή
Συμβαίνει, δεν προειδοποιεί
μας βρίσκει
όπως η βόμβα τη Χιροσίμα
Αστράφτει τη τρομερή στιγμή
και σβήνει
Κρυώνει αργά μέσα στα σπλάχνα
του κόσμου
Πρώην ανύποπτοι
σε μια στιγμή καμένοι
είμαστε στο εξής η έκρηξη
Τι έχουμε εδώ; Αφηρημένα σχήματα, όπως η αλήθεια. Το ποίημα ξεκινάει στρωτά, με μια δήλωση εν είδει παρομοίωσης και βαίνει ομαλά, με όχημα τον παραλληλισμό, στο τελευταίο τρίστιχο που δεν αποκαλύπτει μεν ένα δυσθεώρητο βάθος στοχασμού, αλλά αποτυπώνει εύστοχα και ακαριαία τη χημική μεταλλαγή του εαυτού από τον εαυτό.
Ένα άλλο παράδειγμα:
Μιλώ ελεύθερα όταν μιλώ για μένα
Με διατρέχει εγωισμός
Στα πέρατά μου με στυλώνει
Καβάλα πάω στην ιστορία μου
Ένα παλιό τομάρι μπορείς
να το κεντρίσεις
Με σουβλιές
Ο πόνος πλέον δεν με αφορά
Από τη μνήμη βγάζω το παρόν μου
Από τόπο σε τόπο γυρολογώντας
Μια επιτυχημένη
Το παραπάνω ποίημα αποκαλύπτει μια δεύτερη διάσταση της συλλογής, την ειρωνεία, συγκρατημένη και διαβρωτική σαν διαπίστωση που δεν εξαλλάσσει τη σκέψη σε σπάταλο αυτοοικτιρμό – που τόσο συγγενεύει με το αυτοθαυμασμό- φαινόμενο επικίνδυνα συχνό στους νέους ποιητές. Αντίθετα, επιλέγει την υπονόμευση, όπως στο παρακάτω:
[επούλωση]
…πως πρέπει να γεμίζουν οι ρωγμές
με άνθη
όπως το βάζο
όπως ο γκρεμός
με αίμα
όπως το αγγείο
με κορτιζόνη
όπως οι κυψελίδες
όπως οι πόροι
όπως η άβυσσος
με εγωισμό
εγωισμό
εγωισμό
όπως εγώ
εγώ…
Μέσα σε αυτό το υπόρρητο πάθος διακρίνεται και η απόσταξη μιας τρυφερότητας:
Στην άκρη όπως βάζεις
με αφοσιωμένα δάχτυλα
μία κλωστή απ’ τα μαλλιά της
και βουτάς
στη δίνη του ελάχιστου
του περιεκτικού στο πρόσωπό της που
λατρεύεις
τέτοια λεπτότητα η στιγμή
από τις ώρες
άνθος της άνωσης
στην κατά τ’ άλλα θάλασσα
Αισθήματα, στοχασμοί, αισθήσεις υπάρχουν σε ένα παρόν απολογιστικό και τετελεσμένο, όπως υποδηλώνουν οι ρηματικοί χρόνοι (κυρίαρχος ο ενεστώτας της οριστικής), τα πράγματα κοιταγμένα στα έμμονα συστατικά τους, όπως δείχνει η κυριαρχία του ουσιαστικού και ο παράλληλος περιορισμός του επιθέτου στα κυρίως απαραίτητα. Από αυτά προκύπτει η εντύπωση ενός στατικού σύμπαντος που διασώζει όχι τα συμβάντα στα καθέκαστά τους, αλλά ό,τι απομένει από τη ζύμωση του βιωμένου.
Η ολιγαρκής ρηματική κατάστρωση επικουρείται από τις συχνές τομές και τα διάστιχα μεταξύ των στροφικών συνόλων του ποιήματος που εντείνουν αυτή την αίσθηση της ασυνέχειας. Λιγότερα συχνά επιλέγεται η συμπαγής δομή της επαναληπτικής μετακύλισης μιας λέξης ή ενός γλωσσικού συντάγματος, ώσπου να φτάσει στον καταληκτικό πόλο του ποιήματος κι εκεί να προσλάβει την αιχμηρή του ένταση:
[ένταση]
Όπως όταν πήγαινα
κι ήταν ωραία όπως πήγαινα
πριν φτάσω
πριν να φτάσω,
όταν πήγαινα
μέσα στο δρόμο αναβόσβηνε
κι ερχόμουν όπως πήγαινα
ο δρόμος άδειος
κι απ’ αυτό που πήγαινα γεμάτος
γεμάτος άδειος αναβόσβηνε
αυτό
που θα ’φτανα και το ’θελα
τόσο πολύ πριν φτάσω
κι ας μην ήθελα
τόσο ωραία που δεν ήθελα
να φτάσω
Τα παραπάνω δείγματα φανερώνουν την ιδιοσυστασία του ποιητικού λόγου της Βάγια. Ανήκει στη σχολή που χτίζει την ποιητικότητα όχι με βάση τη λυρική ποίκιλση, η οποία μετέρχεται την γλαφυρή τροπικότητα των εκφραστικών μέσων και εκχέει τη λεκτική έκρηξη σε τακτά διαστήματα, ούτε τη στηρίζει στη στίλβη ενός ρυθμικού πλούτου. Εργαλεία αυτού του τρόπου είναι η αποδραματοποίηση η καταδήλωση, όχι το προφίλ αλλά το ανφάς της ψυχικής ανατομίας, γι’ αυτό και της χρειάζεται η γυμνότητα των μέσων. Μερικές φορές όμως αυτή η λιτότητα και η αυστηρότητα με την οποία διυλίζεται το προσωπικό στοιχείο για να αποβάλει την ιδιωτικότητά του στερεί από τον αναγνώστη, που πρέπει να βάλει περισσότερο νου παρά ψυχή, την απόλαυση.
Στα αρνητικά της συλλογής προσμετρώ κάποια ανακλαστική αναπαραγωγή κοινών τόπων σε ορισμένα ποιήματα, σαν αυτή που βλέπουμε στο πρώτο μέρος του παρακάτω άτιτλου, όπως τα περισσότερα της συλλογής, κειμένου:
Η πρόζα του κόσμου
χωρίς στίξη
χωρίς τελείες η απεύθυνση χωρίς ανάσες μνήμης
Ο λόγος είναι αληγής
Πάνω από περιγράμματα πραγμάτων
μέρα νύχτα ανεμίζει τα διαπιστευτήρια της ύπαρξης
Τα συστατικά αυτού του λόγου είναι η παρεκκλίνουσα λέξη- έκπληξη (αληγής), βαριά ουσιαστικά (μνήμη, ύπαρξη) και δυο – τρεις τυποποιημένες μεταφορές («ανεμίζει τα διαπιστευτήρια της ύπαρξης»). Το παράγωγο ένας λόγος αναμενόμενος, άρα μη δραστικός. Στη συνέχεια, όμως, το ποίημα σώζεται γυρνώντας πάλι στη φειδωλή του απόφανση:
Αυτό που θέλουμε να πούμε θέλουμε
Θέλουμε ακατάπαυστα
αυτή τη θέση
στην αγέλη
Ξέρουμε βέβαια τι απέγιναν
όσοι απόκαμαν μ’ αυτή την αγωνία
Σε γενικές γραμμές, ωστόσο, η συλλογή αποφεύγει τις κακοτοπιές που διατρέχει η υπαρξιακή ποίηση, όπως τον συγκινημένο αυτοκατοπτρισμό, την αδιαφανή σκοτεινότητα, την ιδιωτεία του βιώματος. Παραμένει στη χαμηλή θερμοκρασία ενός βαρύθυμου, βέβαια, στοχασμού, αλλά οικονομικά σμιλεμένου σε μια φόρμα βραχεία και δαμασμένη από την πεζολογική εκφορά του λόγου και την ηθελημένη απίσχνανση του εγώ». Αν και δεν έχω υπόψη μου την πρώτη συλλογή της Βάγια, πιστεύω ότι βρίσκεται σε καλό δρόμο και αυτό που διάβασα διαθέτει τη διακριτική ποιότητα της ειλικρινούς διακύβευσης και της μορφικής μέριμνας.
ΘΕΩΝΗ ΚΟΤΙΝΗ