του ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ
Αν ο πολιτισμός γενικά ως το σύνολο των επιτευγμάτων στην ανθρώπινη ιστορία και η τέχνη ειδικότερα ως η αναπαράσταση της ανθρώπινης δραστηριότητας αποσκοπούν στην ευημερία των πολιτών, των μαθητών, των εργαζόμενων, τότε χρειάζεται να διακρίνουμε τον ουσιαστικό πολιτισμό και την αισθητικά χαρακτηριστική τέχνη από τις ιδιοτελείς εκφάνσεις τους και τα κακέκτυπά τους.
Αλήθεια, σε ποιον πολιτισμό χωρούν –και ποιους ωφελούν– ο ανταγωνισμός της αγοράς, η εκμετάλλευση και απαξίωση των εργατών της τέχνης, τα μικροαστικά, λομπίστικα καλλιστεία για τη δημιουργία γενικά και τη λογοτεχνία ειδικότερα; Δες: φαινόμενα και μορφές στον καπιταλισμό. Οι επίσημοι παρασημοθέτες φρόντισαν ώστε οι θεσμοί επιβράβευσης να στεφανώνουν νικητές σε έναν «πόλεμο» που δεν θα έπρεπε να είχε αρχίσει ποτέ. Σε τέτοιες συνθήκες, ωστόσο, επαρκή εξάρτυση μπορεί να διαθέτουν και μετριότητες του συρμού.
Τηρουμένων των αναλογιών και των ακροτήτων, ας πλάσουμε μια εικόνα προς αποφυγή, από τους ευγενείς χώρους της στιχουργίας και της μουσικής: φανταστείτε τυμπανοειδή αοιδό, με προτεταμένο το κρατικό παράσημο, να ουροβιζιονάρει, ερμηνεύοντας το μαϊμουδισμό ένιου πολιτισμικού μπανανιστή. Προτείνω στην αναγνώστρια και τον αναγνώστη να σκεφτούν, διαδραστικά, δικά τους παραδείγματα –επιπροσθέτως διότι εξοικονομείται χώρος και αποφεύγονται οι μηνύσεις.
Στο πεδίο της λογοτεχνίας, το έργο των περισσότερων βραβευμένων –ας θέσουμε χρονικά από τη μεταπολίτευση και μετά– δεν χρειάζεται κρατική βούλα για να ξεχωρίσει. Κατά τη γνώμη μου, όμως, η θεσμοθετημένη «σύρραξη» παραγκωνίζει, επισκιάζει και αδικεί τη συντριπτική πλειοψηφία των ταλαντούχων συγγραφέων και ποιητών, που είναι το απαραίτητο δυναμικό για την καλλιτεχνική γραφή και, συνεπώς, για τη ζωή της γλώσσας.
Α ν η τέχνη και η λογοτεχνία –από κοινού με τον αυτοσκοπό της δημιουργίας– αποτελούσαν αφορμές για ανοιχτή επικοινωνία και ζύμωση καταρχάς στα σχολεία, α ν για τις αξίες και τους σκοπούς του πολιτισμού αξιοποιούνταν ανάλογα μέσα, ώστε να προωθούνται οι συζητήσεις, οι εστιασμένες δράσεις και οι ενισχύσεις, α ν οι διακρίσεις των λογοτεχνών και των καλλιτεχνών προέρχονταν από συναγωνισμούς που θα εστίαζαν στην αξία του έργου και όχι στην επιφάνεια του προσώπου με τον περίγυρό του, τ ό τ ε μάλλον θα βρισκόμαστε σε καλό δρόμο τόσο για την προσωπική και συλλογική αυτογνωσία όσο και για μια πιο δίκαιη κοινωνία συνολικότερα.
Ένα παράδειγμα, για το διά ταύτα: όλοι οι δήμοι και οι κοινότητες μπορούν να οργανώσουν θεματικές γιορτές ποίησης και διηγήματος, με τη συμμετοχή των σχολείων, περιλαμβάνοντας μουσική και εκθέσεις ή προβολές. Η σύγχρονη καλλιτεχνία των αξιών πορεύεται, χωρίς να υπολογίζει πλέον σε πρωτοπορίες, τάσεις και πρότυπα. Ευτυχώς, επιβιώνει και η σωστή κριτική, έστω σαν βοτάνι στον αγρό με τα ζιζάνια.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, προτείνω την κατάργηση των κρατικών παράσημων για την τέχνη γενικά και τη λογοτεχνία ειδικότερα, λόγω απληστίας και ιδιοτελούς θεσμολειχίας.
Ιστορικά, τα εγχώρια Παράσημα Αριστείας από το 1910 έως τα Κρατικά Λογοτεχνικά Βραβεία του 1939 επιχείρησαν να παίξουν έναν θεσμικό ρόλο στην καθιέρωση εθνικών και αισθητικών αξιών, με κύριο άκμονα τη λογοτεχνική γενιά του (18)80 – στο κατ’ όνομα αστικό περίγραμμα του ντόπιου, μεταπρατικού καπιταλισμού. Κομβική, με συμβολικό απόηχο, η βράβευση του Γ. Σεφέρη με το Έπαθλο Παλαμά το 1947. Ο θεσμός Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας ανασυστήθηκε το 1956, οπότε τη σκυτάλη για τη διαμόρφωση του εθνικού κανόνα και την επιρροή στο λογοτεχνικό πεδίο πήρε και τυπικά η γενιά του (19)30 – στο εξελιγμένο κοινωνικό πλαίσιο της πολιτικής και οικονομικής εξάρτησης.
Από τη Μεταπολίτευση και μετά, οι σκοπιμότητες, οι εκδοτικές ισορροπίες, οι κλειστοί κύκλοι, τα περιβάλλοντα των αξιωματούχων, οι μικροπρέπειες, οι αποκλεισμοί, οι επευφημίες για την κλοπή κόπων και οι όποιες ανεπάρκειες των επιτροπών υπήρξαν απλώς δευτερεύουσες αιτίες για την αμφισβήτηση των κρατικών διακρίσεων. Η υπόθεση απαιτεί ριζοσπαστική θεώρηση, σαν ένα σύγχρονο πρόβλημα του πολιτισμού, όπως τέθηκε εξαρχής. Η κατάργηση τέτοιων διακρίσεων θα αποτελέσει ένα μικρό αλλά αποφασιστικό βήμα στη σωστή κατεύθυνση.